Παρθενική συνάντηση σήμερα στις Βρυξέλλες Μπάιντεν-Ερντογάν τέσσερεις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Αμερικανού προέδρου στον Λευκό Οίκο. Η εφημερίδα Handelsblatt στη διαδικτυακή της έκδοση με αφορμή δήλωση της Αμερικανίδας εκπροσώπου Τζεν Ψάκι, για την προτεραιότητα που έχει η Τουρκία για τις ΗΠΑ, επισημαίνει. "Παρά την προτεραιότητα χρειάστηκε ο Μπάιντεν τρεις μήνες για να αποφασίσει να ξεκινήσει διάλογο μαζί του. Επί δεκαετίες όλοι οι Αμερικανοί πρόεδροι μεταχειρίζονταν την Τουρκία ως στρατηγικό εταίρο. Η πρώτη επίσκεψη στο εξωτερικό του Ομπάμα οδήγησε στην Τουρκία. Αλλά και ο Ντόναλντ Τραμπ διατηρούσε μια συντροφική σχέση αγάπης-μίσους με τον Τούρκο πρόεδρο. Ωστόσο οι διαφορές με τον νέο πρόεδρο είναι μεγάλες. Και με τη Γερμανία η Τουρκία έχει θέματα διαφωνίας. Όταν όμως έρθει η ώρα της συνάντησης με τον Μπάιντεν, η αποστολή του Ερντογάν θα είναι μία: η δημιουργία θετικών ειδήσεων ανεξαρτήτως έκβασης των συζητήσεων”.
Αμερικανικές κυρώσεις; Το τελευταίο που χρειάζεται ο Ερντογάν
Σε αυτήν την εκτίμηση συμφωνεί και ο αρθρογράφος του δημοσιογραφικού δικτύου RND (Redaktionsnetzwerk Deutschland). Όπως σημειώνει, η συνάντηση κορυφής του ΝΑΤΟ είναι εξαιρετικά σημαντική για τον Τούρκο πρόεδρο και από την συνάντησή του με τον Μπάιντεν θα εξαρτηθεί, εάν οι ΗΠΑ επιβάλουν κυρώσεις. "Τα προηγούμενα χρόνια ο Ερντογάν τα έχει κάνει θάλασσα με τους δυτικούς εταίρους και τώρα προσπαθεί να μαζέψει τα σπασμένα” παρατηρεί ο αρθρογράφος. "Ο λόγος είναι η δύσκολη οικονομική κατάσταση. Η χώρα διολισθαίνει σε νομισματική κρίση και οικονομικές κυρώσεις από τη Δύση είναι το τελευταίο που χρειάζεται τώρα ο Ερντογάν. Αλλά γι αυτήν την απειλή πρόκειται (…) Από τη συνάντηση θα εξαρτηθεί εάν η διαμάχη με τις ΗΠΑ κλιμακωθεί ή εάν βρεθεί συμβιβασμός” σημειώνει ο αρθρογράφος υπενθυμίζοντας την τουρκική αγορά των ρωσικών S-400, που οδήγησε στην ακύρωση παράδοσης των μαχητικών αεροσκαφών F-35. "Αλλά όχι μόνο στους ρωσικούς πυραύλους δείχνει ο Μπάιντεν με σαφήνεια τις θέσεις του” συνεχίζει. "Πιο καθαρά από ότι η ΕΕ κατονομάζει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις ελλείψεις δημοκρατίας υπό την προεδρία Ερντογάν. Στην Τουρκία εικάζεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος δεν θα θελήσει να τα σπάσει με την Άγκυρα. Αυτό βέβαια έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντα ασφαλείας των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Οι αμφιβολίες για την αξιοπιστία του Ερντογάν αυξάνονται. Αλλά όσο περισσότερο ωθείται στο περιθώριο, τόσο περισσότερο απρόβλεπτος θα μπορούσε να γίνει. Στο ίδιο δίλημμα βρίσκεται και η Ελλάδα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν μπορεί να αφήσει αναπάντητη την επιθετική επεκτατική πολιτική του Ερντογάν στην ανατολική Μεσόγειο. Αλλά από την άλλη δεν μπορεί να διακινδυνεύσει ένοπλη διένεξη με την Τουρκία”.
Η "μικρή ομάδα” 7 χωρών κατά της "μεγάλης” Κίνας
Ως συνάντηση κορυφής της αρμονίας χαρακτηρίζει ο γερμανικός τύπος τη συνάντηση της ομάδας των G7 στην Κορνουάλη, μεθερμηνεύοντας προφανώς την ανακούφιση πολλών παρισταμένων για το ότι τις ΗΠΑ εκπροσωπεί φέτος ο Τζο Μπάιντεν και όχι ο προκάτοχός του. Μεταξύ άλλων στόχος των 7 στο τριήμερο των εργασιών ήταν να καταστήσουν σαφές ότι σκοπεύουν να περιορίσουν δραστικά την επιρροή της Κίνας τόσο στο θέμα καταπολέμησης της πανδημίας σε φτωχές χώρες, όσο και στην ενίσχυση των υποδομών, κυρίως σε υπό ανάπτυξη χώρες της Ασίας μέσω ενός δυτικού σχεδίου, ανάλογου του λεγόμενου δρόμου του μεταξιού, αστρονομικού ύψους 40 τρισεκατομμυρίων δολαρίων."Στα αξιοπρόσεκτα μηνύματα της Συνόδου Κορυφής των 7 ανήκε ότι οι Βρετανοί οικοδεσπότες έκοψαν όλες τις συνδέσεις διαδικτύου και κινητής τηλεφωνίας στην αίθουσα διασκέψεων, όταν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων των 7 συζητούσαν για την Κίνα” επισημαίνει αρθρογράφος της Süddeutsche Zeitung: "Αυτό τα λέει όλα. Η Κίνα προσλαμβάνεται ως μια τόσο μεγάλη απειλή, που ότι λεγόταν εντός γι αυτήν δεν θα έπρεπε να φτάσει ποτέ στα αυτιά της. Την κινεζική απάντηση έδωσε ένας χαμηλόβαθμος διπλωμάτης από την πρεσβεία της χώρας, επισημαίνοντας ότι έχει περάσει η εποχή που μια μικρή ομάδα χωρών καθορίζει την τύχη του κόσμου. Που σημαίνει κατά την άποψη του Πεκίνου ότι αντιμέτωποι βρίσκονται μια μικρή ομάδα κρατών και η ´μεγάλη´ Κίνα”.
Περνώντας τώρα στη ουσία της συνάντησης ο σχολιαστής της Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) θεωρεί ότι το πιο σημαντικό αποτέλεσμα είναι η "επίθεση επενδύσεων” σε φτωχές χώρες όπως ανακοίνωσε ο Μπάιντεν και που σηματοδοτεί την άρνηση των ανεπτυγμένων χωρών να βλέπουν παθητικά την Κίνα να εξαπλώνει την επιρροή της σε όλο και περισσότερες χώρες. "Αλλά εναλλακτικό σχέδιο στον λεγόμενο κινεζικό δρόμο του μεταξιού, δεν μπορεί κανείς να το αποκαλέσει” σημειώνει ο αρθρογράφος. "Το σχέδιο παραμένει νεφελώδες και χώρες της Ευρώπης όπως η Γερμανία έκαναν σαφές ότι δεν το αντιλαμβάνονται ως μια αντιπαράθεση με την Κίνα, αλλά ως απεικόνιση μιας πολιτικής πρωτοβουλίας με αναπτυξιακά χαρακτηριστικά”.
Ο αρθρογράφος επισημαίνει ότι καταγράφηκε διαφορά προσέγγισης σε σχέση με την Κίνα όχι μόνο από τη Γερμανία αλλά και από την Γαλλία. "Παρόλα αυτά ο Μπάιντεν προχώρησε ένα βήμα πιο κοντά στον στόχο του ενίσχυσης της συνεργασίας δημοκρατικών χωρών θέτοντας όρια στην Κίνα (…) Τώρα εάν επέστρεψε ο κόσμος σε μια πολυμερή τάξη πραγμάτων βασισμένη σε κανόνες, είναι ένα άλλο θέμα. Ο διάδοχος του Τραμπ ενίσχυσε το αίσθημα ενότητας του δημοκρατικού κόσμου. Αλλά για μεγάλη επιτυχία δεν μπορεί να γίνει λόγος. Το Brexit προκάλεσε ζημιές και βαθιά δυσπιστία ανάμεσα στις δύο ευρωπαϊκές πυρηνικές δυνάμεις. Απόρροια αυτού είναι και τα κόλπα για τη συμβολή της κάθε χώρας στην παγκόσμια εμβολιαστική καμπάνια. Ο δρόμος προς μια ακτινοβολούσα παγκοσμίως συνοχή του δημοκρατικού κόσμου είναι ακόμη μακρύς”, καταλήγει η γερμανική εφημερίδα.
Πηγή: DW