Με τη κυβερνητική παράταξη να το χαρακτηρίζει ως «σημαντικό εργαλείο για την ομαλή μετάβαση στη πράσινη ενέργεια, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την ανάπτυξη της χώρας και την κοινωνική και περιβαλλοντική συνοχή και δικαιοσύνη» και την αντιπολίτευση να τις καταλογίζει επικοινωνιακή τακτική και να κάνει λόγο για άτολμο, ασαφές και μη αναπτυξιακό σχέδιο, άρχισε σε κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών, Παραγωγής και Εμπορίου και Περιβαλλοντικής Προστασίας, η επεξεργασία του κλιματικού νόμου.
Υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου τάχθηκαν μόνο οι βουλευτές της ΝΔ. Από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, Ελληνική Λύση και ΜέΡΑ25 δήλωσαν ότι καταψηφίζουν επί της αρχής, ενώ το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, επιφυλάχθηκε να τοποθετηθεί μετά την ακρόαση και των αρμόδιων φορέων.
Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας, μίλησε για «ένα φιλόδοξο εθνικό σχέδιο με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος, την μείωση των εκπομπών ρύπων διοξειδίου του άνθρακα και την ενεργειακή απεξάρτηση της χώρας με την ενίσχυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας».
«Με τον εθνικό κλιματικό νόμο -κάτι που γίνεται για πρώτη φορά στη χώρα μας- πετυχαίνομε να δημιουργήσουμε σημαντικές ευκαιρίες βιώσιμης ανάπτυξης, συμβάλουμε στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης και σταθερότητας στην αγορά και περιορίζουμε την εξάρτηση ορυκτών καυσίμων της χώρας, μέσα από παραγωγικές διαδικασίες και με την σημαντική αύξηση των ΑΠΕ», επεσήμανε.
Όπως σημείωσε ο κ. Σκρέκας, «ο κλιματικός νόμος ήταν μια προσωπική δέσμευση του ίδιου του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη που σήμερα υλοποιείται», και πρόσθεσε ότι «πρέπει όλοι να βοηθήσουμε να πετύχει ο φιλόδοξος αυτός στόχος, ο οποίος δεν είναι μόνο εθνικός αλλά και ευρωπαϊκός και παγκόσμιος ώστε να είμαστε κλιματικά ουδέτεροι μέχρι το 2050».
«Στο νομοσχέδιο δεν περιλαμβάνονται μόνο οι στόχοι και η εθνική στρατηγική μας, αλλά και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που υιοθετεί η κυβέρνηση για να τους υποστηρίξουν», ανέφερε.
Έμφαση έδωσε, μεταξύ άλλων, ο κ. Σκρέκας, στην σημαντική αύξηση λειτουργίας των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, τονίζοντας ότι, «το κόστος εισαγωγής φυσικού αερίου θα μειωθεί κατά 200 με 250 εκατ. ευρώ το χρόνο».
Ακόμα, στάθηκε ιδιαίτερα στην προώθηση της ηλεκτροκίνησης, με κονδύλια ύψους 450 εκατ. ευρώ, ενημερώνοντας ότι «σε λίγες μέρες ανοίγει δοκιμαστικά η λειτουργία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας για την αίτηση επιδότησης με το ποσό των 11.000 ευρώ, για την αγορά μικρών ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων».
«Το σχέδιο εξειδικεύεται σε 7 τομείς δραστηριότητας που αφορούν: Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, μεταφορές, βιομηχανία, κτίρια, γεωργία κτηνοτροφία, απόβλητα και αλλαγή χρήση γης», ανέφερε ο κ. Σκρέκας.
Ο υπουργός Περιβάλλοντος στάθηκε ιδιαίτερα στις διατάξεις του νομοσχεδίου που προβλέπουν μεταξύ άλλων ότι:
-Διακόπτεται η λειτουργία όλων των λιγνιτικών μονάδων το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2028
-Από το 2026, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, υποχρεωτικά όλα τα νέα ταξί καθώς και το 1/3 των ενοικιαζόμενων οχημάτων θα πρέπει να είναι ηλεκτροκίνητα.
-Από το 2025 απαγορεύεται η αγορά καυστήρων θέρμανσης στα κτίρια.
- Σε κτίρια πάνω από 500 τμ καθίσταται υποχρεωτική η τοποθέτηση συστημάτων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά ή θερμικά ηλιακά συστήματα σε ποσοστό τουλάχιστον στο 30% της κάλυψης.
- Μέχρι την 31η Μαρτίου 2023, κάθε δήμος θα υπολογίζει το ανθρακικό αποτύπωμα με στόχο τη μείωση των εκπομπών ρύπων 10% για το 2025 και 30% για το έτος 2030, σε σχέση με το 2019.
- Θεσπίζεται στρατηγικό πλαίσιο για την ολοκληρωμένη μετάβαση των ελληνικών νησιών προς την κλιματική ουδετερότητα με την αξιοποίηση πάνω από ένα δισ. ευρώ μέσα από τα ΕΣΠΑ.
-Συστήνεται Εθνικό Παρατηρητήριο για την προσαρμογή της κλιματικής αλλαγής και την παρακολούθηση των συνεπειών της.
«Η θέσπιση ενός νομοσχεδίου που αντιμετωπίζει τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και την ενεργειακή κρίση στο πυρήνα τους, που διασφαλίζει σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία, διαφυλάσσει την προστασία του περιβάλλοντος και την κοινωνική συνοχή και τη δικαιοσύνη, είναι απόλυτη προτεραιότητα και αναγκαιότητα για την ευημερία του κοινωνικού συνόλου, την ανάπτυξη της χώρας και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας», υπογράμμισε κλείνοντας, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Από την πλευρά του, ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτης Φάμελλος, εξέφρασε την αντίθεση του στο κλιματικό νόμο, χαρακτηρίζοντας την πρόταση της κυβέρνησης «ανεπαρκή για να αντιμετωπίσει τις κρίσιμες περιβαλλοντικές και ενεργειακές κρίσεις».
«Η κλιματική κρίση είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουμε και ενέχει τον κίνδυνο εμβάθυνσης των υφιστάμενων ανισοτήτων και τη δημιουργία νέων. Η πρόταση για τον κλιματικό νόμο της κυβέρνησης είναι ανεπαρκής, δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες και επείγουσες ανάγκες, δεν αναγνωρίζει την ανάγκη αλλαγής του παραγωγικού και καταναλωτικού μοντέλου, δεν περιέχει επαρκές μοντέλο διακυβέρνησης, δεν αντιμετωπίζει τις κοινωνικές ανισότητες και την ενεργειακή φτώχεια και πάνω από όλα δεν εμπλέκει την κοινωνία και την οικονομία σε αυτή τη μεγάλη αλλαγή», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Φάμελλος.
«Το σχέδιο νόμου της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι και αντιεπιστημονικό και θέτει ως στόχους απλά γενικές και επικοινωνιακές παραδοχές», είπε, και την κατηγόρησε ότι «δεν ακολούθησε καμία από τις καλές ευρωπαϊκές πρακτικές άλλων χωρών για τη διαβούλευση με την κοινωνία και τους εμπλεκόμενους φορείς».
« Όπως και στο Ταμείο Ανάκαμψης, στον κλιματικό νόμο δεν υπάρχει καμία αναφορά σε ανισότητες, αγνοεί τη βάση της οικονομίας, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αδιαφορεί εντελώς για την αρχή της κοινωνικής δικαιοσύνης που είναι και βασική αρχή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας», υπογράμμισε ο Φάμελλος.
Μίλησε ακόμα για «fake απολιγνιτοποίηση», ενώ κλείνοντας τόνισε ότι «αυτό το σχέδιο νόμου δεν μπορεί να αποτελέσει βάση συζήτησης για τη μεγάλη πολιτική και κοινωνική αναγκαιότητα της κλιματικής ουδετερότητας».
«Κανονικά θα έπρεπε να αποσυρθεί και να διορθωθεί με τη συμμετοχή των φορέων, όμως δεν περιμένουμε κάτι τέτοιο από την κυβέρνηση εφόσον δεν έχει αυτή τη βούληση», κατέληξε ο κ. Φάμελλος.
Ο ειδικός εισηγητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Γιώργος Αρβανιτίδης, υποστήριξε ότι «από το νομοσχέδιο απουσιάζουν οι όροι κλιματικής δικαιοσύνης και δημοκρατίας ενώ δεν προβλέπονται πρόνοιες για την κοινωνική συμμετοχή και την ισορροπημένη και βιώσιμη ανάπτυξη».
«Υπάρχει παραγκωνισμός της κοινωνίας ενώ δεν προβλέπεται καμία εμπλοκή της Βουλής. Παίρνετε βαθμό κάτω από τη βάση. Οι πράξεις και οι επιλογές σας δεν ανταποκρίνονται στη κλιματική δημοκρατία και δικαιοσύνη» τόνισε ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
«Μεταφέρετε τα βάρη στις νέες γενιές, μέσα σε ένα αντιδημοκρατικό κλίμα, δεν προνοείτε να υπάρχει ένα σύστημα υποστήριξης όσων θιγούν, στήνετε ένα πολυδαίδαλο σύστημα αμφίβολης αποτελεσματικότητας, παραπέμποντας την εφαρμογή του νόμου μετά τις εκλογές του 2023 που τότε αναγκαστικά θα αναθεωρηθεί από άλλη κυβέρνηση. Η μετάβαση στην πράσινη ανάπτυξη θέλει πολύ δουλειά αλλά αυτό το σχέδιο είναι άνευρο, δεν προκαλεί καμία τομή, για αυτό εμείς επιφυλασσόμαστε», κατέληξε ο κ. Αρβανιτίδης.
Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Διαμάντω Μανωλάκου, τάχθηκε κατά του νομοσχεδίου, το οποίο, όπως είπε, «ενισχύει την ενεργειακή φτώχεια και την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας».
«Στόχος του νομοσχεδίου είναι να βρουν κερδοφόρα διέξοδο τα μονοπώλια, να περάσει σε νέα φάση καπιταλιστικής ανάπτυξης το περιβάλλον, καταστρέφοντας τον πιο αδύναμο και δημιουργώντας νέα κερδοφορία, δεμένη στο λαϊκό εισόδημα», είπε.
«Κριτήριο σας είναι το καπιταλιστικό κέρδος και τα μονοπώλια. Δεν αξιοποιείτε το σύνολο των παραγωγικών δυνάμεων. Η καπιταλιστική ανάπτυξη δεν μπορεί να διασφαλίσει το περιβάλλον. Η ανάθεση της εκμετάλλευσης του σε μονοπωλιακούς ομίλους δεν θα προστατέψει το περιβάλλον, όπως υποκριτικά υποστηρίζετε φορτώνοντας το λογαριασμό στο λαό. Με αυτό το νομοθέτημα αποθεώνετε την ατομική ευθύνη και το χαράτσι», κατέληξε η κ. Μανωλάκου, δηλώνοντας ότι το ΚΚΕ καταψηφίζει.
«Εμείς είμαστε υπέρ της πράσινης ανάπτυξης για εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας και προστασίας του περιβάλλοντος, όχι όμως με αποικιακά μοντέλα, σε βάρος της πατρίδας», ανέφερε ο ειδικός εισηγητής της Ελληνικής Λύσης, Βασίλης Βιλιάρδος.
«Το νομοσχέδιο που φέρνει η κυβέρνηση θυμίζει κάποιον που λέει ότι θέλω να αγοράσω ένα πανάκριβο αυτοκίνητο όταν έχει ένα σαραβαλάκι για το οποίο ακόμα πληρώνει δόσεις», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ακόμα, ο κ. Βιλιάρδος μίλησε για «εξωπραγματικούς και ουτοπικούς στόχους του νομοσχεδίου, καθώς η χώρα έχει ένα υπέρογκο χρέος και το μόνο που παράγει είναι ελλείμματα» και κατέληξε ότι το κόμμα του «καταψηφίζει με την έννοια ότι πρέπει να αποσυρθεί και να βελτιωθεί ως οφείλει να κάνει η κυβέρνηση».
«Καταψηφίζουμε το νομοσχέδιο που καταστρέφει το περιβάλλον και αυξάνει τα κέρδη πέντε συγκεκριμένων εταιριών», υποστήριξε από την πλευρά του, ο ειδικός αγορητής του ΜέΡΑ25, Κρίτων Αρσένης.
«Φέρνετε ένα νομοσχέδιο που αφορά υποχρεώσεις για τους μη έχοντες και έργα και κέρδη στους κατέχοντες, χωρίς καμία πρόβλεψη για περιβαλλοντική αποκατάσταση. Δεν είναι ένα σχέδιο για την επόμενη μέρα, για τη δίκαιη μετάβαση και με οικολογικό πρόσημο ανάπτυξης για το περιβάλλον. Είναι ένα σχέδιο θανάτου, χωρίς καμία ουσιαστική ενίσχυση για να μπορέσουν όσοι πλήττονται να επιβιώσουν. Η στρατηγική σας πολιτική με στόχο την προσαρμογή στη δίκαιη μετάβαση είναι χωρίς τη συμμετοχή της κοινωνίας και με παράκαμψη της βουλής. Καταψηφίζουμε επί της αρχής και θα υπερψηφίσουμε άρθρα που θα είναι στη σωστή κατεύθυνση», τόνισε ο κ. Αρσένης.
Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Χαρά Καφαντάρη, υποστήριξε ότι «η κυβέρνηση διαχειρίζεται επικοινωνιακά και μόνο το μείζον θέμα του κλιματικού νόμου χωρίς να λαμβάνει υπόψη της, τις παγκόσμιες επιπτώσεις από τις περιβαλλοντικές και ενεργειακές κρίσεις».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Θεοπίστη Πέρκα, κάνοντας λόγο για «ανεπαρκέστατο βήμα».
Ο εισηγητής της ΝΔ, Χριστόφορος Μπουτσικάκης, υποστήριξε ότι «ο κλιματικός νόμος περιλαμβάνει συγκεκριμένους ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους και είναι ένα σημαντικό εργαλείο που θα διαφυλάξει την κοινωνική συνοχή και δικαιοσύνη και την μετάβαση στη πράσινη οικονομία».
«Το νομοσχέδιο αντιμετωπίζει τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στο πυρήνα τους και είναι απόλυτη προτεραιότητα και αναγκαιότητα η ψήφιση του καθώς θα βοηθήσει σημαντικά στην προστασία του περιβάλλοντος, στην ενεργειακή απεξάρτηση της χώρας και στην κοινωνική ευημερία και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας», κατέληξε ο κ. Μπουτσικάκης.