Η κρίση ως αναδιαμόρφωση
Η κρίση που ζούμε προέκυψε στο μικροεπίπεδο ενός ιού που εισήλθε στον ανθρώπινο κόσμο. Αυτό οδήγησε στο πιο εκτεταμένο βιοπολιτικό πείραμα που πραγματοποιήθηκε ποτέ και, για τους περισσότερους Ευρωπαίους των μεταπολεμικών γενιών, οι τελευταίοι μήνες υπήρξαν πιθανώς τα πιο αποδιοργανωτικά βιώματα στη ζωή τους.
Ο ιός είναι αόρατος, άοσμος, ανεπαίσθητος. Εξαπλώθηκε, όμως, μέσα από τα δίκτυα του εμπορίου, των μεταφορών και της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, που αποτελούν τη βάση των παγκοσμιοποιημένων υπάρξεών μας, και είχε επιπτώσεις που είναι μαζικά ορατές και αισθητές: χαμένες ζωές, υπερπλήρη νοσοκομεία, υπερχειλίζοντα νεκροτομεία, δρόμοι και ουρανοί άδειοι από αυτοκίνητα και αεροπλάνα, μετασχηματισμένα ή κονιορτοποιημένα εργασιακά μοντέλα, επιδεινωμένες ανισότητες, την ελευθερία μετακίνησης και συνάθροισης υπό περιορισμούς και επιτήρηση.
Εν μέσω όλης αυτής της κατάστασης, όπως πολλοί άλλοι, έτσι κι εγώ αισθάνομαι την ανάγκη να προσπαθήσω να κατανοήσω πώς το επαγγελματικό μου περιβάλλον, ο μη-κερδοσκοπικός πολιτιστικός τομέας στην Ευρώπη, έχει διαταραχτεί από την κρίση, πώς μέσα στο συγκεκριμένο δίκτυο έχουν μετασχηματιστεί πεποιθήσεις, υποδομές και υλικές συνθήκες και πώς ο μετασχηματισμός του θα μπορούσε με τη σειρά του να επηρεάσει συνολικά το δίκτυο.
Οι τρόποι που αντιδρούν και δρουν οι πολιτιστικοί οργανισμοί επηρεάζουν τη συνολική εξέλιξη του κόσμου μας και εκεί ακριβώς έγκειται η ευθύνη μας. Έτσι, το να σκεφτούμε μέσα από την τρέχουσα κατάσταση μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα, όχι μόνο το τι είναι οι καλλιτεχνικοί οργανισμοί, αλλά και πώς ο μετασχηματισμός τους μπορεί να αποτελέσει παράγοντα που θα καθορίσει την κατεύθυνση στην οποία θα οδηγηθούν οι κοινωνίες μας.
Επιβίωση σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο
Ένα πρώτο σημείο προβληματισμού είναι ότι η κρίση της Covid-19 έθεσε μια σοβαρή απειλή στην ευρωπαϊκή ενότητα, τόσο λόγω της δυσκολίας άρθρωσης μιας κοινής απάντησης, όσο και επειδή εξασθένισε τη σημασία μιας πραγματικά ευρωπαϊκής απάντησης χάριν εθνικών πρωτοβουλιών και τοπικών δράσεων, ακόμα κι αν αυτές παρουσιάστηκαν σαν επιδίωξη τόνωσης της "ψηφιακής κινητικότητας" και της διακρατικής συνεργασίας και χρηματοδοτούνταν από την Ε.Ε. Ένα δεύτερο σημείο είναι ότι το νέο ευρωπαϊκό σχέδιο ανάκαμψης οικοδομείται πάνω σε πολιτικές που σχεδιάστηκαν πριν από την κρίση, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και η ψηφιακή μετάβαση. Για την ακρίβεια, ένα από τα βασικά συμπεράσματα από τη μέχρι τώρα εμπειρία μας είναι ότι η κρίση της Covid-19 έχει λειτουργήσει περισσότερο ως επιταχυντής τάσεων παρά ως μήτρα γέννησης νέων.
Αλληλεγγύη σε ένα κατακερματισμένο τοπίο
Πώς αντέδρασαν οι πολιτιστικοί οργανισμοί και τα συνεργαζόμενα δίκτυά τους; Συνολικά, υπήρξε μια άμεση και πανευρωπαϊκή επικοινωνία μεταξύ των δικτύων και μια επιθυμία για ανεύρεση τρόπων συνεργασίας. Αυτό εκδηλώθηκε με τη συλλογική επιστολή που έστειλαν στην Επιτροπή 37 πολιτιστικά δίκτυα, με την ανάπτυξη εργαλείων συγκέντρωσης πληροφοριών, στα οποία αναφερθήκαμε νωρίτερα, προκειμένου να βοηθήσουν τους οργανισμούς να παρακολουθούν τα μέτρα στήριξης και με τα μυριάδες συνεργατικά πρότζεκτ και τις πλατφόρμες που ανέκυψαν για την προώθηση έργων τέχνης, καλλιτεχνών και οργανισμών.
Είναι εμφανές ότι υπάρχει ανάγκη για μια ευρωπαϊκή πολιτιστική περιοχή ανταλλαγής και συνεργασίας, στην οποία οι οργανισμοί να μπορούν να δουλεύουν μαζί στη βάση προγραμμάτων και πρότζεκτ που αφορούν τους ίδιους και το κοινό τους, ότι αυτό το διακρατικό έργο χρειάζεται διακρατική στήριξη που δεν παρέχεται από τα τοπικά προγράμματα των επιμέρους χωρών, ότι αυτή η πολιτιστική περιοχή θεωρείται απειλούμενη πλέον και ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει επαρκώς εκτιμήσει τη σημασία της για το ευρωπαϊκό σχέδιο.
Φυσικά, η ίδια η πανδημία απέκοψε τα κανάλια συνεργασίας: τα σύνορα σφραγίστηκαν και η κίνηση περιορίστηκε με έναν τρόπο που καμία μεταπολεμική γενιά δεν είχε βιώσει ξανά. Ο συνδυασμός του κλεισίματος των φυσικών συνόρων και των επιμέρους κρατικών απαντήσεων για τη στήριξη των τοπικών πολιτιστικών σκηνών δημιουργεί έναν πραγματικό κίνδυνο ανάδυσης "εθνικών" πολιτιστικών ιδεολογιών και πολιτικών.
Το κλείσιμο των συνόρων είχε άμεσες συνέπειες και σε άλλα πρακτικά και οικονομικά επίπεδα, καθώς επηρέασε ριζικά ολόκληρο το κύκλωμα περιοδειών, που ήταν ένα κυρίαρχο χαρακτηριστικό του ευρωπαϊκού πολιτιστικού τομέα. Αυτό επηρεάζει κυρίως τις μεγάλης κλίμακας παραγωγές, οι οποίες συχνά ήταν οικονομικά βιώσιμες μόνο εάν περιόδευαν εκτενώς και παρουσιάζονταν σε γεμάτες αίθουσες. Η επιβράδυνση στον τουρισμό επηρέασε κατά παρόμοιο τρόπο τα μεγάλα μουσεία, τα έσοδα των οποίων εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τέτοιους επισκέπτες.
Covid-19, η κλιματική έκτακτη ανάγκη και οι τέχνες
Όπως ακριβώς η κρίση του νέου κορωνοϊού τέμνεται με άλλες κρίσεις (την προσφυγική κρίση, τον εθνικισμό), το ίδιο συμβαίνει και με την κλιματική κρίση. Η ξαφνική διακοπή των ταξιδιών και πολλών μορφών βιομηχανικής παραγωγής κατέστησε σαφείς τις επιπτώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας στο περιβάλλον μας.
Όπως και με το προηγούμενο θέμα των συνόρων, αλλά αυτή τη φορά με αξιέπαινες προθέσεις, η κινητικότητα εντός του πολιτιστικού τομέα τέθηκε υπό αμφισβήτηση πριν από την πανδημία.
Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα εξελιχθεί ο τομέας στο συγκεκριμένο ζήτημα, αν και ήδη είναι εμφανείς δύο τάσεις: θα υπάρχουν όλο και λιγότερες περιοδείες και οι περισσότερες από αυτές θα είναι ως επί το πλείστον περιορισμένες τοπικά, ενθαρρύνοντας τη μετακίνηση μέσω τρένου.
Η σχετική επίπτωση μοιάζει ολοφάνερη: η συγκέντρωση επαρκών πόρων, εκτενούς σιδηροδρομικής κάλυψης και γεωγραφικής εγγύτητας θα ενισχύσει μια κύρια ζώνη περιοδειών στην κεντρική και βορειοδυτική Ευρώπη και θα εδραιώσει μια περιφέρεια σε όλη την υπόλοιπη ήπειρο, που θα κληθεί να αναπτύξει τα δικά της περιφερειακά δίκτυα και, κατά συνέπεια, θα παραμείνει εκτός των περισσότερων προγραμματισμών περιοδειών.
Παρότι το αποτύπωμα άνθρακα των περιοδειών είναι κάτι που σίγουρα πρέπει να αντιμετωπιστεί, ένα παράπλευρο αποτέλεσμα μπορεί να είναι ο περαιτέρω γεωγραφικός κατακερματισμός του πολιτιστικού τομέα και μια αύξηση στις ήδη υπάρχουσες ανισότητες. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι, αν και αυτή είναι μια τάση που ενισχύθηκε στους πρώτους μήνες των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, θα συνεχίσει να ενδυναμώνεται ακόμα κι όταν η πανδημία τεθεί υπό πλήρη έλεγχο.
Σωματική απόσταση και καλλιτεχνικές φόρμες
Είναι δύσκολο, την περίοδο που γράφονται αυτές οι γραμμές, να προβλέψουμε πόσο καιρό θα διαρκέσουν άλλες άμεσες επιπτώσεις της πανδημίας, και κυρίως η πολύ περίεργη και άβολη προσταγή της "κοινωνικής απόστασης".
Πολλά θα εξαρτηθούν από την αλλαγή των κανονισμών με την πάροδο του χρόνου, για παράδειγμα όταν γίνουν διαθέσιμα τα εμβόλια, αλλά και από το πόσο έχουν επηρεαστεί οι στάσεις του κόσμου από την εμπειρία τους στην υποβολή των πιο ακραίων μέτρων βιοπολιτικού ελέγχου που έχει δει ποτέ ο κόσμος.
Η ανάγκη δημιουργίας και προγραμματισμού λιγότερο ακριβών παραγωγών ή εκθέσεων θα είναι ισχυρή, για όσο διάστημα οι κανονισμοί για τις σωματικές αποστάσεις στους χώρους παραστατικών τεχνών και στα μουσεία ή οι στάσεις του κοινού θα καθιστούν αδύνατη την παραγωγή επαρκών εσόδων από τις πωλήσεις των εισιτηρίων.
Θα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να δούμε πώς θα αντιδράσουν οι καλλιτέχνες και οι επιμελητές, θέτοντας ίσως σε δοκιμασία εδραιωμένες φόρμες και μέσα, αλλά επίσης και πώς οι οργανισμοί που αναπτύχθηκαν στη διάρκεια των περασμένων δεκαετιών θα εξελιχθούν εν μέσω της συρρίκνωσης καλλιτεχνικών μορφών και κοινού.
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες σημειώθηκε άνθιση στην ανάπτυξη μεγάλων πολιτιστικών υποδομών. Στις σημερινές συνθήκες, μεγάλο μέρος αυτών των υποδομών συνιστά παθητικό. Η πρόκληση δεν είναι ασφαλώς ίδια για τα μουσεία ή τις γκαλερί και για τα θέατρα, τις αίθουσες συναυλιών και τους μικρότερους χώρους παραστατικής καλλιτεχνικής έκφρασης, αλλά σε όλες τις περιπτώσεις θα πρέπει να υπάρξει αναθεώρηση των επιχειρηματικών μοντέλων και των τρόπων που παρουσιάζεται η τέχνη.
Ανθεκτικότητα και κοινότητα
Η Ε.Ε. και τα κράτη-μέλη, αν και σε πολύ διαφορετικό βαθμό, έσπευσαν να διασφαλίσουν τη βραχυπρόθεσμη ρευστότητα των εργαζομένων και των οργανισμών, αλλά τα μέτρα αυτά είναι προσωρινά. Καθώς το ζήτημα της χρηματοδότησης, που ούτως ή άλλως ήταν πάντα ψηλά στην ατζέντα των περισσότερων οργανισμών και καλλιτεχνών, γίνεται ακόμα πιο επείγον (στο πλαίσιο μιας τρομακτικής παγκόσμιας οικονομικής προοπτικής), και ο αριθμός επισκεπτών ή θεατών αποκτά δευτερεύουσα σημασία στις νέες συνθήκες ως στοιχείο μέτρησης, οι χορηγοί (ιδιώτες ή δημόσιοι) θα απαιτούν διαφορετική επικύρωση της απήχησης της στήριξής τους.
Και πάλι, εδώ δεν πρόκειται για μια νέα τάση. Τουλάχιστον για τα τελευταία 15 χρόνια, τα πρότζεκτ αξιολογούνται ολοένα και περισσότερο βάσει της συνεισφοράς τους σε πολιτικές, κοινωνικές/φιλανθρωπικές και αναπτυξιακές ατζέντες. Πιο πρόσφατα έχουν κερδίσει έδαφος ζητήματα ισότητας, συμπερίληψης και ποικιλότητας, υπογραμμίζοντας τη σημασία των στρατηγικών που εκπονούν οι καλλιτεχνικοί οργανισμοί για να ανοιχτούν σε νέα κοινά. Η πανδημία είναι πολύ πιθανό να υπερτονίσει αυτές τις τάσεις.
Σημαντικό έδαφος κερδίζει επίσης η ιδέα ότι η ανθεκτικότητα ενός οργανισμού συνδέεται ενδεχομένως με τη δύναμη της σχέσης του με την κοινότητά του, υπό μια ευρεία έννοια. Αυτό το συνολικό πλαίσιο θέτει μια πρόκληση στον πολιτιστικό τομέα. Το πώς θα αντιδράσει σε αυτήν θα είναι, κατά τη γνώμη μου, το καθοριστικό στοιχείο των επόμενων ετών. Πολλές από τις υποκείμενες ανησυχίες που αναδύθηκαν από την αναπροσαρμογή την οποία προκάλεσε η πανδημία τέμνονται με ανησυχίες του κόσμου της τέχνης: η επανεμφάνιση των εκκλήσεων για Καθολικό Βασικό Εισόδημα είναι συναφής με την εργασιακή επισφάλεια του τομέα, ενώ το επιτακτικό αίτημα να είναι η ανάκτηση συνεπής με την προστασία του περιβάλλοντος συμβαδίζει με το αυξανόμενο ενδιαφέρον του κόσμου της τέχνης για την κλιματική κρίση.
Η ικανότητα των τεχνών να ανταποκριθούν σε ένα ευρύ φάσμα αναγκών και απαιτήσεων, από την παροχή ανατρεπτικής δημιουργικότητας στη βιομηχανία έως τη βοήθεια για την επίλυση των ουσιαστικών ζητημάτων της ανισότητας και των αποκλεισμών που απορρέει από μια συνολική οικονομική λογική, έχει υπάρξει θέμα μεγάλης συζήτησης εδώ και πολλά χρόνια. Το ζήτημα του αν ο τομέας θα περάσει από μια φάση εργαλειοποίησης ή αν οι εμπλεκόμενοι παράγοντες θα επινοήσουν τρόπους για να αντιμετωπίσουν αυτά τα επιτακτικά αιτήματα και να διατηρήσουν τη στοχαστική, κριτική και αισθητικά πρωτοποριακή δύναμη του καλλιτεχνικού έργου έχει γίνει ακόμα περισσότερο πιεστικό καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη η πανδημία.
Μετανάστευση στο διαδίκτυο
Ένας από τους τρόπους με τους οποίους αντέδρασε ο πολιτιστικός τομέας στους περιορισμούς που επιβλήθηκαν από τις πολιτικές για τον περιορισμό της πανδημίας, ήταν η μαζική μετακίνηση στο διαδίκτυο.
Σαφώς, οι επιπτώσεις αυτής της μετάβασης ποικίλλουν τρομακτικά στους διαφορετικούς τομείς του κόσμου του πολιτισμού. Ενώ τα μουσεία είναι πιο αισιόδοξα για την προοπτική διανομής online περιεχομένου ως εναλλακτική στις φυσικές επισκέψεις, οι παραστατικές τέχνες βλέπουν σε αυτή την προοπτική μια πολύ πιο ουσιαστική πρόκληση.
Πολύ σύντομα, υπήρξε μια αναγνώριση ότι το ανέβασμα ήδη υπάρχοντος περιεχομένου δεν είναι το ίδιο πράγμα με τη δημιουργία περιεχομένου για το ίντερνετ. Οι προκλήσεις για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος σχετίζονται ασφαλώς με το συνεπαγόμενο κόστος, αλλά και με την ύπαρξη των απαιτούμενων δεξιοτήτων εντός των πολιτιστικών οργανισμών.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η χρηματοδότηση διοχετεύεται σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά η δυνατότητα απορρόφησης θα εξαρτηθεί από την ικανότητα του τομέα να προσαρμόσει τους ανθρώπινους πόρους και τη ροή εργασιών του και από τη βούλησή του να επανακαθορίσει τα μέσα με τα οποία δημιουργεί περιεχόμενο.
Επιπλέον, παρότι το Ίντερνετ μπορεί να φαίνεται σαν ένας σχετικά ανεμπόδιστος χώρος, γνωρίζουμε ότι πόρρω απέχει από το να είναι πεδίο ανταγωνισμού με ίσους όρους. Για την ακρίβεια, όσο αυξάνει ο όγκος του διαθέσιμου περιεχομένου, τόσο μεγαλύτερη επένδυση απαιτείται για την προσέλκυση οποιασδήποτε προσοχής.
Επίσης, η ψηφιακή μετάβαση δεν αντικαθιστά κατά οποιονδήποτε προφανή τρόπο τις απώλειες εσόδων. Αν και ορισμένοι υψηλού κύρους πολιτιστικοί οργανισμοί προσφέρουν ήδη υπηρεσίες streaming με εισιτήριο, αυτοί αποτελούν μάλλον την εξαίρεση παρά τον κανόνα.
Έχοντας αναφέρει όλα τα παραπάνω, να πούμε ότι η τάση αυτή δεν θα υποχωρήσει στη μετά την Covid-19 εποχή. Όπως και οι άλλες τάσεις που εξετάσαμε νωρίτερα, η ψηφιακή μετάβαση δεν ξεκίνησε στην πανδημία, αλλά απλώς ενισχύθηκε λόγω του περιορισμού της φυσικής συμμετοχής σε πολιτιστικές εκδηλώσεις. Γενικά, έχει περαιτέρω ενισχύσει τη θέση των κύριων πλατφορμών διανομής περιεχομένου, έχει αυξήσει την εξάρτησή μας από αυτές (και τους όρους χρήσης τους) και έχει πολλαπλασιάσει τον όγκο των δεδομένων συμπεριφοράς που συγκεντρώνουν και εξαργυρώνουν.
Παίρνοντας τη θέση μας
Οι πολιτιστικοί οργανισμοί πρέπει, συνεπώς, να λάβουν υπόψη τι σημαίνει για αυτούς ο κεντρικός ρόλος των ψηφιακών μέσων και πώς μετασχηματίζει τον δικό τους ρόλο στη δημιουργία και τη διανομή περιεχομένου. Ο δικός μου ισχυρισμός είναι ότι χρειάζεται να ξανασκεφτούμε τη θέση τους σε ένα τοπίο μέσων που ο Μανουέλ Κάστελς έχει περιγράψει ως οριζόμενο από μια σύγκλιση των οριζόντιων (χτισμένων σε περιεχόμενο που παράγουν οι χρήστες) και των κάθετων (παραδοσιακή ροή από μια κεντρική πηγή προς έναν χρήστη) δικτύων επικοινωνίας.
Οι πολιτιστικοί οργανισμοί που διαθέτουν μια πλήρως επεξεργασμένη online στρατηγική κάνουν στην πραγματικότητα και αναμετάδοση περιεχομένου και συγκέντρωση περιεχομένου κάθε είδους που έχουν δημιουργήσει οι χρήστες. Παίρνουν θέση δίπλα στα παραδοσιακά ΜΜΕ εντός των δικτύων επικοινωνίας και δημιουργούν και επηρεάζουν το κοινό περίπου με τον ίδιο τρόπο, αν και χρησιμοποιούν διαφορετικές μορφές λόγου και περιεχομένου.
Είναι κρίσιμης σημασίας η επανεκτίμηση του τρόπου που μετασχηματίστηκε ο μη-κερδοσκοπικός πολιτιστικός τομέας στη διάρκεια της κρίσης και οι ρεαλιστικές εκτιμήσεις για το πώς οι διάφορες τάσεις που έθιξα θα συνεχίσουν να εξελίσσονται. Οι προκλήσεις είναι τεράστιες και η μεγάλη εικόνα δεν πρέπει να επισκιάζεται από την επείγουσα ανάγκη να διασφαλιστεί η βραχυπρόθεσμη επιβίωση.
Δίχως αμφιβολία, η πανδημία έχει αποκαλύψει την επισφάλεια του τομέα, αλλά οι θεραπείες για αυτήν που να έχουν διάρκεια στον χρόνο μπορούν μονάχα να αποδώσουν εάν είμαστε σε θέση να πείσουμε άλλους παράγοντες (το κράτος, χρηματοδότες, κοινά, κοινότητες) ότι είμαστε ουσιαστικοί κόμβοι στο κοινωνικό δίκτυο. Για να το κάνουμε αυτό, χρειάζεται να απαντήσουμε στις ανάγκες των κοινοτήτων (κι ανάμεσά τους, ασφαλώς, σε αυτές της καλλιτεχνικής κοινότητας) που έχουν αναδυθεί με τρομακτική ισχύ στη διάρκεια της τρέχουσας εμπειρίας μας, όπως για παράδειγμα με την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης, την αντιμετώπιση της εργασιακής επισφάλειας ή την άρση των δομικών διακρίσεων –και να το κάνουμε αυτό αλλάζοντας και τις δικές μας πρακτικές επίσης.
Είναι ανάγκη να κατανοήσουμε ότι η δική μας ανθεκτικότητα βασίζεται στη συμβολή μας στην ανθεκτικότητα των κοινωνιών όπου ζούμε και την υποστήριξη των οποίων ζητάμε.
Είναι ανάγκη να είμαστε σε εγρήγορση για τις νέες μορφές κοινωνικής, γεωγραφικής και οικονομικής περιθωριοποίησης και κατακερματισμού που ανέδειξε η πανδημία. Είναι ανάγκη να κατανοήσουμε σε βάθος ποια είναι η θέση μας στο ψηφιακό δίκτυο επικοινωνιών και να χρησιμοποιήσουμε τη δύναμή μας ως οργανισμών ΜΜΕ για να ενισχύσουμε τις φωνές που ανοίγουν προοπτικές για έναν πιο δίκαιο κόσμο.
*Ο Χρήστος Καρράς είναι ανεξάρτητος ερευνητής και Εκτελεστικός Διευθυντής της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.