Ο Γιάννης Μπαλάφας μιλώντας στον realfm 97,8 σχολίασε το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών, χαρακτηρίζοντας πολύ ανησυχητική την άνοδο της ακροδεξιάς. «Το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών χαρακτηρίζεται από την πολύ ανησυχητική άνοδο της ακροδεξιάς ενώ και τα δύο κόμματα του κλασικού δικομματισμού υπέστησαν μια μεγάλη πτώση, δεν ικανοποιεί το πολιτικό σύστημα και επομένως η συζήτηση για να αλλάξει η Ευρώπη είναι πιο επίκαιρη από ποτέ», είπε ο υφυπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, προσθέτοντας: ότι «όταν σε ένα υπαρκτό πρόβλημα, όπως το προσφυγικό, η κύρια κατεύθυνση για να το αντιμετωπίσεις είναι να μαλακώσεις μια αντιρατσιστική πρακτική και ρητορική σου, μια πολιτική αρχών για ένα δημοκρατικό κόμμα και να "ερωτοτροπήσεις" στο όνομα της πολιτικής σκοπιμότητας με ξενοφοβικές, ρατσιστικές απόψεις, αλλά και να εθίζεις τον κόσμο στις απόψεις αυτές, ο κόσμος θα πάει στο αυθεντικό, πράγμα το οποίο έγινε και στη Γερμανία».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το μεγάλο κοινωνικό, πολιτικό, δικαιωματικό πρόβλημα που λέγεται μετανάστευση και προσφυγική κρίση σε σχέση με την Ευρώπη, δεν μπορεί να αγνοηθεί. Πρέπει να συνηθίσουμε ότι ο κόσμος είναι ανοιχτός, είναι ένας και όπου υπάρχει πόλεμος και οι βόμβες πέφτουν στα παιδιά σου ή πεινάς, θα ξεκινήσεις να πας εκεί όπου είναι λίγο ή πολύ καλύτερα».
Ο κ. Μπαλάφας επισήμανε παράλληλα ότι «πάνω στους φόβους αυτούς, από οικονομική, ψυχολογική άποψη απέναντι στο διαφορετικό, παίζουν τα ακροδεξιά κόμματα και έχουν μικρά ή μεγαλύτερα κέρδη από αυτό. Τα άλλα κόμματα του κλασσικού δικομματισμού, τι κάνουν, υποχωρούν στην ατζέντα της ακροδεξιάς».
Στο ερώτημα πώς μπορεί να βλάψει πρακτικά την Ελλάδα αυτό το αποτέλεσμα, και αν μπορεί η Μέρκελ να μας επιστρέψει πρόσφυγες που έχουν πάει εκεί, το κυβερνητικό στέλεχος απάντησε:
«Νομίζω ότι η Μέρκελ, παρά την πίεση που της έχουν ασκήσει τα ακροδεξιά κόμματα, κράτησε σε πολλές περιπτώσεις μια στάση αρχών. Μπορεί εμείς να μην είμαστε ευχαριστημένοι και να θέλουμε περισσότερες οικογενειακές επανενώσεις, μεγαλύτερη πίεση στις χώρες του Βίσεγκραντ για μετεγκαταστάσεις κλπ., αλλά δεν θα κάνει πίσω σε αυτό το θέμα», σημείωσε ο υφυπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής,
Και συμπλήρωσε: «Με βάση τα δεδομένα και τις συμφωνίες που υφίστανται, οι μόνοι που μπορεί η Γερμανία να στείλει πίσω στις χώρες πρώτης υποδοχής είναι αυτοί που παρανόμως βρίσκονται στη Γερμανία».
Σχετικά με τις αυξημένες ροές στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα, ο κ. Μπαλάφας τόνισε πως «είναι γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα έχουν αυξηθεί οι ροές προς τη χώρα μας. Ανησυχούμε, παρακολουθούμε, παίρνουμε μέτρα ελέγχου της κατάστασης, αλλά το δύσκολο είναι ότι ενώ μπήκαν σε μια τάξη τα πράγματα στην ενδοχώρα αλλά και στα νησιά, επάνω στο δίμηνο υπήρχε πάλι μια αλλαγή. Το σύστημα στη γειτονική μας χώρα αποφάσισε ότι πρέπει να ενισχύσει τις ροές, γιατί ήθελε να στείλει ένα μήνυμα στην Ευρώπη, που τους στριμώχνει με το κουρδικό ζήτημα κλπ. Υπάρχουν αυτές οι αιτίες, όπως και οι ανακατατάξεις που γίνονται στη Συρία».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «υπάρχει εδώ μια ιδιομορφία που πρέπει να επισημάνουμε. Μόλις για παράδειγμα, στείλουμε 250 ανθρώπους από τη Σάμο στην ενδοχώρα, την άλλη μέρα θα μας στείλουν άλλους 250 γιατί ελέγχουν οι λαθροδιακινητές, το σύστημα της διακίνησης. Αυτό που χρειάζεται και θα γίνει το επόμενο διάστημα, γιατί υπήρχε μια δυσκολία, είναι οι επιστροφές αυτών που δεν παίρνουν άσυλο, στην Τουρκία.
«Αυτό», πρόσθεσε, «καθυστερούσε γιατί γινόταν από Έλληνες και Σύρους νομικούς, ενστάσεις για το εάν η Τουρκία είναι ασφαλής χώρα για την επιστροφή τους εκεί, πράγμα που έπρεπε να αποφασιστεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Παίρνουμε λοιπόν μέτρα προς όλες τις κατευθύνσεις. Πρέπει να έχουμε όμως στο νου μας ότι αυτό που λέμε αποσυμφόρηση των νησιών εδώ και τώρα, δυστυχώς δεν γίνεται».
«Έχουμε από το 1990, 600.000 νόμιμους πλέον μετανάστες που ήρθαν με τον Σαμαρά και μετά λόγω των Ολυμπιακών έργων που ζητούσαν φθηνά εργατικά χέρια, είναι ένα μεγάλο νούμερο. Αυτό μας δείχνει ότι με τη μετανάστευση και την προσφυγιά πρέπει να μάθει να ζει η Ευρώπη και να συνδιαλέγεται», επσήμανε το κυβερνητικό στέλεχος, καταλήγοντας:
«Δεν χρειάζεται να κρύβουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Χρειαζόμαστε μετανάστες; Θα δεχθούμε πρόσφυγες; Πρέπει να υπάρξουν νόμιμοι δρόμοι για να έρχονται οι άνθρωποι, δεν χρειάζεται να πνίγονται και να γίνονται θύματα των διακινητών».