Την εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και της ψηφιακής επανάστασης μήπως η Αθήνα θα μπορούσε να ξαναγίνει το επίκεντρο μιας νέας φιλοσοφίας;
του Νίκου Καραγεωργίου
Πρoέδρου του Ελληνικού Συνδέσμου Βιομηχανικών Επωνύμων Προϊόντων (ΕΣΒΕΠ)
Πριν λίγο καιρό, το σοβαρό Γαλλικό περιοδικό “LePoint” σε ειδικό αφιέρωμά του έθετε ένα σοβαρό ερώτημα: αυτό του μήπως η περίφημη SiliconValley στην Καλιφόρνια, στις μέρες μας, είναι η νέα Αθήνα; Με άλλα λόγια, το περιοδικό, πολύ ορθά κατά τη γνώμη μου, προβληματιζόταν μήπως η περιοχή – μήτρα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, που είναι η Καλιφόρνια, παίζει σήμερα τον ίδιο ρόλο που 2.500 χιλιάδες χρόνια πριν έπαιζε για τον τότε κόσμο η Αθήνα.
Ποιος αμφιβάλλει ότι ο προβληματισμός αυτός είναι καίριος και επίκαιρος. Για έναν πολύ απλό λόγο. Με αφετηρία τους προσωκρατικούς φιλόσοφους της Ιωνίας, από τον Θαλή τον Μιλήσιο, έως τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα, η Αθήνα του Παρθενώνα και της Αθηνάς, υπήρξε η μαμή του ορθού λόγου και της ανθρώπινης προόδου που στηρίχθηκε πάνω σε αυτόν. Υπό αυτήν την έννοια, ο Ελληνισμός της εποχής εκείνης, ήταν ο φορέας της κατάργησης του μύθου και της ανάδειξης ενός νέου τρόπου σκέψης που έδωσε στην ανθρώπινη νοημοσύνητη δυνατότητα να γίνει για τον άνθρωπο εργαλείο προόδου. Ταυτόχρονα όμως επειδή σε κάθε πρόοδο γεννώνται απέναντί της οι δυνάμεις της αντίδρασης, είναι αυτονόητο ότι ο ορθός λόγος έγινε και πεδίο συγκρούσεων. Συγκρούσεις, που κατά κανόνα χαρακτηρίζουν τις εποχές μετάβασης και ριζικών μετασχηματισμών. Έτσι λοιπόν, μια τέτοια εποχή είναι και η δική μας. Μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο ο δυτικός κόσμος γνώρισε μια πρωτοφανή εποχή ανάπτυξης, τις ιδέες της οποίας σήμερα υιοθετούν και οι περισσότερες χώρες του κόσμου. Μια ανάπτυξη η οποία προκάλεσε και βαθύτατους παραγωγικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς και η οποία σήμερα βρίσκεταισε μια καινούργια φάση αλλαγής εποχής και υποδείγματος.
Για όσους παρακολουθούν τα παγκόσμια δρώμενα είναι σαφές ότι ύστερα από μια σχετικά μεγάλη και πρωτόγνωρη περίοδο ειρήνης και ευημερίας και έπειτα από δύο δεκαετίες αυξανόμενης ενσωμάτωσης, ανοικτών κοινωνιών και συμμετοχικότητας, η ζυγαριά τώρα γέρνει προς τον κατακερματισμό, τον εθνικισμό και νέου τύπου συγκρούσεις. Αυτές οι εξελίξεις σημειώνονται καθώς μετράμε ήδη δεκαετίες του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης, η οποία αφ’ εαυτήςοδήγησε σε μια εκπληκτική περίοδο γενικευμένης προόδου. Κατά συνέπεια, αυτή η πρόοδος σήμερα έχει δημιουργήσει νέες συνθήκες κοινωνικής ανάπτυξης οι οποίες δυστυχώς δημιουργούν νέου τύπου ανισότητες.
Η κατάργηση του ενδογενούς χαρακτήρα των τεχνολογικών αλλαγών της εποχής μας οδηγεί σε έναν αμείλικτο ανταγωνισμό για διαρκή αλλαγή και προβάδισμα, κυρίως στις αναπτυγμένες οικονομίες, τις οποίες όμως ακολουθούν πλέον κατά πόδας και οι μεγάλες αναδυόμενες χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία. Στο μέτρο δε που οι σημερινές αλλαγές συντελούνται με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα από ότι οποτεδήποτε στο παρελθόν, οι κοινωνίες που έχουν την ικανότητα να ανταποκριθούν στο νέο τοπίο γνωρίζουν, ότι όσο πιο γρήγορα και πιο μπροστά προχωρήσουν, τόσο πιο πολύ θα ωφεληθούν σε όρους εξουσίας, στρατιωτικής και πολιτικής δύναμης, πλούτου, ελέγχου του περιβάλλοντός τους. Στο πλαίσιο αυτό η σημερινή τεχνολογική πρόοδος και η ταχύτητά της δημιουργούν κοινωνίες ανάπτυξης από την μια πλευρά και κοινωνίες υστέρησης από την άλλη, οι οποίες δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις και άρα γίνονται πηγές ασύμμετρων αντιδράσεων (θρησκευτική τρομοκρατία κλπ.).
Σε αυτή τη νέα εποχή είναι ξεκάθαρο ότι η δικαιότερη κατανομή πλούτου δεν είναι επαρκής όρος αμβλύνσεως των διαφορών και των ανισοτήτων. Απαιτείται και δικαιότερη διάχυση και κατανομή του παραγόμενου αφειδώς πλέον γνωστικού πλούτου. Με διαφορετικά λόγια, σήμερα και αύριο πολλά θα εξαρτηθούν από τα εκπαιδευτικά συστήματα, δηλαδή από την παγκοσμιοποίηση μιας νέας παιδείας. Στο επίπεδο αυτό ο Ελληνισμός ως φιλοσοφία πολύπλευρης ανάπτυξης του ανθρώπου θα μπορούσε εκ νέου, μετά από 2.500 χιλιάδες χρόνια, να ξαναγίνει το εφαλτήριο μιας ανθρωπότητας του αύριο καλύτερης, πνευματικότερης και πιο αλληλέγγυας από αυτή του χθες.