Της Δήμητρας Μανιφάβα
Στην κορυφή των χωρών που έχουν προχωρήσει σε δημοσιονομική προσαρμογή και μεταρρυθμίσεις παραμένει η Ελλάδα, βάσει της σχετικής κατάταξης που διενεργεί η επενδυτική τράπεζα Berenberg και το think tank The LisbonCouncil στο πλαίσιο της έκδοσής τους “The Euro Plus Monitor September 2017”. Ωστόσο, παρατηρείται κόπωση σε ό,τι αφορά τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια, ενώ ειδικά σε ό,τι αφορά την ενίσχυση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας, στην έκδοση διατυπώνεται ο προβληματισμός ότι η αύξηση της συμμετοχής των εξαγωγών στο ΑΕΠ οφείλεται κυρίως στη μείωση των εισαγωγών.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την επικαιροποιημένη έκδοση του Euro Plus Monitor, η Ελλάδα παραμένει στην κορυφή της προσαρμογής με συνολική βαθμολογία το 2016 7,6 (σε μια κλίμακα από το 1 έως το 10, όπου το 10 εκφράζει τη μεγαλύτερη προσαρμογή) έναντι βαθμολογίας 7,7 το 2015. “Η Ελλάδα παραμένει μια ειδική περίπτωση. Εξαιτίας των ηρωικών προσπαθειών προσαρμογής την περίοδο 2010-2013, η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται στην πρώτη θέση από πλευράς προσαρμογής. Ωστόσο, τα δύο τελευταία χρόνια (2015-2016) είδαμε δραματικές αλλαγές. Μετά τη δραματική μείωση των επιδόσεών της το 2015, η βαθμολογία της Ελλάδας υποχώρησε ελαφρώς το 2016. Λόγω της αβεβαιότητας και του γεγονότος ότι πολλά χρήματα έφυγαν εκτός της χώρας από τα τέλη του 2014 έως τον Ιούλιο του 2015, αποδυναμώθηκε η οικονομική και δημοσιονομική της θέση. Πιο πρόσφατα στοιχεία, ωστόσο, σχετικά με τη δημοσιονομική προσαρμογή της και την εξωστρέφεια, δείχνουν ότι η Ελλάδα έχει αφήσει την πτώση πίσω και έχει ξεκινήσει να βελτιώνεται ξανά”, αναφέρεται στην έκθεση των Berenberg και The LisbonCouncil.
Στα επιμέρους κριτήρια η Ελλάδα λαμβάνει την εξής βαθμολογία:
-Εξωστρέφεια: 7,3 από 7,4 το 2015. Και σε αυτό το σημείο γίνονται ιδιαίτερες αναφορές στην ελληνική περίπτωση: “ Η Αθήνα συνεχίζει να παίρνει άριστους βαθμούς σχετικά με την συνολική επίδοσή τους ως προς την προσαρμογή του εμπορικού ελλείμματος. Όμως, το μεγαλύτερο μέρος της βελτίωσης της Ελλάδας έχει προκύψει από τη μείωση των εισαγωγών και λιγότερο από την αύξηση των εξαγωγών. Η πολιτική αβεβαιότητα, η γραφειοκρατία και η υπερφορολόγηση έχουν εμποδίσει τις επενδύσεις σε δραστηριότητες με εξαγωγικό προσανατολισμό. Αυτό μπορεί να εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο οι ελληνικές εξαγωγές υπολείπονται πολύ αυτών των άλλων χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Η μεγάλη αύξηση της συμβολής των εξαγωγών στο ΑΕΠ το 2015, στο 30,9%, από μόλις 23,4% το 2007, αντανακλά κυρίως τη μεγάλη πτώση του ΑΕΠ και λιγότερο μια μεγάλη αύξηση των εξαγωγών. Ευτυχώς, η κατάσταση μπορεί να αλλάζει. Ύστερα από το πισωγύρισμα του 2015, οι ελληνικές εξαγωγές δείχνουν να ανακάμπτουν ξανά φτάνοντας στο δεύτερο τρίμηνο του 2017 να αντιστοιχούν στο 31,7% του ΑΕΠ”.
-Δημοσιονομική προσαρμογή: η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση μεταξύ των “28” της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βαθμολογία 7,7 το 2016 από 7,5 το 2015.
-Προσαρμογή κόστους εργασίας: η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση με βαθμολογία 7,5 το 2016 από 8,2 το 2015. Η διαφορά αυτή οφείλεται στην ελαφρά αύξηση που σημείωσαν οι ονομαστικοί μισθοί στην Ελλάδα το 2016.
-Μεταρρυθμίσεις: η Ελλάδα παραμένει στην κορυφή της βαθμολογίας σε ό,τι αφορά την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων. Η βαθμολογία της είναι 7,7 το 2016, χωρίς να έχει μεταβληθεί σε σύγκριση με το 2015. Στην έκθεση, ωστόσο, διατυπώνεται έντονος προβληματισμός για τη στασιμότητα αυτή. “Για την Ισπανία και την Ιρλανδία δεν ανησυχούμε ιδιαιτέρως για το γεγονός ότι ανταποκρίνονται λιγότερο στις συστάσεις για τις μεταρρυθμίσεις. Αν και χρειάζεται να γίνουν πολλά ακόμη σε αυτές τις χώρες, έχουν προχωρήσει τόσο και μπορούν να αντέξουν έναν βραδύτερο ρυθμό αλλαγών, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι δεν αντιστρέφουν προηγούμενες μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, για οικονομίες με πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις, όπως είναι η ελληνική,η χαλάρωση της μεταρρυθμιστικής προόδου μοιάζει επικίνδυνη”, υπογραμμίζουν οι Berenberg Bank και το LisbonCouncil.