Του Ανέστη Ντόκα
Επειτα από τετραετή θητεία στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ο έκτος πρόεδρος στην ιστορία του θεσμού, Κωνσταντίνος Μποτόπουλος, αποχώρησε την περασμένη Τρίτη και μίλησε για τον απολογισμό της θητείας του, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά: α) στην ολοκλήρωση όλων των μεγάλων νομοθετικών κειμένων του χώρου επί ελληνικής προεδρίας, το πρώτο εξάμηνο του 2014, β) στην επιβολή προστίμων άνω των 4 εκατ. ευρώ σε 32 ξένα funds για ανοικτές πωλήσεις και γ) στο ότι δεν εισακούστηκε από το υπουργείο Οικονομικών η πρότασή του να αρθούν τα capital controls από το Χρηματιστήριο.
Αναλυτικά, η συνέντευξη του πρώην προέδρου της Ε.Κ., Κ. Μποτόπουλου, έχει ως εξής:
Ολοκληρώθηκε η παρουσία σας στη θέση του προέδρου στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Ποιός θα μπορούσε να είναι ο απολογισμός για τα χρόνια που ήσασταν επικεφαλής στην εποπτική αρχή του Χρηματιστηρίου;
Στα τέσσερα αυτά χρόνια η απερχόμενη Διοίκηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς προσπάθησε, μέσα σε διαρκές περιβάλλον κρίσης, να επιτελέσει όσο καλύτερα μπορούσε το ρόλο της, που είναι εποπτικός και εγγυητικός και όχι επιχειρηματικός ή «αναπτυξιακός», όπως εσφαλμένα δηλώνει η νέα Διοίκηση. Θεμέλια της δράσης μας υπήρξαν η κατανόηση των καιρών –εξ ου και το δόγμα «αυστηροί στα σοβαρά, με κατανόηση στις οφειλόμενες στη συγκυρία δυσκολίες»- και η εξωστρέφεια: η Κεφαλαιαγορά «συνομίλησε», παραμένοντας επόπτης και ελεγκτής, με την ελληνική όσο και τις διεθνείς αγορές. Από άποψη θεσμικού έργου, θα ξεχώριζα α) τις τεχνικά άψογες, και με πολύ καλύτερες συνθήκες, δύο προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις, β) τη θέση σε ισχύ νέου νομοθετικού πλαισίου για «εργαλεία» άντλησης κεφαλαίων από τις αγορές, γ) τη συστηματική και ευρωπαϊκά πρωτοπόρο αντιμετώπιση των ανοικτών πωλήσεων (short-selling) και, δ) την ολοκλήρωση όλων των μεγάλων νομοθετικών κειμένων του χώρου (MiFID/MiFIR, MAD/MAR, CSDR, UCITS, PRIPS) επί ελληνικής Προεδρίας, το πρώτο εξάμηνο του 2014. Επιμένω κάπως στο διεθνές πεδίο για δύο λόγους: πρώτον, γιατί πιστεύω ότι (και) στο χώρο των αγορών κεφαλαίου, δεν μπορεί να υπάρξει εθνική παρά μόνο ευρωπαϊκή ρύθμιση και πολιτική –η πρόσφατη εξαγγελία και έναρξη υλοποίησης της Ενιαίας Αγοράς Κεφαλαίων (Capital Markets Union) το αποδεικνύει’ και, δεύτερον, γιατί, από ιδιοσυγκρασία αλλά και πεποίθηση, έδωσα ιδιαίτερη έμφαση σε αυτόν τον τομέα κατά τη διάρκεια της Προεδρίας μου και συμμετείχα προσωπικά όσο πιο ενεργά μπορούσα ως εκλεγμένο μέλος της Διευθύνουσας Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Αρχής (ESMA), της Μόνιμης Επιτροπής για την καταπολέμηση της χειραγώγησης της αγοράς (MISC) και του Διοικητικού Συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Κεφαλαιαγορών (IOSCO).
Τι δεν προλάβατε να ολοκληρώσετε κε Μποτόπουλε στη θητεία σας;
Δεν είναι μυστικό ότι το εκ μέρους της κυβέρνησης αίτημα να παραιτηθώ έγινε μεσούσης της τρίτης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Προθυμοποιήθηκα να φύγω αφού ολοκληρωθεί η συμμετοχή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στο εγχείρημα αλλά δεν έλαβα καμία απάντηση επ’ αυτού. Θα ήταν επίσης, νομίζω, θεσμικά σωστότερο η επίσημα προταθείσα από τη δική μας Διοίκηση άρση των περιορισμών στις χρηματιστηριακές συναλλαγές να τύχει αντιμετώπισης και, γιατί όχι, λύσης πριν από την αποχώρησή μου, κάτι που επίσης δεν έγινε. Κατά τα άλλα, αν εξαιρέσει κανείς το γενικότερο ζήτημα της ανεξαρτησίας της Επιτροπής και γενικότερα όλων των Ανεξάρτητων Αρχών, αποχωρώ χωρίς ιδιαίτερες εκκρεμότητες και χωρίς προσωπική πικρία –τέσσερα χρόνια θητείας σε μια τέτοια θέση συνιστούν έναν σχεδόν πλήρη κύκλο.
Αναλάβατε την προεδρεία της Ε.Κ, με το Χρηματιστήριο Αθηνών να λειτουργεί ισότιμα ως προς τους Έλληνες και αλλοδαπούς επενδυτές. Εγκαταλείπετε την αγορά υπό συνθήκες capital controls. Αξίζει αυτή η άνιση συμπεριφορά εις βάρος των Ελλήνων επενδυτών;
Αυτό που δεν αξίζει το Χρηματιστήριο, και γενικά η ελληνική οικονομία, είναι η διαρκής αβεβαιότητα. Αυτή η αβεβαιότητα, ή μάλλον η έντονη αναζωπύρωση της μέσα στο 2015, υπήρξε η αιτία επιβολής των κεφαλαιακών περιορισμών, του κλεισίματος του Χρηματιστηρίου, της υποβάθμισής του από τους διεθνείς δείκτες, της επαναλειτουργίας του με περιορισμούς και της ήδη συντελούμενης βαθιάς αλλαγής στη μετοχική σύνθεση των τραπεζών. Ειδικά για το θέμα της διαφορετικής σε σχέση με τους ξένους μεταχείρισης των Ελλήνων επενδυτών θα ήθελα και πάλι να τονίσω ότι έχουμε επίσημα υποβάλει στην κυβέρνηση πρόταση για την εξάλειψή της και την επαναφορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών σε καθεστώς κανονικότητας.
Σε ποιό στάδιο βρίσκεται η έρευνα για τις ανοικτές πωλήσεις στις 4 τραπεζικές μετοχές του 2014: Έχει ολοκληρωθεί ή ακόμη θα χρειασθεί δουλειά από την νέα διοίκηση της Ε.Κ;
Μέχρι στιγμής έχουν επιβληθεί για παράβαση του σχετικού Ευρωπαϊκού Κανονισμού πρόστιμα συνολικού ύψους 4.020.000 ευρώ σε 32 ξένες κυρίως εταιρίες ή φυσικά πρόσωπα, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη περίπου 60 περιπτώσεις ακόμη. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να θυμίσω το μεγάλο ζήτημα της αδυναμίας είσπραξης των προστίμων από ξένες εταιρίες που δεν διαθέτουν «ελληνικό» ΑΦΜ, ζήτημα για το οποίο έχουμε υποβάλει σε όλους τους Υπουργούς Οικονομίας των τελευταίων χρόνων προτάσεις τεχνικής επίλυσης, που δεν έτυχαν συνέχειας. Θέλω να ελπίζω ότι η νέα Διοίκηση της Κεφαλαιαγοράς θα συνεχίσει αυτή την προσπάθεια, όπως και ότι θα στηριχτεί στη διαμορφωθείσα «νομολογία» για τη συνέχιση της έρευνας και της επιβολής ποινών για ανοικτές πωλήσεις του 2014 αλλά και μεταγενέστερων περιόδων.
Παρά τον αρκετά υψηλό αριθμό διαγραφών εισηγμένων που έγιναν επί θητείας σας κε Μποτόπουλε, συνεχίζουν να υπάρχουν 42 εταιρίες που είναι σε αναστολή για πολλούς μήνες και για τις περισσότερες θεωρείται ότι είναι επιχειρηματικά κουφάρια. Γιατί δεν προχωρήσατε πιο γρήγορα στην εξυγίανση του ταμπλό;
Η εξυγίανση αυτή, όντως σημαντική για την ορθή λειτουργίας της αγοράς, έχει πολλές παραμέτρους. Παραμέτρους νομικές: η μετάβαση από την αναστολή στη διαγραφή μπορεί να αποφασιστεί είτε από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είτε από το Χρηματιστήριο Αθηνών, ενώ απαιτείται σε κάθε περίπτωση να δοθεί δικαίωμα ακρόασης στις εταιρίες. Και παραμέτρους οικονομικές: είναι σημαντικό να εξαντληθούν οι δυνατότητες επιβίωσης των εταιριών για λόγους προστασίας των μετόχων τους και ιδίως των μετόχων μειοψηφίας. Για τους λόγους αυτούς δεν προχωρήσαμε όσο γρήγορα θα θέλαμε σε ένα καίριο ζήτημα, που γνωρίζω ότι παγίως σάς απασχολεί.
Το Χρηματιστήριο εκτιμάται ότι συνεχίζει ακόμη και σήμερα να πληρώνει την φούσκα του 1999;
Η σημερινή κατάσταση είναι τελείως διαφορετική. Η περιπέτεια του 1999 κατέβαλε ασφαλώς πλήγμα στην αξιοπιστία του Χρηματιστηρίου ως θεσμού, και ιδίως στην πρωτογενή λειτουργία του που είναι η άντληση κεφαλαίων από υγιείς επιχειρήσεις, όμως το Χρηματιστήριο ανένηψε σε σημαντικό βαθμό ως το 2007. Η δυσανεξία που παρατηρείται στις μέρες μας οφείλεται στην οικονομική κρίση, σε χειρισμούς από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και ιδίως στην αναζωπύρωση των αβεβαιοτήτων για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και της χώρας μας γενικότερα. Αυτή η σύνδεση με ευρύτερες πολιτικο-οικονομικές εξελίξεις εξηγεί, κατά τη γνώμη μου, και γιατί, μετά το 2009, δεν είχαμε παρά ελάχιστες νέες εισαγωγές στο Χρηματιστήριο και αυτές το πρόσκαιρα ελπιδοφόρο καλοκαίρι του 2014.
Με όσους υπουργούς οικονομικών συνεργαστήκατε υπήρχε έστω και ένας που να γνώριζε και να ήθελε να σας ακούσει για το Χρηματιστήριο;
Ασφαλώς και υπήρχαν. Το ζήτημα, ειδικά στο χώρο της οικονομίας, δεν είναι απλώς να ακούγονται οι Ανεξάρτητες Αρχές, αλλά και να μην υπάρχει αφενός ανάμιξη εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας στο έργο τους –κάτι που παγίως τηρήθηκε σε όλη τη διάρκεια της θητείας μου- αφετέρου «ιδεολογική» αντιμετώπιση των αγορών κεφαλαίων –κάτι που δεν μπορώ να πω ότι έγινε ως το τέλος. Σας μιλά κάποιος που κάθε άλλο παρά είναι οπαδός της εντελώς «αρρύθμιστης», δηλαδή ασύδοτης, αγοράς αλλά και που επίσης κατάλαβε, κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του, ότι οι αγορές κεφαλαίου εκ φύσεως δεν εντάσσονται σε ιδεολογικά καλούπια.