Μετά από σχεδόν 2 χρόνια σκληρών διαπραγματεύσεων επετεύχθη συμφωνία σχετικά με την Αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου (ETS). Η συμφωνία υπερψηφίστηκε από όλα τα κράτη μέλη πλην της Πολωνίας, της Ουγγαρίας και της Κροατίας.
Η συμφωνία αποτελεί ουσιαστική συμβολή στην υλοποίηση της Συμφωνίας των Παρισίων για την μείωση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου, κατά 40%, έως το 2030, σε σχέση με το 1990.
Η νέα Οδηγία προβλέπει περαιτέρω μέτρα για την ενίσχυση του αποθεματικού σταθερότητας της αγοράς, με στόχο τη μείωση της υπερπροσφοράς δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, καθώς και μέτρα για την προστασία της ανταγωνιστικότητας παραγωγικών κλάδων από το άμεσο και έμμεσο κόστος άνθρακα.
Με τη νέα Οδηγία γίνεται ένα σημαντικό βήμα για την περαιτέρω ενίσχυση του ETS που οδηγεί στην επιτάχυνση της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και την υποκατάστασή τους από καθαρές πηγές ενέργειας. Η χώρα μας επεδίωξε την ολοκλήρωση της συμφωνίας, ουσιαστικά και χωρίς αστερίσκους, με γενναία μείωση των εκπομπών.
Για την χώρα μας, ως αποτέλεσμα συστηματικών διμερών και πολυμερών επαφών της πολιτικής ηγεσίας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη της ΕΕ καθώς και μετά από επανειλημμένες παρεμβάσεις στο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος και στο Ευρωκοινοβούλιο, έχει προστεθεί ειδικό άρθρο (επισυνάπτεται), το οποίο προβλέπει τη δημιουργία ειδικού ταμείου για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα του Ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος.
Συγκεκριμένα, η χώρα μας εξασφάλισε χρηματοδότηση από τα έσοδα εκπλειστηριασμού 25 εκ. δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα τα οποία αναμένεται, με βάση τις τρέχουσες εκτιμήσεις για την αναμενόμενη τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών να αποφέρουν έσοδα της τάξης των 500 εκ. ευρώ για την δεκαετία 2021-2030.
Τα έσοδα αυτά θα χρησιμοποιηθούν για τη συγχρηματοδότηση (σε ποσοστό 60%) υποδομών για την διασύνδεση με το ηπειρωτικό δίκτυο, των μη διασυνδεδεμένων νησιών, ιδίως έτσι ώστε να αποσυρθούν οι πετρελαϊκές μηχανές εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιούνται σήμερα. Αυτό θα μειώσει το κόστος παραγωγής του ηλεκτρισμού στα νησιά αυτά (το οποίο σήμερα είναι πολλαπλάσιο του κόστους παραγωγής στο ηπειρωτικό σύστημα), αλλά και το κόστος των αντίστοιχων χρεώσεων στα τιμολόγια, θα επιτρέψει την εκμετάλλευση των ΑΠΕ (αφού θα δώσει τη δυνατότητα εγκατάστασής τους και σύνδεσής τους με το δίκτυο), θα μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, θα μειώσει την αέρια ρύπανση και θα επιτρέψει τη συμμόρφωση, μεταξύ άλλων, με τις Οδηγίες για τη Βιομηχανική Ρύπανση και για τις Μεσαίου Μεγέθους Εγκαταστάσεις Καύσεις.
Κατά τη διαδικασία διαπραγμάτευσης και διαμόρφωσης της Οδηγίας απορρίφθηκαν οι προτάσεις που εξαιρούσαν τη βιομηχανία οικοδομικών υλικών από τους κλάδους που ενισχύονται, επειδή είναι ευάλωτοι σε «διαρροή άνθρακα», δηλ. στον ανταγωνισμό από βιομηχανίες χωρών που δεν συμπεριλαμβάνονται στο σύστημα εμπορίας ETS. Οι προτάσεις αυτές θα είχαν εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στην ελληνική βιομηχανία οικοδομικών υλικών (τσιμεντοβιομηχανία, κεραμοποιίες, ασβεστοποιίες κλπ.) αφού, λόγω της γεωγραφικής μας θέσης, οι ελληνικές βιομηχανίες σε αντίθεση με το μέσο όρο της αντίστοιχης Ευρωπαϊκής βιομηχανίας, έχουν εξαγωγικό χαρακτήρα.
Τέλος, εξασφαλίστηκε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα προβεί σε μονομερείς ενέργειες αλλά θα αναμένει τις πρωτοβουλίες του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού για τα μέτρα μείωσης εκπομπών αναφορικά με τη διεθνή ναυτιλία, παρά τις ισχυρές πιέσεις για το αντίθετο. Το ζήτημα αυτό είχε θεωρηθεί εξαρχής καθοριστικής σημασίας καθόσον οι ρυθμίσεις περιφερειακού χαρακτήρα είναι αναποτελεσματικές και, παράλληλα, υπονομεύουν τα συμφέροντα και την πρωτοκαθεδρία της Ελληνικής ναυτιλίας αφού οδηγούν σε αλλαγή σημαίας. Αντίθετα, η λήψη μέτρων από το Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό διασφαλίζει την ομοιόμορφη εφαρμογή σε όλα τα πλοία ανεξαρτήτως σημαίας, διασφαλίζοντας τον υγιή ανταγωνισμό και την αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος.