Η επιστροφή σε θετικό πρόσημο του ρυθμού ανάπτυξης το 2014 ήταν σε σημαντικό βαθμό αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, και της σταδιακής μείωσης της εντάσεως της δημοσιονομικής προσαρμογής. Το τελευταίο συνιστά μια εκτίμηση του δημοσιονομικού ισοζυγίου απαλλαγμένη από την επίδραση του οικονομικού κύκλου επί των δαπανών και των εσόδων. Το μέγεθος αυτό ανήλθε στο 2,3% του ΑΕΠ το 2012, σε 5,1% του ΑΕΠ το 2013 και 5,4% του ΑΕΠ το 2014. Η ένταση της δημοσιονομικής προσαρμογής μεταξύ 2013-2014 μειώθηκε σε μόλις κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες, περιορίζοντας τις συσταλτικές επιπτώσεις επί της συνολικής δαπάνης. Τα προηγούμενα χρόνια η προσαρμογή αυτή ήταν 3,6% του ΑΕΠ μεταξύ 2011 και 2012 και 2,8% του ΑΕΠ μεταξύ 2012 και 2013.
Παράλληλα, η διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας οδήγησε σε ορατή βελτίωση των προσδοκιών και του οικονομικού κλίματος, κατά μέσο όρο, μεταξύ των δύο τελευταίων ετών. Η βελτίωση αυτή ενίσχυσε την ιδιωτική κατανάλωση που είχε θετική συμβολή στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν.
Σύμφωνα με το εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, η ανωτέρω ανάλυση συνεπάγεται ότι μία αναθεώρηση προς τα κάτω των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα των επομένων ετών, στο πλαίσιο ενός προγράμματος, μπορεί να οδηγήσει σε εξαφάνιση του παράγοντα της δημοσιονομικής συστολής μέσω της εκλογίκευσης της φορολογικής επιβάρυνσης, αποδεσμεύοντας πόρους και επιταχύνοντας έτσι αποφασιστικά την αναπτυξιακή διαδικασία. Η συνακόλουθη αποκλιμάκωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ είναι καθοριστικής σημασίας για τη βελτίωση των προσδοκιών στις διεθνείς αγορές σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Μετά την ανοδική πορεία που ακολούθησε κατά το 2014 ο Γενικός Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (ESI) για την Ελλάδα, τον Ιανουάριο 2015 υποχώρησε στις 95,3 μονάδες από 99,1 μονάδες τον περασμένο Δεκέμβριο. Η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη, εξαιτίας της αβεβαιότητας που επικράτησε κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Οι ανησυχίες των επενδυτών κατά την περίοδο αυτή αποτυπώθηκαν και στην υψηλή μεταβλητότητα των μετοχικών αξιών και των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων.
Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο που προκύπτει με βάση τα αναλυτικά στοιχεία του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος είναι το γεγονός ότι τον Ιανουάριο 2015 παρατηρείται διαφοροποίηση στη συμπεριφορά ανάμεσα στον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, ο οποίος βελτιώθηκε έναντι του προηγούμενου μήνα, και στις προσδοκίες των επιχειρήσεων, οι οποίες υποχώρησαν.
Ειδικότερα, ο δείκτης Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης βελτιώθηκε στις -49,3 μονάδες τον Ιανουάριο 2015, από -53,9 τον Δεκέμβριο 2014 και βρίσκεται σε σημαντικά υψηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο 2014 (-62,7). Παρατηρείται δε, βελτίωση σχεδόν σε όλες τις κύριες συνιστώσες που απαρτίζουν τον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζει την αισιοδοξία των νοικοκυριών.
Αντίθετα, εντείνονται οι αποπληθωριστικές προσδοκίες των νοικοκυριών, καθώς ο σχετικός δείκτης υποχώρησε στις -7,1 μονάδες, από -4,0 τον Δεκέμβριο 2014.
Ωστόσο, η ιδιωτική κατανάλωση σταθεροποιήθηκε σταδιακά από το δεύτερο τρίμηνο 2014, καθώς αυξήθηκε κατά 0,7% σε ετήσια βάση, και ενισχύθηκε σημαντικά το τρίτο τρίμηνο 2014 κατά 3,6%. Η συνέχιση της ανοδικής πορείας της ιδιωτικής κατανάλωσης το τέταρτο τρίμηνο 2014 επιβεβαιώνεται από την πορεία ορισμένων δεικτών οικονομικής συγκυρίας: (i) τον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης που βελτιώθηκε στις -51,6 μονάδες, έναντι -52,7 μονάδες το τρίτο τρίμηνο 2014 και -65,4 μονάδες το τέταρτο τρίμηνο 2013, (ii) τον γενικό δείκτη όγκου των λιανικών πωλήσεων που αυξήθηκε κατά 0,3% σε ετήσια βάση το δίμηνο Οκτωβρίου-Νοεμβρίου 2014 έναντι αντίστοιχου διαστήματος πέρυσι, (iii) την υποχώρηση του ποσοστού ανεργίας στο 25,8% τον Οκτώβριο 2014, (iv) τη μείωση της τιμής του πετρελαίου και την υποτίμηση του ευρώ.
Συνεπώς, το 2014 συνολικά αναμένεται αύξηση της κατανάλωσης περί το 1,5%.
Η καταναλωτική δαπάνη θα ενισχυθεί περαιτέρω άνω του 2% το 2015.
Πιστωτική Επέκταση
Ο ετήσιος ρυθμός μείωσης της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα διαμορφώθηκε σε 3,1% τον Δεκέμβριο 2014 (€212 δισ.), έναντι ισόποσης σχεδόν μείωσης κατά 3,0% τον Νοέμβριο 2014. Παρουσίασε, ωστόσο, αισθητή βελτίωση συγκριτικά με τον Δεκέμβριο 2013 (-3,9%). Σημειώνεται ότι, η συνολική χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα στη ΖτΕ βελτιώθηκε ελαφρώς, καθώς ο ρυθμός μείωσης περιορίσθηκε κατά 0,5% τον Δεκέμβριο 2014 έναντι μείωσης κατά 0,9% τον Νοέμβριο 2014.
Καταθέσεις
Η υποχώρηση του οικονομικού κλίματος τον Δεκέμβριο 2014 και η αύξηση του συστημικού κινδύνου προκάλεσε σημαντική εκροή καταθέσεων (περίπου €4 δισ. εκ των οποίων τα €1,8 δισ. αφορούσε καταθέσεις νοικοκυριών). Κατά συνέπεια το υπόλοιπο των ιδιωτικών καταθέσεων υποχώρησε στα €160,3 δισ. τον Δεκέμβριο 2014, έναντι €164,3 δισ. τον Νοέμβριο 2014 και €163,3 δισ. τον Δεκέμβριο 2013.
Εφόσον αποκατασταθεί το κλίμα εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία και αποσοβηθούν σύντομα οι αβεβαιότητες σχετικά με τις οικονομικές προοπτικές της χώρας, αναμένεται ότι θα σημειωθεί επιστροφή καταθέσεων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, η οποία αν δεν υπερκαλύψει την απώλεια των δύο τελευταίων μηνών, τουλάχιστον θα την εξουδετερώσει σε μεγάλο βαθμό. Η επανάκαμψη των ιδιωτικών καταθέσεων με τη σειρά της, θα λειτουργήσει θετικά στη δημιουργία νέων δανείων μεσοπρόθεσμα και θα ενισχύσει την πιστοδοτική δραστηριότητα των τραπεζών.