Διάλογο για το μέλλον της εργασίας ξεκινά πρωτοβουλία του ΣΕΒ δηλώνοντας πως πρόκειται για την αφετηρία μιας σειράς δημόσιων παρεμβάσεων του ΣΕΒ γύρω από τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν την Ελληνική αγορά εργασίας.
Ο διάλογος θα αναπτυχθεί σε τέσσερις θεματικούς άξονες:
α) Τη θέση της εργασίας στην κοινωνία,
β) Τις νέες μορφές απασχόλησης και τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της εξαρτημένης εργασίας,
γ) Τις νέες μορφές οργάνωσης της εργασίας στις επιχειρήσεις και τη σχέση τους με τις νέες μεθόδους παραγωγής και
δ) Τη διακυβέρνηση της ρύθμισης της αγοράς εργασίας.
Ο ΣΕΒ στην ανάλυσή του σχολιάζει πως πρόκειται για την αφετηρία μιας σειράς δημόσιων παρεμβάσεων του ΣΕΒ γύρω από τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν την Ελληνική αγορά εργασίας.
Σειρά έχει την επόμενη εβδομάδα, στις 24 Οκτωβρίου 2017, το Συνέδριο που θα διοργανωθεί από τον Σύνδεσμο με τίτλο "Το μέλλον της εργασίας μετά το Μνημόνιο", ενώ θα ακολουθήσουν πολλές ειδικότερες μελέτες και προτάσεις που αφορούν στο πλαίσιο κανόνων που διέπουν τις σχέσεις εργοδοτών και εργαζομένων, τις δεξιότητες αιχμής στην αγορά εργασίας και τα συστήματα βελτίωσης της επιχειρησιακής απόδοσης.
Στόχος μας, σχολιάζει ο ΣΕΒ, είναι έως το τέλος του 3ου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, τον Αύγουστο του 2018, να έχουμε παρουσιάσει στην Ελληνική κοινωνία, στην Πολιτεία και τους υπόλοιπους κοινωνικούς εταίρους, μια ξεκάθαρη, πειστική και οραματική πρόταση για ένα σύγχρονο, ευέλικτο και παραγωγικό εργασιακό περιβάλλον που θα υπηρετεί μια ανοιχτή, διεθνώς ανταγωνιστική οικονομία.
Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση η οποία είναι ήδη σε εξέλιξη φαίνεται ότι θα επιφέρει τεκτονικές αλλαγές τόσο στην μορφή όσο και στην οργάνωση της εργασίας. Η Ελλάδα πρέπει πάση θυσία να αποφύγει τον εγκλωβισμό της στην κατηγορία των χωρών που θα διαθέτουν στην πλειονότητά τους θέσεις χαμηλής ειδίκευσης και αμοιβής. Ο τρόπος λειτουργίας της αγοράς εργασίας σε αυτό το πλαίσιο είναι κομβικός.
Στην Ελλάδα του 2017 η δημιουργία πολλών, ποιοτικών θέσεων εργασίας αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η κοινωνία μας. Συνεπώς μια συζήτηση με αυτό τον στόχο, δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει με όρους παρελθόντος, καθώς η υψηλή διαρθρωτική ανεργία των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού προϋπήρχε της κρίσης και ήταν αποτέλεσμα μιας δύσκαμπτης και μη ανταγωνιστικής αγοράς εργασίας.
Αυτό συνέβη επειδή ήδη τότε υπήρχαν ουσιαστικές και θεμελιώδεις αδυναμίες στο ρυθμιστικό πλαίσιο που καθόριζε τη λειτουργία της αγοράς εργασίας, αλλά και λόγω του ευρύτερου τρόπου με τον οποίο η Πολιτεία αντιμετώπιζε τη μισθωτή εργασία στον ιδιωτικό τομέα.
Μάλιστα, μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι αυτή η αντιμετώπιση της εργασίας στον ιδιωτικό τομέα αποτέλεσε βασική αιτία για την εκδήλωση της κρίσης αλλά και το μεγάλο πλήγμα που αυτή έφερε στην αγορά εργασίας.
Στη συζήτηση για το μέλλον της εργασίας συνεπώς πρέπει να αξιολογήσουμε έντιμα και ανοιχτά τους λόγους για τους οποίους ήδη πριν την κρίση η Ελλάδα δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει πλήρως το ανθρώπινο δυναμικό της και γιατί οι θέσεις εργασίας που υπήρχαν αποδείχθηκαν τόσο ευάλωτες, ενώ δε συνέβη το ίδιο σε άλλες χώρες.
Και να αξιολογήσουμε τα μαθήματα που μας δίνει η κρίση καθώς θα εξετάζουμε πως θα εξασφαλίσουμε ότι αύριο όλοι οι πολίτες της χώρας θα έχουν την ευκαιρία και τα εφόδια να αξιοποιήσουν τις σημαντικές ευκαιρίες που προσφέρει το μέλλον που έρχεται.
Στόχο πρέπει να αποτελέσει ο σχεδιασμός και η υλοποίηση πολιτικών που θα επιτρέψουν την έγκαιρη προσαρμογή των επιχειρήσεων και του εργατικού δυναμικού στις αλλαγές. Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στους τομείς της μεταποίησης και των υπηρεσιών τεχνολογίας, που βρίσκονται στο επίκεντρο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, ώστε να αναπτυχθούν περαιτέρω και να αποτελέσουν υπόδειγμα ανασυγκρότησης και των λοιπών τομέων της οικονομίας.