Λεπτομέρειες για τις διαδικασίες επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα στον τόπο τους έδωσε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό ertnews. Διευκρινίζοντας πως αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει καμία απολύτως συμφωνία, σημείωσε πως «η κυβέρνηση βρίσκεται, όντως, σε επαφές με το Βρετανικό Μουσείο». Ξεκαθάρισε, όμως, ότι «δεν μπορούμε να αποδεχθούμε σε καμία περίπτωση ιδιοκτησία του Βρετανικού Μουσείου [...] την ιδιοκτησία προφανώς την απολαύει ο τόπος, ο οποίος "γέννησε" τα μάρμαρα αυτά». Ζητούμενο, ως εκ τούτου, το νομικό ένδυμα επιστροφής των Γλυπτών, διευκρίνισε.
Η εφ' όλης της ύλης συνέντευξη ξεκίνησε, όμως, από το ερώτημα αν οι εκλογές θα διεξαχθούν πριν το Πάσχα, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε λέγοντας πως «είναι κάτι που είναι μόνο στο μυαλό του πρωθυπουργού». Ούτως ή άλλως, «μετά τον Απρίλιο οι στιγμές είναι εκλογικές, ήδη έχουμε μπει σε μια εκλογική χρονιά. Είναι σημαντικό ότι σχεδόν εξαντλείται η τετραετία» και η παρούσα κυβέρνηση «επέδειξε πολύ υψηλό σεβασμό για την εξάντλησή της».
Από εκεί και πέρα, συνέχισε, «οι εκλογές είναι ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα, προφανώς θα θέλαμε να εξαντλούμε απολύτως την τετραετία. Έχουμε την ιδιαιτερότητα φέτος ότι οι ελληνικές εκλογές συμπίπτουν χρονικά περίπου με τις τουρκικές εκλογές», παρατήρησε με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι, «όπως όλα δείχνουν, θα έχουμε διπλές εκλογές...».
Μετεκλογικές συνεργασίες
Στο κεφάλαιο των συνεργασιών ειδικότερα, ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε πως «για την Νέα Δημοκρατία το ζήτημα της κυβερνησιμότητας είναι μείζον. Οι πολλαπλές κρίσεις απαιτούν κυβερνήσεις σταθερές, συμπαγείς, έχουν πολύ ισχυρή νομιμοποίηση και εντολή εξ ίσου σημαντική. Δεν αποκλείουμε τη συνεργασία σε μια προγραμματική βάση, αν ο λαός μάς τάξει εκεί. Για μας είναι πολύ σημαντική η αυτοδυναμία διότι εγγυάται τη συνέχεια και τη σταθερότητα της χώρας. Σε κάθε περίπτωση εμείς δεν πρόκειται να παίξουμε με τους θεσμούς».
Κατά συνέπεια, «οι συνεργασίες δεν είναι αυτοσκοπός, εξυπηρετούν έναν πολύ συγκεκριμένο σκοπό, που είναι η κυβερνησιμότητα της χώρας επί τη βάσει προγραμματικής σύγκλισης». Ενώ στη βάση του κοινωνικά φιλελεύθερου προγράμματος της ΝΔ θα μπορούσαν να υπάρξουν οι συνθέσεις, αναγνώρισε, αλλά, επανέλαβε, «είναι πολύ σημαντικό η κυβέρνηση να έχει πολύ ισχυρή εντολή».
'Αλλωστε, διευκρίνισε, «θα πρέπει να υπάρχουν δύο για το ταγκό», και η μεν Νέα Δημοκρατία «έχει τις συγκεκριμένες προγραμματικές της θέσεις, δυστυχώς άλλοι χώροι που θα μπορούσαν να έχουν πολιτική γειτνίαση στον προγραμματικό λόγο, δεν έχουν την αντίστοιχη διαβουλευτική διάθεση -και μιλώ για το ΚΙΝΑΛ». Εν κατακλείδι, πάντως, «μια ισχυρή Νέα Δημοκρατία εγγυάται ισχυρή χώρα».
Ενώ στο ερώτημα, αν το ΚΙΝΑΛ επιδείξει μια τέτοια διάθεση και αν οι συσχετισμοί είναι τέτοιοι που επιτρέψουν στη ΝΔ να εφαρμόσει το πρόγραμμά της και να υπάρξει σύγκλιση, αν είναι κάτι που το συζητάει η κυβέρνηση υπό αυτούς τους όρους, τότε ο υπουργός Επικρατείας απάντησε ως εξής: «Σεις είπατε».
Απολογισμός στην οικονομία
Στα ζητήματα της οικονομίας, ο υπουργός Επικρατείας εξέφρασε την ευχή να είναι αυτά το βασικό θέμα συζήτησης στις εκλογές γιατί αυτά είναι μετρήσιμα, όπως είπε, φέρνοντας συγκεκριμένα παραδείγματα: «Η ελληνική οικονομία είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στην Ευρωζώνη - δεν το λέμε εμείς, το λέει η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ελληνική οικονομία "αντιδρά" στο ζήτημα του πληθωρισμού, με βάση τον τελευταίο σταθμισμένο πληθωρισμό η Ελλάδα είναι στις πέντε καλύτερες επιδόσεις στην Ευρωζώνη. Στα ζητήματα της ενέργειας είμαστε η χώρα με την τρίτη μικρότερη τιμή λιανικής στο ηλεκτρικό ρεύμα με βάση τα επίσημα στοιχεία της ΕΕ, και ακριβώς στο μέσο όρο, στην τιμή λιανικής τιμής στο φυσικό αέριο».
Αντιθέτως, «αν πάμε στις εκλογές με την αρνητική ατζέντα της αντιπολίτευσης, εκείνο το οποίο θα συμβεί είναι να αναδειχθούν ακόμη περισσότερο οι προγραμματικές θέσεις της δικής μας παράταξης», εκτίμησε εξηγώντας παράλληλα το «γιατί»: «Θα κριθούμε για την τετραετία για την οποίαν κυβερνήσαμε, και ευτυχώς είναι πολύ νωπή η εμπειρία της διακυβέρνησης από την προηγούμενη κυβέρνηση. Θα κριθούμε για το πρόγραμμα που θα καταθέσουμε στον ελληνικό λαό. Έγιναν πολλά, θα πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα. Έγιναν λάθη, τα οποία διορθώθηκαν όσο ήταν δυνατό. Είμαστε μια κυβέρνηση που έχει ως χαρακτηριστικό την αυτοκριτική».
Και, συνεχίζοντας, «για τις μεν παρακολουθήσεις όλα στο φως, η δικαιοσύνη έχει επιληφθεί, θα ξεκαθαρίσει το κουβάρι, όπου υπάρχουν ευθύνες, αυτές θα αποδοθούν προσηκόντως». Ενώ για το μέλλον «έχει υπάρξει πολύ μεγάλη θωράκιση με τις θεσμικές παρεμβάσεις που έγιναν», συμπλήρωσε. Στα ζητήματα διαφθοράς, «όπου υπάρχουν τέτοιου τύπου μεμονωμένα φαινόμενα, η κυβερνητική παράταξη έχει επιδείξει μηδενική ανοχή», υπογράμμισε εξ άλλου. Ενώ στο ερώτημα αν ο Θέμης Χειμάρας θα είναι εκ νέου υποψήφιος με το κυβερνών κόμμα, σημείωσε: «Θα αποφασίσουν τα όργανα του κόμματος. Όλα θα πρέπει να είναι πάρα πολύ διαφανή, καμία σκιά σε κανένα πολιτικό πρόσωπο».
Τα γλυπτά του Παρθενώνα
Αλλάζοντας θέμα, για τα γλυπτά Παρθενώνα ανέφερε πως είναι ένα ζήτημα που «αγγίζει τις πιο ευαίσθητες χορδές των Ελλήνων πολιτών». Επί του πρακτέου και «από την πρώτη ημέρα που ορκίσθηκε η νέα κυβέρνηση τον Ιούλιο του 2019, ο πρωθυπουργός έθεσε ως βασική προτεραιότητα να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός για να μπορέσουμε να ζήσουμε την επανένωση των σπουδαίων γλυπτών του Παρθενώνα -και αυτό σε απτό, επιχειρησιακό επίπεδο, όχι θεωρητικά, όχι αφηρημένα».
Στα 3,5 χρόνια κυβέρνησης της ΝΔ έγιναν πάρα πολλά πράγματα, είπε επίσης θυμίζοντας: «Τον Σεπτέμβριο του 2021 η διακυβερνητική επιτροπή της UNESCO για πρώτη φορά εκδίδει απόφαση με την οποία καλεί τη βρετανική κυβέρνηση να αναθεωρήσει τη στάση της σε σχέση με την επανένωση των γλυπτών». Μια απόφαση που ο υπουργός Επικρατείας συσχέτισε ευθέως με την προηγηθείσα «σωστή διπλωματική στάση της χώρας μας», κάτι που αποτελεί «επιτυχία, πρωτίστως, του Υπουργείου Πολιτισμού».
Πέραν τούτου, «έχουμε ήδη ξεκινήσει μερική επιστροφή ορισμένων από τα γλυπτά του Παρθενώνα π.χ. την επιστροφή του θραύσματος Fagan σε συμφωνία με την αυτόνομη σικελική κυβέρνηση καθώς και την επιστροφή τριών θραυσμάτων από το Βατικανό με τη συμφωνία του Πάπα». Και κοντά σε αυτά έχουμε την «πολύ ριζική μεταστροφή της κοινής γνώμης στο Ηνωμένο Βασίλειο», πράγμα το οποίο «δεν ήλθε από μόνο του, έχουν γίνει πολύ συντονισμένες ενέργειες εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης».
Εστιάζοντας στο «τώρα», ο υπουργός Επικρατείας επιβεβαίωσε ότι «είμαστε σε επαφές με το Βρετανικό Μουσείο, σε δημιουργική συζήτηση». Όμως, διευκρίνισε, «υπάρχουν οι πολύ ριζικές απαγορευτικές γραμμές, που συνιστούν την εθνική στάση. Δεν μπορούμε να αποδεχθούμε σε καμία περίπτωση ιδιοκτησία του Βρετανικού Μουσείου, δεν υφίσταται μια τέτοια διάσταση. Την ιδιοκτησία προφανώς την απολαύει ο τόπος, ο οποίος "γέννησε" τα μάρμαρα αυτά».
Με άλλα λόγια, «η ελληνική Πολιτεία δεν μπορεί να αποδεχθεί με οποιαδήποτε μορφή ένα δανεισμό, ο οποίος θα γίνει προς την Ελλάδα -και τούτο γιατί αυτό θα υπαινισσόταν ζήτημα ιδιοκτησίας. Εκείνο το οποίο μπορούμε να συζητήσουμε στο πλαίσιο αμοιβαίας κατανόησης με το Βρετανικό Μουσείο, είναι η επιστροφή των Γλυπτών υπό νομικό ένδυμα, το οποίο θα συζητήσουμε και συζητούμε στο πλαίσιο δημιουργικής λογικής», ανέφερε εξειδικεύοντας αμέσως μετά: «Έχουμε όντως θέσει το θέμα να μπορούμε να στέλνουμε ορισμένες από τις ελληνικές αρχαιότητες ή, ακόμη ακόμη, και από άλλες περιόδους του ελληνισμού, π.χ. την βυζαντινή (περίοδο), για περιοδικές εκθέσεις. Σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται ποτέ να απεμπολήσουμε το οποιοδήποτε δικαίωμα έχουμε απέναντι στα γλυπτά», ξεκαθάρισε επίσης.
Και, προχωρώντας, «αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει καμία απολύτως συμφωνία. Γίνονται συζητήσεις και ακόμη απέχουμε πολύ από το να μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε τη συμφωνία αυτή». Ανεξάρτητα δε, από τη μεταστροφή της κοινής γνώμης εκεί, όσο η κυβέρνηση του Λονδίνου και το Βρετανικό Μουσείο έχουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το βρετανικό νόμο που δεν επιτρέπει την οριστική αποξένωση των γλυπτών από το Μουσείο, είναι «μια πολύ δύσκολη άσκηση. Εμείς θα επιμείνουμε ότι τα γλυπτά αποτελούν κομμάτι της δικής μας πολιτιστικής ταυτότητας, θα πρέπει να επιστρέψουν στη γενέθλια γη με τους όρους που εμείς συζητάμε και στο πλαίσιο γενικότερης πολιτιστικής κατανόησης μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας», τόνισε εν κατακλείδι.
Η συνέντευξη έκλεισε με τα ελληνοτουρκικά, εκεί όπου ο Γ. Γεραπετρίτης τόνισε πως «η Ελλάδα έχει αρωγό της το διεθνές δίκαιο, ποτέ κανείς δεν έχασε επικαλούμενος το διεθνές δίκαιο. Η Ελλάδα έχει αρωγό της σύσσωμη τη διεθνή κοινότητα». Και έκλεισε διαμηνύοντας, «δεν φοβόμαστε, δεν ετεροκαθορίζουμε την πολιτική μας με βάση τη στάση της Τουρκίας, δεν πρόκειται να δειλιάσουμε ποτέ».