Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, είναι ο πολιούχος άγιος των Αθηνών και προστάτης των Δικαστών και του Δικαστικού Σώματος. Η μνήμη του εορτάζεται στις 3 Οκτωβρίου.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το ένατο έτος μετά από την γέννηση του Χριστού. Διετέλεσε μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου.
Υπήρξε ένας από τους πρώτους Αθηναίους που πίστεψαν στον Χριστό. Σε νεαρή ηλικία βρέθηκε στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου (κοντά στο σημερινό Κάιρο) ακριβώς την εποχή της Σταυρώσεως του Κυρίου. Την Μεγάλη εκείνη Παρασκευή την ώρα της σταυρώσεως του Χριστού αν και μεσημέρι, σκοτίστηκε ο ήλιος «Ἀπὸ δὲ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γὴν ἕως ὥρας ἐνάτης» (Ματ. 27,45). Ο Διονύσιος συγκλονίστηκε από το παράδοξο αυτό φαινόμενο και αναφώνησε: «ἢ Θεὸς πάσχει ἢ τὸ πᾶν ἀπόλλυται» («ή ο Θεός υποφέρει ή χάνεται το παν»). Σημείωσε δε με επιμέλεια την ημέρα και ώρα του υπερφυσικού αυτού γεγονότος του σκοτισμού του Ηλίου.
Όταν επέστρεψε στην Αθήνα άκουσε το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου στον Άρειο Πάγο να μιλά για εκείνο το υπερφυσικό σκοτάδι κατά την Σταύρωση του Κυρίου διαλύοντας κάθε αμφιβολία για την εγκυρότητα της νέας του πίστης. Βαπτίσθηκε, με την οικογένειά του κατά το έτος 52 μ.Χ. Η αποδοχή του Διονυσίου στον Χριστό αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων στο κεφάλαιο 17 και στίχο 34 «τινὲς δὲ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν οἷς καὶ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καὶ γυνὴ ὀνόματι Δάμαρις καὶ ἕτεροι σὺν αὐτοῖς».
Όταν έμαθε ότι στα Ιεροσόλυμα ζει η Μητέρα του Χριστού, ταξίδεψε μέχρι εκεί όπου και την συνάντησε. Από αυτή την συνάντηση είπε: «το παρουσιαστικό της, τα χαρακτηριστικά της, η όλη εμφάνιση της μαρτυρούν, ότι είναι πράγματι Μητέρα Θεού». Στα Ιεροσόλυμα ξαναβρέθηκε, όταν εκοιμήθη η Θεοτόκος και εξεδήμησε προς τον Υιόν και τον Θεόν της. Τότε ηρπάγη και αυτός όπως οι Απόστολοι και άλλοι Ιεράρχαι, εν νεφέλαις και αιθερίως μετέβη και παρέστη εις την κηδείαν της Παναγίας.
Διετέλεσε Επίσκοπος της πόλεως των Αθηνών και έλαβε μαρτυρικό τέλος δια της πυράς. Τη μαρτυρία ότι ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης υπήρξε επίσκοπος Αθηνών την δίνει ο Διονύσιος Κορίνθου και μας τη μεταφέρει στην Εκκλησιαστική Ιστορία του ο Ευσέβιος Καισαρείας.
Διετέλεσε μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου. Ὁ Άρειος Πάγος πήρε το όνομά του από το πρώτο δικαστήριο «ανδροφονιών» (εγκλημάτων φόνου) που ιδρύθηκε μεταξύ 1500 και 1300 π.Χ., κατά τους χρόνους της βασιλείας του Κέκροπα και του Θησέα, με έδρα το βραχώδη λόφο του Άρεως που βρίσκεται βορειοδυτικά της Ακρόπολης. Πάνω στo λόφο αυτόν έγινε η πρώτη «φονική δίκη», κατά την οποία οι δώδεκα Θεοί του Ολύμπου δίκασαν τον Άρη.
Στο ανώτατο αυτό δικαστήριο της αρχαιότητας μετείχαν ισόβια μέλη οι Αρεοπαγίτες. Η πλούσια μόρφωση, η καθαρή σκέψη του του και η ενάρετη ζωή του τον ανέδειξαν σε έναν από τους εννέα σοφούς και αδέκαστους αρεοπαγίτες με μεγάλη φήμη και με εξέχουσα θέση στην τότε αθηναϊκή κοινωνία.
Ο Διονύσιος ήταν στη συνείδηση των Αθηναίων δικαστής ανεπίληπτου ήθους, που τη συνείδησή του δεν την έκαμπτε καμιά δύναμη. Για το λόγο αυτόν ανακηρύχθηκε και προστάτης των δικαστών.