Γράφει ο Δημήτρης Τσουκαλάς
Ο Alan Smith ανέλαβε επικεφαλής της Εμπορικής Διεύθυνσης της SCA Hygiene Products στην Ελλάδα και ουσιαστικά την ηγεσία της εταιρείας στη χώρα μας τον Ιούνιο του 2014. Ο κ. Smith, ο οποίος τα προηγούμενα 17 χρόνια κατείχε σημαντικές θέσεις στο εμπορικό τμήμα της SCA Αγγλίας, κλήθηκε μέσα σε αυτά τα περίπου δυόμισι χρόνια στη χώρα μας να διαχειριστεί τόσο την κάμψη στην ελληνική αγορά όσο και τις αναταράξεις που δημιούργησε στο χώρο του λιανεμπορίου και των FMCG η υπόθεση της Μαρινόπουλος - αρχικά με τις καθυστερήσεις πληρωμών και στη συνέχεια με το haircut 50% στις οφειλές, που προβλέπει η τελική συμφωνία που υπογράφηκε με τον Σκλαβενίτη και τις πιστώτριες τράπεζες για την εξυγίανση της αλυσίδας. Προχωρώντας σε κινήσεις αναδιοργάνωσης και «κοινής λογικής», όπως τις χαρακτηρίζει, η SCA έχει κατορθώσει να καταγράφει καλύτερη πορεία από την πτωτική αγορά στην οποία δραστηριοποιείται και έχει να επιδείξει τζίρο 44,4 εκατ. ευρώ και κέρδη προ φόρων 1,6 εκατ. ευρώ το 2015, καθώς και να κερδίζει μερίδια αγοράς το 2016. Στην πρώτη του συνέντευξη σε ελληνικό μέσο, διαψεύδει τις φήμες περί σκέψεων αποχώρησης της εταιρείας από την εγχώρια αγορά, αναλύει το πλάνο του για τη συνέχεια και εξηγεί τις δυσκολίες που έχει δημιουργήσει -σε πολλά επίπεδα- η υπόθεση της Μαρινόπουλος.
Πρόσφατα λάβατε την απόφαση να σταματήσετε να διαθέτετε κάποια προϊόντα στην ελληνική αγορά, σε μια κίνηση που επανέφερε στο προσκήνιο τη φημολογία περί σταδιακής αποχώρησης της SCA από τη χώρα μας. Τι συνέβη στην πραγματικότητα;
Είμαι εδώ και μερικά χρόνια στην Ελλάδα και ένα πράγμα που έχω μάθει είναι πως συχνά προκύπτουν κάποιες φήμες, οι οποίες κατά κανόνα είναι σχεδόν πάντα αναληθείς. H πραγματικότητα είναι πως το portfolio της SCA Hygiene Products αριθμεί περίπου 100 προϊόντα και πρόσφατα αποφασίσαμε να σταματήσουμε τη διανομή στην Ελλάδα 11 προϊόντων Libero. Στην Ελλάδα διαθέτουμε παρουσία με 6 brands και συγκεκριμένα με τα Libero, Tena (το μεγαλύτερό μας), Zewa, Libresse, Demak-up και Delica, με το τελευταίο να αποτελεί τοπικό brand, που έχει παρουσία μόνο στην Ελλάδα. Αποφασίσαμε να σταματήσουμε τη διανομή στην Ελλάδα κάποιων προϊόντων Libero και τίποτα παραπάνω. Συγκεκριμένα, σταματήσαμε να διαθέτουμε εδώ τις βρεφικές πάνες «ανοικτού τύπου».
Όσον αφορά το λόγο για τον οποίο το κάναμε, θα πρέπει να αναφέρω πως η SCA Hygiene Products δεν διαφέρει από άλλες πολυεθνικές επιχειρήσεις. Έχουμε συγκεκριμένες προσδοκίες και στόχους όσον αφορά την κερδοφορία και το μέγεθος της αγοράς αλλά και τη δική μας θέση σε αυτήν. Οι κατευθυντήριες γραμμές με βάση τις οποίες λειτουργούμε στις αγορές που δραστηριοποιούμαστε, ορίζουν πως στόχος μας είναι να είμαστε στην πρώτη ή τη δεύτερη θέση κάθε αγοράς και να δημιουργούμε συγκεκριμένο ROI (Return on Investment). Εξετάζουμε την παρουσία μας στην αγορά, τη δυνατότητά μας να επενδύσουμε και να αναπτυχθούμε σε αυτήν και τα οφέλη που μπορεί να φέρει η τυχόν επένδυσή μας σε αυτή.
Στην Ελλάδα, οι πάνες «ανοικτού τύπου» σαν κατηγορία γνωρίζουν κάμψη όσον αφορά την αξία πωλήσεων, με τη μέση τιμή για το προϊόν να έχει μειωθεί κατά περίπου 6%. Πρόκειται για μια πολύ ευαίσθητη -όσον αφορά τις τιμές- και ιδιαίτερα ανταγωνιστική αγορά, στην οποία πρέπει να επιτυγχάνεις οικονομία κλίμακας για να είσαι βασικός παίκτης. Ο κύριος ανταγωνιστής μας είναι η Procter & Gamble με το brand Pampers, το οποίο διαθέτει δυναμική παρουσία στις περισσότερες αγορές και η P&G έχει φροντίσει για την παραγωγή του σε υψηλού επιπέδου βιομηχανικές μονάδες, που καλύπτουν ολόκληρες περιφέρειες, ενώ υπάρχει και η πολύ καλή εγχώρια ΜΕΓΑ, η οποία διαθέτει το πλεονέκτημα της τοπικής παραγωγής. Επίσης, στην Ελλάδα, πέρα από την κάμψη των τιμών, η δύσκολη συγκυρία έχει οδηγήσει και σε λιγότερες γεννήσεις παιδιών με βασικό λόγο τα οικονομικά βάρη που τα συνοδεύουν. Με λίγα λόγια, λοιπόν, η αγορά στην Ελλάδα συρρικνώνεται. Δραστηριοποιούμαστε και σε άλλες αγορές και όσον αφορά τις βρεφικές πάνες, εγώ τουλάχιστον δεν βλέπω να υπάρχει κάποιος τρόπος που να μας επιτρέπει να αναπτυχθούμε σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο και παράλληλα να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις και προσδοκίες των μετόχων μας όσον αφορά την κερδοφορία. Έλαβα, λοιπόν, την απόφαση πως είναι προς το συμφέρον της SCA να διακόψουμε τη διανομή αυτών των προϊόντων στην Ελλάδα. Διαθέτουμε, όμως, άλλα 90 για να αναπτύξουμε και οι περισσότερες δραστηριότητές μας βρίσκονται σε πολύ καλό επίπεδο. Καταγράφουμε καλύτερες επιδόσεις από τη συνολική ελληνική αγορά, που φυσικά είναι πτωτική και φέτος, όσον αφορά την αξία πωλήσεων. Ο όρος που χρησιμοποιούμε είναι «outperform», καθώς γνωρίζουμε μικρότερη κάμψη από αυτή της συνολικής αγοράς. Σε συνολικό επίπεδο, λοιπόν, είμαστε σχετικά ικανοποιημένοι. Θα ήταν ωραίο η Ελλάδα να επιστρέψει στην ανάπτυξη, ενισχύοντας και τις δικές μας δραστηριότητες. Όταν όμως ένα portfolio έχει πολλά brands, πρέπει να προχωρήσεις σε κάποιες επιλογές όσον αφορά το πού θα επενδύσεις. Αυτή την περίοδο υποστηρίζουμε με τηλεοπτική διαφήμιση τη Zewa και την Tena. Είναι πολύ δύσκολο να το κάνεις για όλα τα brands που διαθέτεις.
Είναι οι μάρκες Tena και Zewa τα ισχυρότερα brands της SCA στην ελληνική αγορά; Γι’ αυτό επιλέγετε να τα υποστηρίξετε επικοινωνιακά;
Η Tena διατηρεί την πρώτη θέση στην κατηγορία της, ενώ η Zewa τη δεύτερη στη δική της. Το brand όμως με τη μεγαλύτερη δυναμική ανάπτυξης για εμάς είναι η Libresse, κι ας μη βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην πρώτη ή τη δεύτερη θέση της κατηγορίας της. Πρόκειται για φανταστικά προϊόντα, τα οποία έχουν βελτιωθεί σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια. Διαθέτουμε πολύ μικρό μερίδιο αγοράς στην Ελλάδα, αλλά θέλουμε να το διευρύνουμε. Επενδύουμε, λοιπόν, στο brand Libresse με events δειγματοδιανομών, προωθητικές εκστρατείες και άλλες δράσεις.
Πώς έχει «τρέξει» μέχρι στιγμής το 2016 για την SCA στην Ελλάδα;
To 2016, συνολικά, έχουμε να επιδείξουμε μικρά ποσοστά ανάπτυξης. Καταγράφεται θετικό πρόσημο, αλλά δεν είναι μεγάλο νούμερο. Με βάση τις δικές μας πηγές όμως, η ελληνική αγορά στις κατηγορίες όπου δραστηριοποιούμαστε συρρικνώνεται κατά περίπου 10-11% και αυτό σημαίνει πως πρόκειται να κερδίσουμε μερίδιο αγοράς. Όσον αφορά την Tena, η εικόνα είναι ιδιαίτερα σταθερή, αλλά, όπως ανέφερα, είμαστε ήδη στην πρώτη θέση στη συγκεκριμένη κατηγορία. Η Zewa έχει αναπτυχθεί σημαντικά φέτος, ενώ η Libresse καταγράφει μικρή μεν άνοδο, αλλά μόλις πρόσφατα ξεκινήσαμε να επενδύουμε στη μάρκα.
Σας έχουν επηρεάσει στην προσπάθειά σας για ανάπτυξη οι πρόσφατες εξελίξεις με τη Μαρινόπουλος;
Όπως έχει γίνει γνωστό και αναφέρεται και στα σχετικά έγγραφα, το ποσό που αυτή τη στιγμή υπάρχει μετά το «haircut» σαν οφειλή προς την SCA και μεταβιβάστηκε στη νέα εταιρεία, είναι της τάξεως των 4 εκατ. ευρώ. Ήρθα στην Ελλάδα το 2014, προερχόμενος από μια διαφορετική πραγματικότητα και ήταν πολύ ασυνήθιστο για μένα να υπάρχει μια ιδιωτική επιχείρηση τέτοιου μεγέθους που να μη δημοσιοποιεί λεπτομέρειες για τη λειτουργία και να μην πληρώνει τακτικά. Ήταν ένα τελείως νέο φαινόμενο για μένα. Διαπίστωσα πως είχαν ένα πολύ καλό δίκτυο καταστημάτων, κάτι που ακόμη ισχύει, αν και δυστυχώς είναι άδεια από προϊόντα, αλλά ταυτόχρονα είδα πως αγόραζαν κάτι στην τιμή π.χ. των 10 ευρώ και το πουλούσαν στη συνέχεια για 8 ευρώ. Όλοι μπορούμε να το κάνουμε αυτό, αλλά δεν πρόκειται να κρατήσουμε για πολύ. Στη θητεία μου εδώ είδα τους κινδύνους που υπήρχαν με τη Μαρινόπουλος και είχαν ξεκινήσει πριν αναλάβω. Η μείωση, άλλωστε, της έκθεσής μας στη Μαρινόπουλος ήταν μια από τις οδηγίες που είχα όταν ανέλαβα. Ήταν κάτι που επιτύχαμε αλλά, δυστυχώς, όχι αρκετά γρήγορα ώστε να προλάβουμε την τελευταία εξέλιξη. Ήταν μια αλυσίδα με πολύ καλό δίκτυο, είχαν την «κληρονομιά» της γαλλικής Carrefour, o όμιλος είχε άλλες δραστηριότητες όπως η συνεργασία με τη Marks & Spencer, που μου είναι οικεία λόγω της βρετανικής μου καταγωγής, και υπό αυτό το πρίσμα θεωρούσα πως κατά βάθος θα πρέπει τα πράγματα να είναι σωστά. Όταν όμως υπήρξε κάποια μεγαλύτερη διαφάνεια και είδαμε όλοι την οικονομική κατάσταση, καταλάβαμε πως στην ουσία ήταν ένας «πύργος από τραπουλόχαρτα». Η Μαρινόπουλος ήταν πρόβλημα για εμάς ήδη προτού αναλάβω και δυστυχώς κι εγώ αφιέρωσα πολύ χρόνο γι’ αυτή την υπόθεση -κάνοντας σχέδια και προβλέψεις, σταματώντας και ξεκινώντας ξανά την τροφοδοσία για να καταβληθούν πληρωμές- ο οποίος πήγε τελείως χαμένος. Θα προτιμούσα να τον είχα αφιερώσει προσπαθώντας να αναπτύξω τις δραστηριότητές μας. Ήταν μια ψυχοφθόρα διαδικασία. Γνώρισα και μέλη της οικογένειας Μαρινόπουλου όταν τα πράγματα έγιναν πιο σοβαρά. Φάνηκαν αξιόπιστοι. Δεν τους έφτασε μάλλον ο χρόνος. Πίστευαν πως είχαν ένα πλάνο, αλλά στην πραγματικότητα τα προβλήματα ήταν πολύ μεγάλα.
Τι σας οδήγησε να υπογράψετε τελικά τη συμφωνία της Μαρινόπουλος με τη Σκλαβενίτης και τις πιστώτριες τράπεζες;
Όντως υπογράψαμε τη συμφωνία. Αν με ρωτάτε όμως αν συμφωνώ με το haircut, η πραγματικότητα είναι πως όχι. Έλαβα, ωστόσο, νομικές συμβουλές και κατάλαβα πως το haircut θα προέκυπτε ούτως ή άλλως: είτε δηλώναμε πως συμφωνούμε είτε όχι. Αν δεν υπογράφαμε τη συμφωνία και η Σκλαβενίτης προχωρούσε στην εξαγορά, θα καταγράφονταν καθυστερήσεις όσον αφορά την καταβολή των χρημάτων. Θεωρώ, λοιπόν, πως όλοι μας στο χώρο της Βιομηχανίας θέλαμε να βάλουμε την υπόθεση Μαρινόπουλος στο παρελθόν και να ξεκινήσουμε να κοιτάμε μπροστά. Επίσης, με βάση την πληροφόρηση που έχω κι εγώ -κυρίως από τα media- δεν είδα να υπάρχει άλλη πρόταση για τη Μαρινόπουλος πλην της Σκλαβενίτης, η οποία νωρίτερα είχε φτάσει κοντά στην εξαγορά της Βερόπουλος, αλλά δεν ολοκλήρωσε το deal. Καθώς, λοιπόν, η Σκλαβενίτης ήταν η μοναδική εναλλακτική στην πτώχευση, θεώρησα πως το «κούρεμα» των οφειλών κατά 50% ήταν προτιμότερο από την 100% απώλειά τους. Αυτό ήταν το βασικό κίνητρο για εμάς, ενώ πρέπει να σημειώσω πως δεν ήταν μια απόφαση που πήρα μόνος μου. Η λήψη της απόφασης να χάσει η εταιρεία χρήματα δεν είναι στο «job description» μου. Συζήτησα το θέμα με εξαιρετικά ανώτερα στελέχη της SCA στην Ευρώπη και με καθοδήγησαν προς την κατεύθυνση της συμφωνίας. Δεν είμαστε χαρούμενοι φυσικά. Δεν θέλαμε να χάσουμε αυτά τα λεφτά.
Γενικότερα, πώς βλέπει ο όμιλος την κατάσταση στην Ελλάδα, δεδομένης και της υπόθεσης που προέκυψε με τη Μαρινόπουλος;
Η αγορά στην Ελλάδα είναι δύσκολη, ακόμη και χωρίς αυτό το ζήτημα. Είχαμε μερικά κακά χρόνια όσον αφορά τις δραστηριότητές μας εδώ. Πλέον άρχισαν να φαίνονται κάποια σημάδια βελτίωσης για εμάς, αλλά οφείλονται στις δικές μας προσπάθειες αναδιοργάνωσης. Δεν βελτιώθηκε η ελληνική αγορά. Το καλοκαίρι του 2015, εν μέσω capital controls και της έντονης συζήτησης περί Grexit, υπήρχε ήδη ανησυχία για την κατάσταση και στη συνέχεια ακολούθησε και η υπόθεση της Μαρινόπουλος, που δεν βοήθησε την κατάσταση.
Στην Ελλάδα είμαι ο επικεφαλής για το management των δραστηριοτήτων αλλά εκτός της χώρας είμαι ο πρεσβευτής για την ελληνική θυγατρική και την ελληνική αγορά. Κάθε χρόνο έχουμε μια συνάντηση για το ετήσιο budget και ζητάω από τον όμιλο να επενδύσω στα brands μας στην Ελλάδα. Γεγονότα όμως όπως η κρίση του 2015 ή η υπόθεση της Μαρινόπουλος το καθιστούν πιο δύσκολο. Ο ανταγωνισμός μου, ξέρετε, δεν είναι μόνο η P&G και η MΕΓΑ ή η ιδιωτική ετικέτα, που στην Ελλάδα είναι ίσως πιο ισχυρή από άλλες χώρες. Eίναι και η SCΑ στην Κροατία ή τη Ρουμανία, τις οποίες αντιμετωπίζω στην προσπάθειά μου να αντλήσω πόρους του ομίλου για την Ελλάδα. Πρόκειται για αγορές που καταγράφουν άνοδο και αν και σε επίπεδο ΑΕΠ έχουν ακόμη πολύ δρόμο μπροστά τους για να καλύψουν, εντούτοις αντιστοιχούν σε μια πολύ καλή πρόταση. Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις προτιμούν να επενδύουν σε μια οικονομία που αναπτύσσεται και η Ελλάδα είναι μια δύσκολη αγορά αυτή τη στιγμή, η οποία, μάλιστα, μερικές φορές δεν βοηθάει τον εαυτό της, όπως με την περίπτωση της Μαρινόπουλος, που συζητάμε. Το πρόβλημα αυτό, σε συνδυασμό με την οικονομική συγκυρία, έχει σίγουρα βλάψει την εικόνα μας στα μάτια των υπόλοιπων στην επιχείρησή μας.
Πώς σχεδιάζετε να καλύψετε τις απώλειες που προέκυψαν από την υπόθεση της Μαρινόπουλος αλλά και την κάμψη της αγοράς;
Η απώλεια των εσόδων αυτών δεν μπορεί να αντικατασταθεί εν μία νυκτί. Όσον αφορά τις δικές μας οικονομικές διευθετήσεις, θα πρέπει να δανειστούμε χρήματα όπως όλοι οι άλλοι. Είναι κάτι που θα συμβεί εσωτερικά μέσα από τον χρηματοδοτικό βραχίονα της SCA. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει πως τα χρήματα είναι δωρεάν, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί πως αυτή τη στιγμή υπάρχει μια διστακτικότητα λόγω των capital controls.
Από την άλλη, ήμασταν σχετικά καλά προετοιμασμένοι, αν και όχι για μια συνολική απώλεια των οφειλομένων από τη Μαρινόπουλος. Το 50% haircut όμως μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε χωρίς να προχωρήσουμε σε απολύσεις. Έχουμε ήδη κατορθώσει να το αφήσουμε πίσω μας αυτό. Βέβαια, αν κάποιοι αποχώρησαν με δική τους απόφαση από την εταιρεία, ίσως να μην τους αντικαταστήσαμε. Έχουμε ακολουθήσει κάποια βήματα κοινής λογικής. Εξετάσαμε τα κόστη μας και είδαμε πού μπορούμε να προχωρήσουμε σε περικοπές για να κρατήσουμε τα overheads ευθυγραμμισμένα με την κατάσταση της επιχείρησης. Μέσα στον Δεκέμβριο, για παράδειγμα, θα μετακομίσουμε σε νέα γραφεία στο ίδιο κτιριακό συγκρότημα, με σημαντικά μικρότερο μίσθωμα.
Το τελευταίο διάστημα ακούγεται έντονα στην αγορά πως μετά τις εξελίξεις με τη Μαρινόπουλος και τη Σκλαβενίτης και άλλοι retailers πιέζουν για haircuts τους προμηθευτές. Είναι κάτι που αντιμετωπίζετε;
Οι πελάτες πάντα θα ζητάνε περισσότερα. Δεν έχει σημασία ποιος είναι ο λόγος. Πριν έρθω στην Ελλάδα ήμουν σε ένα πολυεθνικό retailer με παρουσία σε πολλές χώρες και εξαιρετικά καλό και δημιουργικό όσον αφορά τους τρόπους που ζητούσε χρήματα. Μπορούσα, λοιπόν, εύκολα να προβλέψω όταν βγήκε στην επιφάνεια το θέμα της Μαρινόπουλος και άρχισαν οι συζητήσεις για haircut πως και οι άλλοι λιανέμποροι θα ζητούσαν χρήματα. Ο τρόπος που το παρουσιάζουν σαν αίτημα εξαρτάται, φυσικά, αποκλειστικά από αυτούς. Κάποιοι θα ζητήσουν χρήματα για τον «Χ» λόγο, άλλοι για τον «Ψ» λόγο και άλλοι «επειδή δώσατε στους άλλους», αν και στην πραγματικότητα δεν το κάναμε. Πάντα ζητάνε χρήματα και θα το έκαναν ακόμη και αν δεν είχε προκύψει η υπόθεση της Μαρινόπουλος. Απλά ο τρόπος με τον οποίο θα επικοινωνούσαν το μήνυμα θα ήταν διαφορετικός. Η πίεση είναι πάντα εκεί και η συγκέντρωση στην αγορά την οξύνει. Οι εξαγορές πρέπει να πληρωθούν μέσα από συνέργειες. Το ίδιο συμβαίνει και όταν υπάρχει συγχώνευση προμηθευτών, με την πίεση να ασκείται στους παραγωγούς των πρώτων υλών. Είναι κάτι το συνηθισμένο στην αγορά μας και συμβαίνει σε όλες τις χώρες. Σημασία έχει πώς αντιμετωπίζει αυτή την πίεση η κάθε επιχείρηση. Βέβαια, δεν είμαστε φιλανθρωπικές επιχειρήσεις, έχουμε να ανταποκριθούμε σε στόχους κερδοφορίας.
Ήρθατε στην Ελλάδα σε μια πολύ δύσκολη εποχή. Ποιο είναι το προσωπικό σας στοίχημα, οι στόχοι και η επιδίωξή σας για την ελληνική αγορά;
Πραγματικά η εποχή είναι δύσκολη. Μου αρέσουν όμως οι προκλήσεις. Θέλω να βρίσκομαι στην Ελλάδα και το απολαμβάνω σε προσωπικό επίπεδο. Βέβαια, δεν είναι μια στρατηγική αγορά για την SCA, η οποία για να είμαστε ειλικρινείς, μπορεί να συνεχίσει και χωρίς αυτήν, καθώς υπάρχουν πολλές ακόμη αγορές στις οποίες μπορεί να εστιάσει. Θεωρώ πως η Ελλάδα πρέπει να φροντίσει κάποια θέματα προκειμένου να γίνει πιο ελκυστική για όσους θέλουν να επενδύσουν. Εγώ θέλω να δώσω τη μάχη για να πείσω ανθρώπους να επενδύσουμε εδώ, να κάνουμε διαφήμιση, να λανσάρουμε νέα προϊόντα. Διαθέτουμε κυρίως premium προϊόντα και παρά τις δυσκολίες που παρατηρούνται στην αγορά, εκτιμώ πως υπάρχουν και σημαντικές ευκαιρίες στην Ελλάδα και κοινό για εμάς. Μάλιστα, στους επόμενους μήνες πρόκειται να λανσάρουμε νέα πράγματα στην ελληνική αγορά, ενώ ήδη μέσα στο 2016 έχουμε παρουσιάσει δύο νέα και καινοτόμα προϊόντα Ζewa. Επίσης, έχουμε σημαντικά σχέδια και για την επόμενη χρόνια.
Γνωρίζω πως υπάρχουν φήμες για τη δέσμευσή μας στην ελληνική αγορά, αλλά δεν ευσταθούν. Θα το γνώριζα, καθώς σε τελική ανάλυση εγώ είμαι αυτός που καθορίζει το πώς λειτουργούμε εδώ. Δεν υπάρχει πλάνο να φύγουμε από τη χώρα. Μόλις μισθώσαμε νέα γραφεία για τα επόμενα χρόνια, ενώ τόσο εγώ όσο και η γυναίκα μου μαθαίνουμε ελληνικά. Αν ο σχεδιασμός προέβλεπε να φύγω, δεν θα έμπαινα σε αυτή τη διαδικασία. Στη Νοτιοανατολική Ευρώπη η Ελλάδα αποτελεί σημαντική αγορά για εμάς. Διατηρώ κάποια ανησυχία για τις δυνατότητες ανάπτυξης, αλλά σχετίζεται με την κατάσταση της οικονομίας. Πέρα όμως από αυτή την κατάσταση, είμαστε αφοσιωμένοι στην ελληνική αγορά και συνεχίζουμε να επενδύουμε σε αυτήν και στα brands μας. Τίποτα δεν έχει αλλάξει.