«Το να μπορούμε να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε ή να συμφωνούμε σε κάποια μεγάλα και σημαντικά για τους πολίτες, είναι -αυτό που είπα και χτες- μια κανονική εικόνα, μια εικόνα κανονικότητας, μια εικόνα σοβαρότητας. Η Ελλάδα πρέπει να αφήσει πίσω της και, φαίνεται ότι σε πολλά σημεία, αφήνει πίσω τις εικόνες τοξικότητας, εικόνες διχασμού και να σας πω και κάτι; Όλο αυτό το κλίμα πόλωσης, που καλλιεργήθηκε από συγκεκριμένα κόμματα στο παρελθόν, όχι από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, δεν μας έδωσε τίποτα. Δεν έλυσε κανένα πρόβλημα», ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης σε τηλεοπτική συνέντευξή του στο Open.
Επεσήμανε επίσης μετά από σχετική ερώτηση επί προηγούμενων σχολίων του για «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ» ότι «τα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πολύ μακριά. Τα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ είναι κοντά ιστορικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε κάτι πρωτοφανές στα πολιτικά χρονικά: Να χάνει ως αντιπολίτευση. Γιατί έχανε ως αντιπολίτευση και, μάλιστα, σε πολύ δύσκολα χρόνια πολλών κρίσεων, εισαγόμενων κρίσεων, μεγάλων προκλήσεων; Έχανε γιατί ενώ η κυβέρνηση αντιμετώπιζε δυσκολίες, αλλά έλυνε και προβλήματα, οι αντιπροτάσεις του ήταν μόνο στο πεδίο του λαϊκισμού».
Σχετικά με το αναβληθέν ταξίδι του πρωθυπουργού στη Βηρυτό και το αν πράγματι είχε πρόβλημα το αεροσκάφος, ο κ. Μαρινάκης ανέφερε ότι «πολύ αργά χτες το βράδυ, όπου γίνονται κάποιες δοκιμές από την προηγούμενη μέρα, είχαμε αυτή την ενημέρωση, οπότε το ταξίδι αυτό θα πάει κάποιες μέρες μετά. Θα δούμε με βάση και το πρόγραμμα του πρωθυπουργού και, προφανώς, των ανθρώπων -και των πολιτικών παραγόντων, αλλά και των υπολοίπων που πρέπει να συναντήσει ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Εξωτερικών και ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ- πότε θα μπει. Είναι θέμα λίγων ημερών, πάντως, και ήταν ένα τεχνικό ζήτημα, το οποίο δεν μπορούσε να ξεπεραστεί μέχρι την ώρα αναχώρησης».
Όσον αφορά το σκοπό του ταξιδιού ενώ ακόμη «ούτε έχει εδραιωθεί η εκεχειρία» επεσήμανε: «Επειδή, εμείς αυτό θέλουμε, όχι μόνο η Ελλάδα, όλες οι δημοκρατικές χώρες να εδραιωθεί η ασφάλεια, η εκεχειρία, η ομαλότητα. Όλο αυτό, λοιπόν, δεν μπορεί να γίνει μόνο με διατυπώσεις από τον καναπέ. Σίγουρα αυτές οι κινήσεις δείχνουν ότι υπάρχει αυτή η διάθεση, αυτή η βούληση, αυτή η στήριξη από όλο τον δημοκρατικό κόσμο. Και, βέβαια, όπου μπορούμε να βοηθήσουμε σε ένα επίπεδο συμβουλευτικό, σε ένα επίπεδο παρουσίας, σε ένα επίπεδο ανταλλαγής, ας πούμε, για να μην παρεξηγηθώ, ούτε εξοπλιστικών ούτε όλα αυτά, για να μην ανοίξουμε συζητήσεις που δεν υπάρχουν, εμείς θα το κάνουμε. Ούτως ή άλλως, οι σχέσεις Ελλάδας - Λιβάνου είναι διαχρονικά σημαντικές. Έχουν αντέξει στον χρόνο. Και νομίζω είναι κάτι, μια χώρα που πέρασε τόσο δύσκολα, και ακόμη πολύ σωστά, όπως λέτε, έχει δρόμο μπροστά της αυτό το πράγμα να αποτυπωθεί, έχει ανάγκη και εμείς είμαστε εδώ να βοηθήσουμε ως κράτος».
Κληθείς να σχολιάσει το νομοσχέδιο για τον κατώτατο μισθό που πέρασε στη Βουλή, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε πως αυτό που έλεγε η αντιπολίτευση, στην πραγματικότητα στερούσε από τους εργαζόμενους κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό.
Ως προς δε την ουσία του νομοσχεδίου τόνισε ότι η κυβέρνηση «υιοθετώντας μια ευρωπαϊκή οδηγία έκανε κάποια πάρα πολύ σημαντικά πράγματα. Πρώτον, εξομοίωσε τους δημοσίους υπαλλήλους με τους υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα, γιατί υπήρχε μια αδικία, να αυξάνεται ο κατώτατος μισθός και αυτό να μην συμπαρασύρει τους δημοσίους υπαλλήλους. Πολύ σημαντικό.
Δεύτερον, έβαλε ένα δίχτυ ασφαλείας στον ιδιωτικό τομέα, σύμφωνα με το οποίο απαγορεύεται η μείωση του κατώτατου μισθού.
Τρίτον, έδωσε μια δυνατότητα στις επιχειρήσεις. Πολύ μεγάλη αξία και αυτό.
Τέταρτον, η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν θα υπολογίζεται με βάση τον πληθωρισμό αορίστως, γενικώς, αλλά με βάση τον πληθωρισμό των ανθρώπων οι οποίοι έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Δηλαδή, του 20% των συμπολιτών μας που τα βγάζουν πιο δύσκολα. Και, εδώ έρχεται το επίδικο. Τι λέει η αντιπολίτευση; Η αντιπολίτευση λέει ελεύθερες συλλογικές συμβάσεις… Εμείς τι λέμε; Προσέξτε. Συλλογικές συμβάσεις ελεύθερες, αλλά όχι κάτω από το δίχτυ προστασίας το οποίο δεν μπορεί να μειώνεται από χρόνο σε χρόνο. Δηλαδή, εμείς τι λέμε; Το '27 για παράδειγμα, ο κατώτατος μισθός μπορεί να είναι 950 ευρώ ή και παραπάνω… ».
Είπε συμπληρωματικά ότι και τώρα υπάρχει κατώτατος μισθός. «Και, μάλιστα τώρα ο κατώτατος μισθός αυτός, δεν έχει κάποιο δίχτυ προστασίας. Δηλαδή, αυτό το οποίο αλλάζει ουσιαστικά είναι η ασφάλεια. Και αυτό το οποίο αλλάζει επίσης, είναι τα κριτήρια - θα συνεχίσει το κράτος να κάνει διάλογο με τους φορείς, θα συνεχίσει το κράτος να κάνει διάλογο με τις επιχειρήσεις - Η διαφορά ποια είναι; Δεν θα μπορεί αυθαίρετα να το πάει χαμηλότερα απ' ότι η ίδια η πραγματικότητα το λέει. Αν θέλουν οι εργαζόμενοι με τις επιχειρήσεις να το πάνε παραπάνω, όπως και σήμερα, θα μπορούν. Δεν υπάρχει κάποιο σημείο του νόμου, που στερεί ένα δικαίωμα από έναν εργαζόμενο».
Για την έκθεση του ΟΟΣΑ και τα κομμάτια που αναφέρονται στις φοροαπαλλαγές ο κ. Μαρινάκης είπε ότι «είναι μια επιβεβαίωση της λογικής, αλλά και της ανάγκης των μεταρρυθμίσεων. Δηλαδή, να βλέπουμε και τις δύο πλευρές. Ουσιαστικά είδαμε ότι δεν είμαστε τρελοί, όταν λέμε κάποια πράγματα σε μια δύσκολη πραγματικότητα για τον κόσμο, για να μην παρεξηγηθώ, ακόμα ο κόσμος περνάει δύσκολα και πρέπει να κάνουμε περισσότερα, αλλά ο ΟΟΣΑ είπε, επίσης, "ναι", κάντε και μεγάλες μεταρρυθμίσεις, συνεχίστε να κάνετε».
Σχετικά με το αν θα υπάρξουν αλλαγές στις φοροαπαλλαγές ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σχολίασε ότι «έχει σημασία αυτό, γιατί ούτε αξίζει, ούτε πρέπει, ούτε μπορούμε να πανηγυρίζουμε με αυτά τα οποία κάνουμε, αλλά ούτε και να μηδενίζουμε και να λέμε ότι η Ελλάδα είναι η χειρότερη χώρα, ως προς την πολιτική που εφαρμόζει για την τσέπη των πολιτών. Στις φοροαπαλλαγές, αυτό που μπορώ να σας πω εγώ, δηλαδή στις μειώσεις φόρων, είναι ότι ο καθένας μπορεί και να βγαίνει και να λέει ό,τι θέλει, προφανώς, αρκεί να το κοστολογεί. Υπάρχει, όμως, και μία λέξη που λέγεται αξιοπιστία. Εμείς μπορούμε να μιλάμε στον κόσμο και να μας πιστέψει ότι και το 2026 και το 2027, γιατί το 2025 νομοθετήθηκαν δώδεκα φοροαπαλλαγές, θα δούμε περισσότερες φοροαπαλλαγές και πρώτα ο Θεός θα έχουμε περισσότερες». Και πρόσθεσε: «Θα έχουμε παραπάνω φοροαπαλλαγές και το 2026 και το 2727. Έχουμε το πρόγραμμά μας, μακάρι να καταφέρουμε και περισσότερο. Εγώ αυτό που υπόσχομαι, εκπροσωπώντας την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό, θα δούμε το λιγότερο, τουλάχιστον, αυτά που λέει το πρόγραμμά μας. Ίσως και περισσότερα».
Σε σχόλιο σχετικά με το ότι «η Ελλάδα αναπτύσσεται, οι αριθμοί ευημερούν, η κοινωνία όχι», ο κ. Μαρινάκης ανέφερε: «αυτό είναι το μεγαλύτερο στοίχημα αυτής της κυβέρνησης. Η απάντηση που σας έδωσα πριν δείχνει ότι έχουμε διανύσει ένα σημαντικό δρόμο σε αυτό το στόχο, είναι όμως πολύ λογικό ο κόσμος ακόμα να περιμένει πολλά και να απαιτεί περισσότερα, γιατί δεν έχουμε φθάσει στο επιθυμητό σημείο. Το γεγονός ότι είμαστε οι πρώτη χώρα σε ρυθμούς μείωσης της απόστασης, δεν σημαίνει ότι έχουμε καλύψει την απόσταση».
Μετά από ερωτήσεις τηλεθεατών γιατί ο ΟΟΣΑ προτείνει μείωση ή εξάλειψη των χαμηλών φοροαπαλλαγών για τους συνταξιούχους κι αν υπάρχει περίπτωση να γίνει κάτι τέτοιο και τι αλλαγές σχεδιάζει η κυβέρνηση στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Λοιπόν, ως προς τους συνταξιούχους δεν πρόκειται να πάρουμε κανένα μέτρο σε βάρος τους. Οι συνταξιούχοι θεωρώ και η νέα γενιά, δηλαδή ευρύτερα η μεσαία τάξη, που απαρτίζεται και από ανθρώπους οι οποίοι δούλευαν μια ζωή, αλλά και από νεότερα παιδιά τους τριαντάρηδες, τους σαραντάρηδες, τη δική μου τη γενιά, είναι αυτοί που πλήρωσαν περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη γενιά, αυτή την κρίση. Γιατί; Γιατί οι μεγάλοι άνθρωποι που δούλευαν μια ζωή, είδαν ξαφνικά περικοπές σε λεφτά τα οποία έχουν δώσει, για αυτό και αποτελούν απόλυτη προτεραιότητα για μας και οι νεότερες γενιές, είτε είναι λίγο πιο νέοι, είτε είναι λίγο μεγαλύτεροι, στη γενιά των 40, όσο θυμούνται τον εαυτό τους τα τελευταία 15 χρόνια ακούνε για μία κρίση. Οικονομική κρίση, πληθωριστική κρίση, πανδημία, όλα αυτά δυστυχώς ήταν αντικειμενικά, έγιναν, αλλά δεν έφταιγαν οι ίδιοι για τίποτα από όλα αυτά. Άρα η πολιτική μας είναι πάρα πολύ συγκεκριμένη. Έχει στόχο τις φοροαπαλλαγές, γιατί; Γιατί ο μόνος τρόπος να δημιουργήσεις παραπάνω, να μεγαλώσεις την πίτα, είναι με το να φέρεις επιχειρήσεις στη χώρα, να ενισχύσεις τις υπάρχουσες επιχειρήσεις με φοροαπαλλαγές, με την ψηφιακή διακυβέρνηση που πλέον υφίσταται, με τις αλλαγές οι οποίες πλέον έχουν γίνει, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας».
Για την κλίμακα φορολόγησης στη συνέχεια επεσήμανε: «ήμασταν η κυβέρνηση που έριξε τον φόρο των επιχειρήσεων και τον φόρο εισοδήματος, μείωσε την προκαταβολή φόρου, που ήταν στο 100% και το πήγαμε αναλόγως με την περίπτωση στο 55 και στο 80%, ουσιαστικά δηλαδή το μείωσε μέχρι και το μισό και μια σειρά από άλλους σημαντικούς φόρους. Ο στόχος μας είναι περαιτέρω φοροαπαλλαγές, περιγράφονται στο πρόγραμμά μας, όμως το ξαναλέω, υπάρχουν πλέον δύο απαράβατοι κανόνες. Για αυτό και λέμε το λιγότερο το πρόγραμμα μας και μπορεί και παραπάνω. Το ένα είναι η οροφή δαπανών. Δεν μπορείς δηλαδή να δώσεις πάνω από το 3% και αυτό που μπορείς να κάνεις, είναι ο δεύτερος κανόνας, είναι από τα έσοδα που εισπράττεις από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Αυτό λοιπόν θα ακολουθήσουμε. Θεωρώ ότι οι προβλέψεις και για την μείωση του χρέους, οι οποίες πλέον είναι εγκεκριμένες. Η Ελλάδα είναι μια από τις 8 χώρες που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εγκρίνει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της, είναι πολύ σημαντικό, γιατί μπορούμε να κάνουμε μια πολιτική η οποία να προβλέπει δύο χρόνια μπροστά. Εφόσον αυτά επιβεβαιώνονται και φαίνεται ότι θα επιβεβαιωθούν, θα μπορούμε να δίνουμε και περισσότερα. Αλλά αυτά τα περισσότερα δεν θα είναι δανεικά από τις επόμενες γενιές».
Σε ερώτηση σχετικά με τις τράπεζες ο κ. Μαρινάκης είπε: «Έχουμε εισαγάγει το σύστημα IRIS, το οποίο είναι δωρεάν για τους ιδιώτες και με πολύ χαμηλές χρεώσεις για τους επαγγελματίες» και υπενθύμισε ότι μετά από αυτό που συνέβη το 2015 ήμασταν μια χώρα που «είχαμε κλειστές τράπεζες. Να θυμίσω ότι εμείς είχαμε capital controls, ουρές έξω από τις τράπεζες, δεν ήμασταν όπως οι άλλες χώρες, τις οποίες επικαλείται η αντιπολίτευση. Αυτό που συνέβη στην Ελλάδα δεν συνέβη σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, έπρεπε να στηρίξουμε το τραπεζικό σύστημα, γιατί το τραπεζικό σύστημα δεν είναι αόριστο. Είναι και τα λεφτά των ανθρώπων, είναι τα δάνεια των συμπολιτών μας… ».
Πρόσθεσε πως «πράγματι οι τράπεζες, σε μια σειρά από παρεμβάσεις της κυβέρνησης έχουν κάποια βήματα, αλλά όχι όσα θα θέλαμε, δεν έχουνε ανταποκριθεί όσο θα θέλαμε. Δεν θεωρούμε ούτε τις χρεώσεις λογικές, υπερβολικές τις θεωρούμε και εμείς και η αντιπολίτευση και καλά κάνει και τις θεωρεί και τα επιτόκια καταθέσεων δεν είναι τα αναμενόμενα για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Εδώ έρχεται λοιπόν ένα κοινό συμπέρασμα… Πάμε λοιπόν στο τι λέει η αντιπολίτευση… Η αντιπολίτευση, λέει, έλα, λοιπόν, πάμε να τις φορολογήσουμε τις τράπεζες. Όταν ζητάς από κάποιον, έχει σημασία ο κόσμος να καταλαβαίνει τι θέλουμε να κάνουμε και αν αυτό το οποίο προτείνουμε θα λύσει το πρόβλημα ή θα το διογκώσει. Όταν ζητάς από κάποιον δικαίως, ευλόγως, να μειώσει χρεώσεις ή να αυξήσει, δηλαδή, να δώσει στον κόσμο ανάσα -αυτό ζητάς- όταν του βάζεις φόρο, θα δώσει ανάσα στον κόσμο ή θα πει "α, τώρα μου έβαλες και φόρο, εγώ θα στηλώσω τα πόδια"… Ο στόχος της κυβέρνησης είναι οι τράπεζες να διευκολύνουν τους πολίτες, δηλαδή να μειώσουν τις χρεώσεις περαιτέρω και να δώσουν μία περισσότερη ανάσα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».
Εξήγησε πως «επίκειται μία πολύ σημαντική συζήτηση στη Βουλή, που θα κρατήσει -δόξα τω Θεώ- πέντε ημέρες, από την Τετάρτη μέχρι την Κυριακή για τον Προϋπολογισμό. Εκεί θεωρώ ότι θα έχουμε ανακοινώσεις και για το ζήτημα των τραπεζών.
Όσον αφορά την πρόωρη, όπως τη χαρακτηρίζει η κυβέρνηση συζήτηση για Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο κ. Μαρινάκης τόνισε: «Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή συζήτηση για Πρόεδρο της Δημοκρατίας». Ως προς το γιατί πρέπει να περιμένουμε μέχρι τον Ιανουάριο, επεσήμανε: «Γιατί είναι ο κορυφαίος πολιτειακός παράγων της χώρας, εν προκειμένω η κυρία Σακελλαροπούλου που επιτελεί με μεγάλη ευπρέπεια τα καθήκοντά της, είναι ένα πρόσωπο το οποίο εκπέμπει αξιοπιστία και είναι η Πρόεδρος της Δημοκρατίας της χώρας μας». Επανέλαβε πως «ακόμα δεν έχει γίνει καμία συζήτηση απολύτως». Διαβεβαίωσε επίσης πως η κυβέρνηση δεν πρόκειται να παίξει με τους θεσμούς «πάνω σε ένα πολύ σημαντικό πολιτειακό ζήτημα, όπως είναι η εκλογή νέου ή νέας ή επανεκλογή, τέλος πάντων - γιατί δεν υπάρχει καμία συζήτηση ακόμα - Πρόεδρου της Δημοκρατίας, όπως έκανε ο κ. Τσίπρας. Δεν θα παίξουμε, δηλαδή, με το ζήτημα αυτό για παιχνίδια εξουσίας».