του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ο κύβος ερρίφθη. Ένας πολιτικός 47 ετών, με τεράστια πολιτική παράδοση πίσω του, αναλαμβάνει τον ρόλο του επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε ένα περιβάλλον βαρύ και από κάθε άποψη ολισθηρό. Μέγα δε ζητούμενο για τον νέο πρόεδρο της ΝΔ είναι ποια ταυτότητα θα δώσει στο κόμμα του, με ποιους και με ποια κοινοβουλευτική στήριξη.
Ο ίδιος στην προεκλογική του εκστρατεία υπήρξε ξεκάθαρος. Έκανε λόγο για ριζικές αλλαγές, για ευρωπαϊκό προσανατολισμό, για ισχυρή αλλά τεκμηριωμένη αντιπολιτευτική τακτική και για απελευθέρωση της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας από συντεχνίες, καιροσκόπους και λοιπούς προσοδοθήρες, οι οποίοι τελικά έφεραν την Ελλάδα εδώ που βρίσκεται.
Όλα τα παραπάνω ακούγονται καλά και ενθουσιάζουν, όμως το καίριο ερώτημα είναι πώς υλοποιούνται και με ποιο ανθρώπινο δυναμικό.
Στο εσωτερικό της ΝΔ οι δυνάμεις της παρακμής είναι πολλές, ισχυρές και δεν πρόκειται να το βάλλουν κάτω. Ποια θα είναι η στάση του νέου προέδρου απέναντί τους, πέραν από την περί ενότητος ανούσια ρητορική; Κατά συνέπεια, ένα άλλο ερώτημα είναι αυτό της προετοιμασίας του Κυριάκου Μητσοτάκη να συγκρουστεί με πρόσωπα, συμφέροντα και καταστάσεις που κάθε άλλο παρά αισιοδοξία εμπνέουν.
Από την άλλη πλευρά, το 2016 η χώρα θα αντιμετωπίσει ποικίλες κρίσεις, που δεν θα αφήνουν στον πρόεδρο της ΝΔ πολλά περιθώρια για ενδοκομματικούς μετασχηματισμούς. Με άλλα λόγια, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πρέπει, με το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό, να χειρισθεί θέματα και εξελίξεις από την έκβαση των οποίων θα κριθούν η προσωπικότητα και οι ικανότητές του. Και όλα αυτά υπό συνθήκες χρεοκοπίας του κόμματός του, σε μία Ελλάδα που έχει πολύ δρόμο μπροστά της.
Όπως πολύ σωστά έγραψε ο Τ.Θεοδωρόπουλος στην Καθημερινή της Κυριακής, «η Ελλάδα του 2016 πρέπει να ξανακερδίσει την ευρωπαϊκή της πορεία, να αποκαταστήσει την ευρωπαϊκή της αξιοπιστία. Και αυτό μπορεί να το κάνει μόνον κάποιος σαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος μιλάει, χωρίς να χρειάζεται διερμηνεία, την γλώσσα της Ευρώπης. Ο κοινοβουλευτισμός πρέπει να βρει τρόπους για να απαλλαγεί από τα άτυπα κύτταρα του ριζοσπαστισμού, τις νεοπλασίες της δημοκρατίας. Και μόνον η ανασυγκρότηση της ιστορικής κεντροδεξιάς μπορεί να το επιτύχει αυτό. Φρονώ δε ότι μόνον μία σοβαρή κεντροδεξιά μπορεί να επιτρέψει την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς».
Συνεπώς, η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν είναι μόνον νεοδημοκρατική υπόθεση. Αφορά ολόκληρο το ελληνικό πολιτικό τοπίο, το οποίο κάθε άλλο παρά όμορφο είναι. Υπό αυτούς τους όρους, οι επόμενες εβδομάδες αποκτούν μία επικίνδυνη κρισιμότητα, που απαιτεί πλέον υψηλής ποιότητος χειρισμούς –από τους οποίους πολλά θα προκύψουν για το μέλλον της χώρας.