«Με την Ιταλία μοιραζόμαστε, εκτός από τις ίδιες θέσεις, και ίδια προβλήματα. Το πρόβλημα της μετανάστευσης επηρεάζει πάρα πολύ και τις δυο χώρες και ψάχνουμε να βρούμε τρόπους κοινής αντίδρασης. Αυτό που έχει σημασία, για εμάς, είναι να έχουμε μια ενιαίαγραμμή στο ευρωπαϊκό μέτωπο, και ιδιαίτερα όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου που βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση» τόνισε ο κ. Βαρβιτσιώτης, σε δηλώσεις του, αμέσως μετά τη συνάντηση.
Ειδικότερα, ο Αναπληρωτής Υπουργός επισήμανε ότι έχει ξεκινήσει μια κουβέντα ομαδοποίησης των κρατών πρώτης υποδοχής: της Ισπανίας, της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Μάλτας και της Κύπρου, η οποία έχει μορφοποιηθεί στο σχήμα Med5 και έχει στόχο να διευρυνθεί. Πρόσθεσε, ακόμη, πως όσον αφορά το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης δεν πρέπει να υπάρξει μια “σαλαμοποίηση” των προτάσεων και ότι πρέπει να υπάρξει συμφωνία από όλες τις πλευρές πριν φτάσουμε στην οριστική υιοθέτησή του.
Όσον αφορά τα ευρωτουρκικά, ενημέρωσε την Υπουργό Εσωτερικών για τη συζήτηση που έχει ξεκινήσει για την αναθεώρηση της Κοινής Δήλωσης ΕΕ- Τουρκίας του 2016. Εξέφρασε, μάλιστα, τους προβληματισμούς της ελληνικής πλευράς για τη μη ορθή εφαρμογή των προβλέψεων της Κοινής Δήλωσης ζητώντας την απαρέγκλιτη τήρησή της από πλευράς Τουρκίας. Σημείωσε, ακόμη, ότι στόχος είναι να υπάρξει συσχέτιση ανάμεσα στη συνεργασία και τη χρηματοδότηση, να υιοθετηθεί δηλαδή ένας μηχανισμός, ο οποίος θα δίνει περισσότερα όταν υπάρχει καλή συνεργασία και θα δίνει λιγότερα όταν οι τουρκικές αρχές δεν συνεργάζονται στην αντιμετώπιση του φαινομένου.
Τέλος, ο κ. Βαρβιτσιώτης ανέδειξε την εξαιρετική συνεργασία Ελλάδας-Ιταλίας ιδιαίτερα στα θέματα της μετανάστευσης, στα οποία συνεργάζεται η κα Lamorgese με τον Υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου, Νότη Μηταράκη, ενώ επισήμανε πως ο ίδιος έχει αναλάβει για την ελληνική πλευρά τον συντονισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Κλείνοντας, αναφέρθηκε στη χθεσινή του συνάντηση με τον ομόλογό του Vincenzo Amendola, όπου συζητήθηκαν και αυτά τα θέματα τονίζοντας πως «υπάρχει μια ισχυρή σύμπτωση απόψεων, η οποία θέλουμε να γίνει αντιληπτή και από τα υπόλοιπα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου».