Η οποία ψηφίστηκε τον περασμένο Ιούλιο, τέθηκαν κατά τη χθεσινή συνέντευξη Τύπου, του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, Γ. Γεραπετρίτη, χωρίς ωστόσο να απαντηθούν με σαφήνεια.
Ο υπουργός υπογράμμισε εξ’ αρχής ότι θα απαντήσει σε ό,τι γνωρίζει, λόγω και του σύντομου διαστήματος της ανάληψης των καθηκόντων του, ωστόσο, έδειξε να υπερασπίζεται τα «αντισταθμιστικά οφέλη» της παρούσας σύμβασης, χωρίς να εξηγεί πως μειώθηκε το ύψος των υποχρεωτικών επενδύσεων της Hellenic Train, αλλά και πως εξαλείφθηκε η υποχρέωση του δημοσίου να παραδώσει ολοκληρωμένα έργα φωτοσήμανσης και τηλεδιοίκησης.
Ο υπουργός υπογράμμισε πως δεν τίθεται ζήτημα σύγκρισης της ισχύουσας σύμβασης με τα δεδομένα του MoU του 2019, καθώς αυτό δεν αποτελούσε «συμφωνία», αλλά βάση συζήτησης. «Υπήρχε ένα μνημόνιο, το οποίο ήταν μία βάση συζήτησης και κατανόησης και οδήγησε στην ολοκλήρωση της συμφωνίας».
Παρόλα αυτά, δεν εξήγησε πως μια έστω προκαταρκτική συμφωνία, που θα απέδιδε υπεραξία 2,125 έως 2,5 δισ. ευρώ στο ελληνικό δημόσιο, έφθασε στην τελική της κύρωση να περιλαμβάνει μόλις 163,5 εκατ. ευρώ επενδύσεις από τον ιδιώτη πάροχο (Hellenic Train) και ασαφή ολοκλήρωση των υποσχόμενων έργων υποδομής.
Επέμεινε ωστόσο πως τα ανταποδοτικά οφέλη της υφιστάμενης σύμβασης έχουν υποτιμηθεί, καθώς «εξασφάλισε την επιστροφή κατά 80% (σ.σ. της επιδότησης για τις λεγόμενες «άγονες γραμμές» και 20% συμμετοχή στα κέρδη παρόχου, γεγονός που αποτελεί κέρδος για το ελληνικό δημόσιο και όχι ζημία».
Σημειώνεται ωστόσο ότι από τα 50 εκατ. ευρώ της ετήσιας επιδότησης για την υποχρεωτική δημόσια υπηρεσία, η Hellenic Train «επιστρέφει» 19 εκατ. ευρώ προς τον ΟΣΕ ως αντίτιμο για τη χρήση του συνόλου της σιδηροδρομικής υποδομής, ποσό που δεν συνιστά επιστροφή της τάξης του 80% για το ελληνικό δημόσιο.
Επίσης δεν απαντήθηκε η περίμετρος του όρου «άγονη γραμμή», κοινώς δρομολόγια σε μη εμπορεύσιμους προορισμούς, καθώς ως γνωστόν σ’ αυτό τον ορισμό έχει ενταχθεί και η βασική γραμμή του ελληνικού σιδηροδρόμου Αθήνα – Θεσσαλονίκη.
Στις επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις που εστίασαν στο σκέλος απαλοιφής υποχρέωσης ολοκλήρωσης πακέτου έργων υποδομής εκ μέρους του δημοσίου, ο κ. Γεραπετρίτης αντέτεινε πως «η σύμβαση υπογράφεται σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο από τη σύμβαση με την οποία το ελληνικό δημόσιο, δηλαδή από τότε που η ΕΡΓΟΣΕ κάνει την εργολαβία για τη σηματοδότηση και την τηλεδιοίκηση. Δεν καταλαβαίνω πώς είναι δυνατόν το 2014 να γίνεται μια σύμβαση που αναθέτει σε κάποια κοινοπραξία αυτό το έργο και στην συνέχεια, να ακούω ότι, ξέρετε, αυτό το έργο ανατίθεται ως δεσμευτική υποχρέωση επένδυσης στον, στον λειτουργό. Δεν υφίσταται αυτό».