Στο φαινόμενο της "πόλωσης" των επαγγελματικών δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας στον κόσμο, αλλά και στην Ελλάδα, αναφέρεται το τελευταίο οικονομικό δελτίο του ΣΕΒ που παρατηρεί πως μεγαλώνει το χάσμα στις δεξιότητες και στις αμοιβές των εργαζομένων.
Το φαινόμενο της "πόλωσης" της απασχόλησης περιγράφεται ως μια κατάσταση όπου η κατανομή της απασχόλησης κατά δεξιότητα χαρακτηρίζεται από συρρίκνωση ευκαιριών απασχόλησης για μεσαίες δεξιότητες (με μισθούς μέσου επιπέδου) και επέκταση για υψηλές και χαμηλές δεξιότητες (με υψηλούς και χαμηλούς μισθούς αντιστοίχως), λόγω εισαγωγής αυτοματισμών στην εργασία.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, κατεγράφη πόλωση προς την αντίθετη κατεύθυνση λόγω της σφοδρότητας της ύφεσης και διαρθρωτικών παραγόντων που ευνόησαν τη δραστηριότητα σε ορισμένους κλάδους. Η ύφεση, δηλαδή, είχε ως κύριο αποτέλεσμα τη μείωση των υψηλών δεξιοτήτων παντού (που σχετίζονται και με την έξαρση και του φαινομένου της μετανάστευσης των υψηλών εξειδικεύσεων στο εξωτερικό - brain drain) και την οριακή αύξηση των μεσαίων δεξιοτήτων στους κλάδους που επηρεάστηκαν θετικά από εξωγενείς παράγοντες (αντισταθμίζοντας την πτώση που θα υπήρχε λόγω της τεράστιας ύφεσης).
Με άλλα λόγια, η ύφεση στην Ελλάδα οδήγησε σε αύξηση των επαγγελμάτων μεσαίων δεξιοτήτων, εξωθώντας πολλά στελέχη με υψηλές δεξιότητες να αναζητήσουν αλλού καλύτερες ευκαιρίες.
Όπως αναφέρει ο ΣΕΒ, σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η ανάκαμψη της απασχόλησης έχει μικτά χαρακτηριστικά. Είναι ταχύτερη απ’ ό,τι θα ήταν χωρίς την επίδραση των εξωγενών παραγόντων, αλλά ταυτόχρονα όχι τόσο ταχεία όσο απαιτείται, διότι υπάρχει ζήτημα αναντιστοιχίας δεξιοτήτων, καθώς άλλαξε βίαια το παραγωγικό πρότυπο (χιλιάδες λουκέτα) όταν μηδενίσθηκαν τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Χωρίς επανακατάρτιση και ανάπτυξη, χιλιάδες άνεργοι θα δυσκολευτούν να βρουν δουλειές.Και οι 360.000 που είναι άνεργοι πάνω από 4 χρόνια είναι η πιο προβληματική ομάδα που θέτει ένα τεράστιο κοινωνικό ζήτημα που χρήζει αντιμετώπισης. Όσον αφορά στις επιπτώσεις στην άσκηση πολιτικής ενόψει και της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, η πόλωση της απασχόλησης απαιτεί να συνεχισθεί η έμφαση στην εκπαίδευση και κατάρτιση ανθρώπων ώστε να αποκτήσουν υψηλές δεξιότητες που να αντιστοιχούν στις νέες ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Συγκεκριμένα και με βάση τα κύρια σημεία της ανάλυσης του ΣΕΒ:
Τις τελευταίες δεκαετίες, οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, σε συνδυασμό με την παγκοσμιοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας, έχουν επηρεάσει την κατανομή των δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας. Το μερίδιο της απασχόλησης σε επαγγέλματα μεσαίου επιπέδου δεξιοτήτων (ή επαγγέλματα που μπορούν να αντικατασταθούν από μηχανήματα και ηλεκτρονικούς υπολογιστές) έχει μειωθεί σημαντικά προς όφελος των επαγγελμάτων υψηλού και χαμηλού επιπέδου δεξιοτήτων.
Αυτή η "πόλωση" της απασχόλησης ενισχύει την ανισότητα καθώς μειώνεται η ζήτηση για δουλειές με μεσαίους σχετικά μισθούς και αυξάνεται η ζήτηση για δουλειές πνευματικού (με υψηλές αμοιβές) ή χειρωνακτικού (με χαμηλές αμοιβές) χαρακτήρα.
Στην περίοδο της κρίσης και της ύφεσης στην παγκόσμια οικονομία, το φαινόμενο της πόλωσης εντάθηκε και δυσκόλεψε την ανάκαμψη της απασχόλησης. Στην Ελλάδα, την τελευταία 20ετία παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο πόλωσης στην αγορά εργασίας του ιδιωτικού τομέα (μείωση των μεσαίων δεξιοτήτων), σε μικρότερο, όμως βαθμό απ’ ό,τι διεθνώς.
Πράγματι, στην Ελλάδα, οι υπηρεσίες, και ιδίως ο τουρισμός και το εμπόριο, όχι μόνο κατέγραψαν πόλωση προς την αντίστροφη κατεύθυνση, (όπως έγινε διεθνώς), αλλά έχουν και πολύ μεγαλύτερο μέγεθος απ’ ό,τι στον υπόλοιπο κόσμο.
Ειδικότερα, στη βιομηχανία έχουμε μείωση του μεριδίου των μεσαίων δεξιοτήτων και αύξηση του μεριδίου των υψηλών δεξιοτήτων ενώ στον τουρισμό και το εμπόριο έχουμε το αντίστροφο φαινόμενο με μείωση του μεριδίου των υψηλών δεξιοτήτων και αύξηση του μεριδίου των μεσαίων δεξιοτήτων. Η εξέλιξη αυτή δεν ήταν βαθμιαία. Εμφανίζεται με ένταση στη διάρκεια της κρίσης και υπερβαίνει τη λειτουργία του συνήθους οικονομικού κύκλου και των τεχνολογικών εξελίξεων. Αντανακλά τη διαρθρωτική ασυνέχεια που προκάλεσε η άνοδος του τουρισμού και συναφών εμπορικών δραστηριοτήτων εν μέσω μιας τεράστιας απώλειας εισοδημάτων και απασχόλησης.
Η άνοδος των υπηρεσιών μετρίασε την αρνητική επίπτωση της ύφεσης στην απασχόληση. Οδήγησε, επίσης, σε αύξηση του μεριδίου των επαγγελμάτων μεσαίων δεξιοτήτων καθώς η κρίση εξώθησε πολλά στελέχη με υψηλές δεξιότητες να αναζητήσουν αλλού καλύτερες ευκαιρίες.
Απ΄το 2008 έως το 2012, οι εργαζόμενοι υψηλών δεξιοτήτων μειώθηκαν κατά τα 2/3 περίπου στον τουρισμό και το εμπόριο, και λίγο πάνω από το 1/3 στη μεταποίηση, μεταφέροντας πόρους για την απασχόληση εργαζομένων μεσαίων δεξιοτήτων.
Στη φάση της ανάκαμψης, η οικονομία δημιουργεί γύρω στις 130.000 νέες θέσεις εργασίας κάθε χρόνο. Λόγω, όμως του εξωγενούς χαρακτήρα της ανάκαμψης (τουρισμός και εξαγωγές), η βελτίωση στον τομέα της απασχόλησης μπορεί να έχει πρόσκαιρο χαρακτήρα, εκτός και αν ενισχυθεί με επενδύσεις ιδίως στους εξωστρεφείς κλάδους, δηλαδή στη βιομηχανία.
Αναλυτικότερα, για την περίπτωση της Ελλάδας, ο ΣΕΒ σημειώνει τα εξής:
Στην Ελλάδα, η κρίση δημοσίου χρέους το 2010 είχε ως αποτέλεσμα η ύφεση να προσλάβει τεράστιες διαστάσεις και η μετέπειτα ανάκαμψη της οικονομίας να είναι πολύ πιο αργή, σε σχέση με άλλες χώρες. Στην περίοδο της κρίσης σημειώθηκαν μεγάλες διαρθρωτικές ασυνέχειες. Πρώτον, η δομή του παραγωγικού προτύπου μετεξελίχθηκε βίαια όταν διακόπηκε ο ξένος δανεισμός που τροφοδοτούσε τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα και συνακόλουθα τη διόγκωση των παραδοσιακών προστατευμένων κλάδων των διεθνώς μη εμπορεύσιμων. Η προσαρμογή αυτή, είχε ως αποτέλεσμα τη δραστική μείωση του κύκλου εργασιών πολλών επιχειρήσεων των παραδοσιακών κλάδων της οικονομίας μέσω της εσωτερικής υποτίμησης, που οδήγησε την ανεργία σε 27% περίπου το 2013, πριν αρχίσει να αποκλιμακώνεται στη μετέπειτα περίοδο. Δεύτερον, η όποια ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας από το 2013 και μετά, πέραν της λειτουργίας του συνήθους οικονομικού κύκλου και των μακροχρόνιων διαρθρωτικών ανακατατάξεων στην παγκόσμια οικονομία λόγω τεχνολογικών εξελίξεων, ενισχύθηκε με διαρθρωτικές αλλαγές, κύρια εκ των οποίων ήταν η εγκαθίδρυση υψηλής θεσμικής ευελιξίας στην αγορά εργασίας. Ενισχύθηκε, όμως, και με κλαδικές αναδιατάξεις. Η ανάκαμψη ενισχύθηκε κυρίως από τη μεγάλη άνοδο του εξωτερικού τουρισμού αλλά και από την ενίσχυση του κλάδου της εφοδιαστικής αλυσίδας με επίκεντρο το λιμάνι του Πειραιά. Η ιδιωτικοποίηση, μεταμόρφωσε σταδιακά, τη χώρα σε διεθνές κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου. Το αποτέλεσμα αυτών των διεργασιών είναι ότι η ανάκαμψη της απασχόλησης δεν έχει μόνο στοιχεία οικονομικού κύκλου/τεχνολογικών ανακατατάξεων, αλλά και στοιχεία έντονης αναδιάρθρωσης της οικονομίας. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον έχουμε σχετικά αργή μείωση της ανεργίας.
Στην Ελλάδα, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η απασχόληση χαρακτηριζόταν από ένα δείκτη πόλωσης 36,7% (δηλαδή, το μερίδιο των υψηλών και χαμηλών δεξιοτήτων στο σύνολο της απασχόλησης, ήταν 36,7%, και αντιστοίχως, το μερίδιο των μεσαίων δεξιοτήτων 63,3%). Όπως και διεθνώς, η μεταποίηση είχε χαμηλό δείκτη πόλωσης (21,9%) και οι υπηρεσίες υψηλότερο (40,3% ο τουρισμός και 40,6% το εμπόριο). Μέχρι το ξέσπασμα της μεγάλης χρηματοοικονομικής κρίσης και ύφεσης, η πόλωση συνέχισε να αυξάνει (να μειώνονται δηλαδή τα μερίδια των μεσαίων δεξιοτήτων ρουτίνας σε όλους τους κλάδους λόγω τεχνολογικών εξελίξεων). Στο σύνολο της οικονομίας, ο δείκτης πόλωσης αυξάνει από 36,7% το 2002 σε 41,1% το 2008, και αντιστοίχως, σε όλους τους κλάδους παρατηρείται αύξηση της πόλωσης. Ενώ, όμως, στην μεταποίηση η μείωση των μεσαίων δεξιοτήτων οδηγεί σε αύξηση των υψηλών δεξιοτήτων, στον τουρισμό και το εμπόριο οδηγεί σε αύξηση των χαμηλών δεξιοτήτων, φαινόμενο που παρατηρείται διεθνώς. Στην διάρκεια της κρίσης και της ύφεσης, οι τάσεις αυτές ανατρέπονται. Ο ρυθμός αύξησης της πόλωσης όχι μόνο επιβραδύνεται αλλά και μειώνεται δραστικά. Στο σύνολο της απασχόλησης από 41,1% το 2008, η πόλωση μειώνεται στο 37,8% το 2016, με την πόλωση στη μεταποίηση να εξακολουθεί να αυξάνει αλλά με ασθενέστερους ρυθμούς, αλλά την πόλωση στον τουρισμό να μειώνεται δραστικά σε 22,3% το 2016 από 39,8% το 2008, και στο εμπόριο σε 15,8% το 2016 από 41,7% το 2008. Δηλαδή, οι μεσαίες δεξιότητες αυξάνονται ταχέως στον τουρισμό και το εμπόριο, ενώ στη μεταποίηση εξακολουθούν να μειώνονται αλλά με ασθενέστερο ρυθμό. Και βεβαίως η αύξηση του μεριδίου των μεσαίων δεξιοτήτων στις υπηρεσίες οδηγεί σε μείωση του μεριδίου των υψηλών δεξιοτήτων. Από 30% και 38% το 2008 στον τουρισμό και το εμπόριο αντίστοιχα, τα μερίδια των υψηλών δεξιοτήτων μειώνονται σε 10% και 14% το 2016, ενώ στη μεταποίηση το μερίδιο των υψηλών δεξιοτήτων παραμένει σε σχετικά υψηλό επίπεδο (18% το 2016 από 21% το 2008), υποδηλώνοντας την ανθεκτικότητα των επαγγελμάτων με υψηλές δεξιότητες στη μεταποίηση.
Αντίθετα, στις υπηρεσίες παρατηρείται μεγάλη μείωση του μεριδίου των επαγγελμάτων υψηλών δεξιοτήτων, καθώς λόγω της κρίσης και της ύφεσης σε πολλούς κλάδους των υπηρεσιών γίνονται περικοπές αμοιβών υψηλόμισθων στελεχών που, ενδεχομένως, μεταναστεύουν στο εξωτερικό προς αναζήτηση καλύτερης τύχης, δημιουργώντας έτσι χώρο για την πρόσληψη περισσότερων εργαζομένων μεσαίων δεξιοτήτων, σε συνδυασμό με την αυξητική τάση στον εξωτερικό τουρισμό και τις συναφείς εμπορικές δραστηριότητες, ιδίως μετά το 2012. Από την ανάλυση προκύπτει ότι ενώ η κρίση και η ύφεση οδήγησε σε μείωση της απασχόλησης σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, η μείωση του μεριδίου των υψηλών δεξιοτήτων εντοπίζεται κυρίως στους κλάδους των υπηρεσιών με μικρή μόνο υποχώρηση στη μεταποίηση.
Η παγκόσμια κρίση, που ξεκίνησε το 2007 με χρηματοοικονομικές αναταράξεις και κορυφώθηκε το 2009 με τη μεγαλύτερη ύφεση στην μεταπολεμική ιστορία που γνώρισε ο κόσμος, έφερε μαζί της και τους σπόρους της ανάκαμψης που ομολογουμένως ήταν μια σχετικά παρατεταμένη διαδικασία με ορισμένες χώρες να μην έχουν ανακάμψει πλήρως στα προ κρίσης επίπεδα. Στην περίοδο αυτή, παρατηρήθηκε ότι το φαινόμενο της "πόλωσης" της απασχόλησης έγινε πιο έντονο (σημαντική μείωση απασχόλησης σε επαγγέλματα όπου οι εργασίες ρουτίνας είναι ο κανόνας), και, ίσως, εξηγεί και την αργή μείωση της ανεργίας που παρατηρήθηκε στη φάση της ανάκαμψης στις αναπτυγμένες οικονομίες (ανάκαμψη χωρίς δημιουργία νέων θέσεων εργασίας - Maria E. Canon and Elise Marifian, "Job Polarization leaves Middle-skilled Workers out in the gold", Federal Reserve Bank of St. Louis, Jan 2013).
Σε περιόδους ύφεσης, το φαινόμενο της "πόλωσης" της απασχόλησης λαμβάνει εντονότερες διαστάσεις και σε κάποιο βαθμό μπορεί να εξηγεί τη βραδεία απορρόφηση της ανεργίας στη φάση της ανάκαμψης, καθώς η απασχόληση ανθρώπων με δεξιότητες μέσου επιπέδου μειώνεται και λόγω πιο εντατικής και εκτεταμένης εισαγωγής αυτοματισμών στην παραγωγή, ιδίως στους κλάδους που υφίστανται τη μεγαλύτερη επίδραση της κρίσης και της ύφεσης στην απασχόληση. Στην Ελλάδα, η διαδικασία αυτή ίσως είναι λιγότερο σημαντική, καθώς το χαμηλό επίπεδο επενδύσεων στην περίοδο της κρίσης δεν συνηγορεί στην τεχνολογική αναβάθμιση των επιχειρήσεων. Μεταξύ 2008 και 2012, η απασχόληση στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 915 χιλ. άτομα, εκ των οποίων 443 χιλ. ήταν μεσαίων δεξιοτήτων, 409 χιλ. υψηλών δεξιοτήτων και 63 χιλ. χαμηλών δεξιοτήτων. Στις μεσαίες δεξιότητες, η μεταποίηση υπέστη μείωση 142 χιλ. ατόμων (ή -35,3%), ενώ ο τουρισμός και το εμπόριο είχαν αντιθέτως μικρές αυξήσεις. Στις υψηλές, όμως, δεξιότητες η μεταποίηση υπέστη μείωση μόνο 44 χιλ. ατόμων (ή -39,3%), ενώ ο τουρισμός μείωση 57 χιλ. ατόμων (ή -59,4%) και το εμπόριο μείωση 213 χιλ. ατόμων (ή -66,1%). Οι εξελίξεις αυτές, όπως είναι προφανές, δεν έχουν παρά μόνο οριακή σχέση με το φαινόμενο της πόλωσης λόγω τεχνολογικών εξελίξεων. Σχετίζονται, σχεδόν εξ ολοκλήρου, με την τεράστια ύφεση της ελληνικής οικονομίας, εν μέσω μιας ταυτόχρονης ανόδου του τουρισμού και των συναφών εμπορικών δραστηριοτήτων, καθώς και του κλάδου της εφοδιαστικής αλυσίδας, εν πολλοίς λόγω εξωγενών επιδράσεων. Η ύφεση αυτή είχε ως κύριο αποτέλεσμα τη μείωση των υψηλών δεξιοτήτων παντού (που σχετίζονται και με την έξαρση και του φαινομένου της μετανάστευσης των υψηλών εξειδικεύσεων στο εξωτερικό – brain drain) και την οριακή αύξηση των μεσαίων δεξιοτήτων στους κλάδους που επηρεάστηκαν θετικά από εξωγενείς παράγοντες (αντισταθμίζοντας την πτώση που θα υπήρχε λόγω της τεράστιας ύφεσης). Καταγράφηκε, δηλαδή, πόλωση προς την αντίθετη κατεύθυνση λόγω της σφοδρότητας της ύφεσης και διαρθρωτικών παραγόντων που ευνόησαν τη δραστηριότητα σε ορισμένους κλάδους, αν και η μεταποίηση (κλάδος χαμηλότερης πόλωσης) υπέστη πολύ μικρότερες απώλειες από άλλους κλάδους στις υψηλές δεξιότητες.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η ανάκαμψη της απασχόλησης έχει μικτά χαρακτηριστικά. Είναι ταχύτερη απ’ ό,τι θα ήταν χωρίς την επίδραση των εξωγενών παραγόντων αλλά ταυτόχρονα όχι τόσο ταχεία όσο απαιτείται διότι υπάρχει ζήτημα αναντιστοιχίας δεξιοτήτων, καθώς άλλαξε βίαια το παραγωγικό πρότυπο (χιλιάδες λουκέτα) όταν μηδενισθήκαν τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Χωρίς επανακατάρτιση και ανάπτυξη, χιλιάδες άνεργοι θα δυσκολευτούν να βρουν δουλειές. Και οι 360.000 που είναι άνεργοι πάνω από 4 χρόνια είναι η πιο προβληματική ομάδα που θέτει ένα τεράστιο κοινωνικό ζήτημα που χρήζει αντιμετώπισης. Όσον αφορά στις επιπτώσεις στην άσκηση πολιτικής ενόψει και της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, η πόλωση της απασχόλησης απαιτεί να συνεχισθεί η έμφαση στην εκπαίδευση και κατάρτιση ανθρώπων ώστε να αποκτήσουν υψηλές δεξιότητες που να αντιστοιχούν στις νέες ανάγκες της αγοράς εργασίας.