Της Ειρήνης Αεράκη, Supervising Senior Advisor, Συμβουλευτικό Τμήμα, KPMG
Η εξάπλωση των ολοένα και περισσότερων ειδήσεων και απόψεων που αφορούν τον COVID-19, οδηγεί παγκόσμιους και υπερεθνικούς οργανισμούς, κυβερνήσεις, εποπτεύουσες αρχές, κεντρικές τράπεζες και επιχειρήσεις να αναλογιστούν το πώς θα πρέπει να διαχειριστούν τους σημαντικότερους για τη λειτουργία τους παράγοντες. Είναι δεδομένο ότι όλοι οι οργανισμοί παντός κλάδου, καθώς και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, θα εξακολουθήσουν για το προσεχές μέλλον να αντιμετωπίζουν τις επιπτώσεις της εξάπλωσης του COVID-19. Οι ηγέτες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων παγκοσμίως επικεντρώνονται στις προκλήσεις σε κάποιους βασικούς παράγοντες αναφορικά με τον αντίκτυπο αυτής της πανδημίας και την υιοθέτηση των όλο και αυστηρότερων μέτρων περιορισμού που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις για την καταστολή και αντιμετώπιση του ιού.
Πρωταρχικός και σημαντικότερος παράγοντας είναι ο άνθρωπος. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει ο κάθε οργανισμός το προσωπικό του στην παρούσα φάση θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στην ευημερία των ίδιων των ανθρώπων, και κατά συνέπεια, στην αφοσίωση και την παραγωγικότητά τους στο παρόν και το μέλλον. Είναι σημαντικό να επικοινωνείται εντός του οργανισμού η υποστήριξη προς το προσωπικό ρυθμίζοντας τις εργασίες και τους στόχους τους, με βασικό μέλημα την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς τις οικογένειές τους. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, σε παγκόσμιο επίπεδο και συχνά, σε επικοινωνία με τις εποπτεύουσες αρχές πραγματοποιούν σημαντικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας τους, συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητας εργασίας από το σπίτι σε όσες περιπτώσεις είναι αυτό δυνατό, με στόχο τη διαφύλαξη ισορροπίας μεταξύ της υγείας και ασφάλειας προσωπικού και πελατών, και της ομαλής συνέχισης των εργασιών τους, στο πλαίσιο της επιχειρησιακής συνέχειας.
Άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας είναι οι πελάτες, οι ανάγκες των οποίων ούτε παύουν, ούτε καταστέλλονται. Για τον λόγο αυτό, η διαφύλαξη της συνέχειας των εργασιών ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος είναι καίριας σημασίας. Για την επίτευξη της ομαλής συνέχειας εργασιών, εκτός από τις αποτελεσματικές πλατφόρμες και υπηρεσίες παροχής ηλεκτρονικών υπηρεσιών, απαιτείται και επανεξέταση και επικαιροποίηση του σχεδίου επιχειρησιακής συνέχειας, ώστε να τεθούν μέτρα αντιμετώπισης παρόμοιων καταστάσεων.
Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να μπορούν να κατανοούν πλήρως τους διαθέσιμους πόρους κεφαλαίου και ρευστότητας και να αξιολογούν την επάρκειά τους. Οι κεντρικές τράπεζες πιέζονται να διαμορφώσουν και διαθέσουν πακέτα κινήτρων για να αντισταθμίσουν μια ακόμα συστημική κρίση ρευστότητας. Αυτό θα μειώσει το κόστος δανεισμού, αλλά παραμένει ο κίνδυνος ορισμένες εταιρείες να κρατήσουν μετρητά, ανοίγοντας πιστωτικά όρια για να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους «ζωντανές» μέχρι το πέρας της κρίσης. Τα ιδρύματα, λοιπόν, θα πρέπει να είναι σε θέση να προβλέπουν άμεσα και με ακρίβεια τις ανάγκες και την πιστοληπτική ικανότητα των πελατών τους, ώστε να μπορέσουν να διαχειριστούν την κάθε περίπτωση με τον πλέον κατάλληλο τρόπο. Ο σχεδιασμός σεναρίων και σχεδίων έκτακτης ανάγκης μπορεί να βοηθήσει τα ίδια τα ιδρύματα και τους πελάτες τους να λάβουν καλύτερες αποφάσεις ενόψει ενός ιδιαίτερα ευμετάβλητου λειτουργικού περιβάλλοντος, λόγω πανδημίας, ή και άλλης ακραίας κατάστασης.
Αξίζει τέλος, να αναφερθεί και ο παράγοντας «ασφάλεια και προστασία δεδομένων». Κρίνεται απαραίτητη η επένδυση στην αξιολόγηση της ασφάλειας των πληροφοριακών συστημάτων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και η διατήρηση ή υιοθέτηση συστημάτων που διασφαλίζουν τη συνεχή και ασφαλή παροχή υπηρεσιών, ακόμα και σε ακραίες καταστάσεις. Η αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να επεκτείνεται τόσο σε προμηθευτές όσο και σε εξωτερικούς συνεργάτες, στους οποίους έχουν αναθέσει εργασίες τους.