Η στροφή του παραγωγικού προτύπου προς τις εξαγωγές σηματοδοτεί την εμβάθυνση της εξαγωγικής δραστηριότητας της ελληνικής μεταποίησης, που δημιουργεί καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας με υψηλότερες εξειδικεύσεις, τονίζει ο ΣΕΒ στην εβδομαδιαία ανάλυσή του.
Οπως σημειώνει, η Ελλάδα εισάγει σήμερα πολλά τελικά προϊόντα που θα μπορούσαν δυνητικά να παράγονται εδώ υποκαθιστώντας εισαγωγές. Η χρήση ελληνικών ενδιάμεσων προϊόντων στις εξαγωγές τρίτων χωρών είναι επίσης περιορισμένη σε σχέση με άλλες χώρες.
Mε την εξαίρεση των βασικών μετάλλων και των χημικών που έχουν ενταχθεί ικανοποιητικά σε διεθνείς μεταποιητικές αλυσίδες αξίας, η Ελλάδα συμμετέχει μόνο οριακά σε αυτές. Στο πλαίσιο αυτό, και για να μπορέσει η ελληνική μεταποίηση να αυξήσει το βαθμό ενσωμάτωσης της στην παγκόσμια παραγωγική διαδικασία, η Ελλάδα καλείται να αναπτύξει υποδομές γνώσης και καινοτομίας υψηλού επιπέδου για να γίνει πόλος έλξης ξένων νεωτεριστικών επενδύσεων και χώρα-κόμβος αναφοράς στις διεθνείς αλυσίδες αξίας.
Σύμφωνα με σχετική ανάλυση του ΚΕΠΕ, η Ελλάδα στον τομέα αυτό παρουσιάζει μια μικτή εικόνα καθώς, από την μια πλευρά,
- είναι 4η διεθνώς (μεταξύ 33 χωρών) στη συμμετοχή των νέων 20 ετών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση
- είναι 6η διεθνώς (μεταξύ 44 χωρών) σε αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις φυσικές επιστήμες και τη μηχανολογία, που αντιπροσωπεύουν το 26% όλων των αποφοίτων, αλλά
- διαθέτει μόνο 5,8 ανά 1000 άτομα πληθυσμού ηλικίας 25-64 με διδακτορικό και βρίσκεται στην 21η θέση σε 34 χώρες στη σχετική κατάταξη, και,
- διαθέτει μόνο 7,5 ερευνητές και 10,8 εργαζόμενους στην έρευνα και ανάπτυξη (ερευνητές, τεχνικούς και υποστηρικτικό προσωπικό) ανά 1000 απασχολούμενους (21η σε 36 χώρες και 24η σε 34 χώρες αντιστοίχως), ενώ, επίσης,
- μόνο το 13,9% των ερευνητών απασχολούνται σε επιχειρήσεις (τελευταία σε 36 χώρες, σε 30 από τις οποίες το ποσοστό είναι πάνω από 30%), με το 65,2% και το 19,9% των ερευνητών να απασχολούνται στην εκπαίδευση και το δημόσιο αντιστοίχως.
- είναι 32η σε 37 χώρες όσον αφορά στην άμεση κρατική χρηματοδότηση των δαπανών των επιχειρήσεων, και τη χορήγηση φορολογικών κινήτρων, για έρευνα και ανάπτυξη
- είναι τελευταία (37η) στις δαπάνες των επιχειρήσεων για έρευνα και ανάπτυξη.
Ταυτόχρονα, η μεταποίηση για να παίξει τον αναπτυξιακό της ρόλο στην ελληνική οικονομία θα πρέπει να απελευθερωθεί από τα πλοκάμια της θεσμικής ανεπάρκειας και του δυσβάσταχτου κόστους παραγωγής σε σχέση με άλλες χώρες (υπερφορολόγηση, υψηλό μη μισθολογικό κόστος, υψηλό κόστος ενέργειας, υψηλό κόστος συμμόρφωσης προς το εποπτικό πλαίσιο, στρεβλώσεις και καθυστερήσεις στην αδειοδοτική διαδικασία, κ.ο.κ.), έτσι ώστε να ενισχυθεί το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα στις διεθνείς αγορές, καταλήγει.