Το λάθος του στον υπολογισμό των επιβαρύνσεων από τους τόκους παραδέχτηκε με ανακοίνωση ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, Παναγιώτης Λιαργκόβας. Σημειώνεται ότι η Εφημερίδα των Συντακτών αποκάλυψε στη σημερινή της έκδοση πως το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής χρησιμοποίησε στοιχεία που είχε στείλει ο ΟΔΔΗΧ το 2014 στη Βουλή.
Υπενθυμίζεται ότι ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος χαρακτήρισε λανθασμένες τις εκτιμήσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, για το ύψος των τόκων που καλείται να πληρώσει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια.
Παράλληλα, σε ανακοίνωσή του, το υπουργείο Οικονομικών επέμεινε ότι «οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες τόκων που αναφέρονται στην τριμηνιαία έκθεση Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2017 του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (σελ. 12) δεν είναι ακριβείς».
Θέση για το ζήτημα πήρε και ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, ο οποίος εξέφρασε την έκπληξή του για «τη χρήση μη έγκυρων στοιχείων και τη συνακόλουθη δημιουργία επικοινωνιακών εντυπώσεων» σε ό,τι αφορά το στοιχείο που αναφέρεται στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή για επιβάρυνση με τόκους 84,3 δισ. ευρώ στο χρονικό διάστημα 2020-2026.
Αναλυτικά η ανακοίνωση Λιαργκόβα:
«Μόνιμη μέριμνα του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), εδώ και πέντε περίπου χρόνια, είναι η διατύπωση εμπεριστατωμένων εκτιμήσεων και προβλέψεων σχετικά με τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας με τη μεγαλύτερη δυνατή επιστημονική ακρίβεια.
Ως εκ τούτου το ΓΠΚΒ διευκρινίζει τα εξής:
Τα στοιχεία που αναφέρονται στην τελευταία έκθεση αποτελούν μελλοντικές εκτιμήσεις των χρηματοδοτικών αναγκών για την αποπληρωμή των τόκων της περιόδου 2020-2026 και στηρίχθηκαν σε επίσημα στοιχεία που είχαν κατατεθεί στη Βουλή των Ελλήνων το 2014.
Στις προαναφερόμενες εκτιμήσεις δεν υπολογίστηκαν οι ελαφρύνσεις που προκύπτουν από βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες συμφωνίες, οι οποίες ενδεχομένως να υπάρχουν σε επικαιροποιημένες ενημερώσεις, που όμως δεν ήταν στη διάθεση του ΓΠΚΒ κατά τη διάρκεια της κατάρτισης της πρόσφατης τριμηνιαίας έκθεσής του.
Αποδεχόμαστε την κριτική που ασκήθηκε στις εκτιμήσεις της τελευταίας έκθεσής μας αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία της θέσης που υποστηρίζει το ΓΠΚΒ: εάν δεν προκύψουν μακροπρόθεσμες ελαφρύνσεις και ρυθμίσεις ικανές να απεγκλωβίσουν το ελληνικό κράτος από τις παγίδες που επιφέρει το υψηλό χρέος, μακροπρόθεσμα η βιωσιμότητα του χρέους τίθεται υπό σοβαρή διακινδύνευση ή ακόμη δεν είναι εφικτή.
Εν κατακλείδι, καθώς ο χρόνος λήξης του Προγράμματος Προσαρμογής (Μνημόνιο) πλησιάζει και θα ανοίξει ένας νέος κύκλος διαπραγματεύσεων με θέμα την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμο, και καθώς το ζήτημα του χρέους είναι εθνικό, απαιτείται να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον συναίνεσης και σύμπραξης όλων των δυνάμεων, πολιτικών και τεχνοκρατικών, για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής λύσης για τη χώρα μας. Αυτή είναι και η ουσία της θέσης του ΓΠΚΒ όπως αποτυπώθηκε στη σχετική τριμηνιαία έκθεση».