Ο Γκάμπριελ Ζούκμαν, Επικεφαλής του Φορολογικού Παρατηρητηρίου στην ΕΕ, παραχώρησε συνέντευξη στο «Βήμα της Κυριακής» και αναφέρθηκε για την ελληνική φορολογία καθώς και για τη φοροδιαφυγή.
Ο κ. Ζούκμαν ανέφερε ότι η Ελλάδα χάνει το 8% των εσόδων από εταιρικούς φόρους εξαιτίας της μετατόπισης κερδών σε φορολογικούς παραδείσους, ένα ποσοστό όμως που βρίσκεται κάτω από τον παγκόσμιο μέσο όρο, το οποίο ανέρχεται στα 9%.
Ωστόσο, το σημαντικότερο γεγονός αποτελεί ότι ο υπεράκτιος πλούτος των Ελλήνων αντιστοιχεί στο 64% του ΑΕΠ, καθώς πολλοί πλούσιοι Έλληνες ήταν ιδιοκτήτες offshore χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και ακινήτων σε πολλά παγκόσμια οικονομικά κέντρα, όπως την Ελβετία, το Ντουμπάι, το Λονδίνο και το Παρίσι. Ο παγκόσμιος μέσος όρος υπεράκτιου πλούτου ανέρχεται στο 12%.
Το γεγονός αυτό οφείλεται ως επί το πλείστον στα υψηλά επίπεδα φοροδιαφυγής που ξεκίνησαν εδώ και πολλά χρόνια όταν και δεν υπήρχε η δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ των τραπεζών.
Αναφερόμενος στη φορολογική πολιτική της χώρας, υποστήριξε ότι η Ελλάδα αποτελεί το αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ενός ευρύτερου φαινομένου φορολογικής πολιτικής, το οποίο φορολογεί ελάχιστα το κεφάλαιο και αντικαταστεί τα χαμένα έσοδα από τη φορολογία της εργασίας και από το φόρο κατανάλωσης.
Τέλος, αναφέρθηκε στην μετατόπιση των κερδών στους φορολογικούς παραδείσους που αντιστοιχεί σε μείωση 9% των φορολογικών εσόδων παγκοσμίως, που μεταφράζεται σε κόστος 270 δις δολαρίων.
Ο κ. Ζούκμαν υποστηρίζει πως αν επιβαλλόταν ένας ελάχιστος φόρος της τάξης του 20% (τώρα είναι 15%) στις πολυεθνικές και ένας φόρος με συντελεστή 2% στους δισεκατομμυριούχους, θα απέδιδαν στα κρατικά ταμεία 500 δις δολάρια ετησίως. Αυτό το ποσό θα ήταν αρκετό για τις αναπτυσσόμενες χώρες να αντιμετωπίσουν την κλιματική κρίση.
«Αν φορολογηθούν καλύτερα οι πολυεθνικές και οι δισεκατομμυριούχοι μπορεί να βρεθεί το ποσό αυτό», τονίζει ο κ. Ζούκμαν.