Γράφει η Λιλή Καρακώστα
Φαρμακοποιός με μεγάλη αγάπη στη φύση και στα μελίσσια του, ο Νίκος Κουτσιανάς, δύσκολα θα φανταζόταν πως το χόμπι του κάποια στιγμή θα μετατρεπόταν σε μια εταιρία που εξαγοράστηκε για 40 εκατ. ευρώ…
Ήταν 1972, όταν η Νίκη, μαθητευόμενη φαρμακοποιός και μεγαλωμένη σε ένα αστικό περιβάλλον της Τρίπολης με γαλλικά και πιάνο, μπήκε στο φαρμακείο του Νίκου Κουτσιανά για να εργαστεί. Κανείς φυσικά δεν μπορούσε να προβλέψει, πόσο μάλλον η ίδια, πως εκείνη η μέρα θα στιγμάτιζε για πάντα τη ζωή της…
Ο Νίκος Κουτσιανάς, προερχόμενος από ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον από αυτό της Νίκης, ήταν αυτό που λέμε ένας αυτοδημιούργητος επιστήμονας. Με καταγωγή από τα Γαβράκια Δομοκού, από μια οικογένεια αριστερών σε μια εποχή που ο όρος «αριστερός» είχε το τίμημά του, έχασε σε μικρή ηλικία ανθρώπους της οικογένειάς του κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου.
Η σχέση τους γρήγορα εξελίχθηκε από αυστηρά επαγγελματική σε κάτι παραπάνω από φιλική και έτσι δεν άργησαν να γίνουν ζευγάρι. Η Νίκη ενθουσιαζόταν με τις έρευνες του Νίκου Κουτσιανά, που έψαχνε τρόπους να ενσωματώσει την πρόπολη, τη φυσική ρητίνη που συλλέγουν οι μέλισσες από τους κορμούς του δέντρου και τη χρησιμοποιούν για να προστατεύουν και να συντηρούν την κυψέλη σε προϊόντα για το δέρμα και τα μαλλιά, σε κανέναν όμως ως τότε δεν είχε μπει το «μικρόβιο» της εμπορικής εκμετάλλευσης αυτής της ιδέας.
Το χρέος στον Παπουτσάνη και το κασελάκι με τα σαπούνια
Ωστόσο, η ζωή είχε άλλα σχέδια για το ζευγάρι Κουτσιανά. Ένα χρέος που είχε ο Νίκος Κουτσιανάς στον Παπουτσάνη ήταν ενδεχομένως η αφορμή που δημιουργήθηκε η Apivita, επιβεβαιώνοντας τον κανόνα που αναφέρει πως η ζωή είναι εξαιρετικά απρόβλεπτη. Η ιδέα της Νίκης να φτιάξουν ένα μαύρο αντιβακτηριδιακό σαπούνι που συνδύαζε την πρόπολη με το θυμάρι, φάνηκε σωτήρια, όταν χρειάστηκε να ξεπληρωθεί το χρέος στον Παπουτσάνη.
Το σχεδόν μυθιστορηματικό ξεκίνημα της εταιρίας, αφηγείται η ίδια η Νίκη Κουτσιανά, σε παλιότερη συνέντευξή της: «Στο εμπόριο υπήρχαν γαλλικά καλλυντικά σαπούνια, τα οποία πωλούνταν προς 1.000 δραχμές, όταν το Καραβάκι Παπουτσάνη κόστιζε μόλις 15 δραχμές. Το δικό μας σαπούνι με πρόπολη, το οποίο είχε μηδαμινό περιθώριο κέρδους λόγω ακριβών συστατικών, το πωλούσαμε 150 δραχμές. Ή τουλάχιστον τόσο θέλαμε να το πουλήσουμε, αφού οι πωλητές αρνούνταν να το αναλάβουν, μιας και ήταν ένα σαπούνι που πήγαινε κόντρα στη λογική της αγοράς: δεν μύριζε και είχε μαύρο χρώμα. Αναγκάστηκα, λοιπόν, για πρώτη φορά στη ζωή μου, στα 29, καθώς έβλεπα ότι υπήρχε κίνδυνος να ζημιωθούμε από αυτή μου την απόφαση, καθώς χρωστούσαμε στον Παπουτσάνη τα λεφτά για τα σαπούνια που μας παρασκεύασε, να βγω και να τα πουλήσω η ίδια, παίρνοντας ένα κασελάκι με 48 τεμάχια και αφήνοντας πίσω τις σκέψεις ότι είμαι μια επιστήμονας, μια φαρμακοποιός, την οποία θα έβλεπαν μπροστά τους οι συνάδελφοί μου σαν πωλήτρια».
Από τις μέλισσες στην…Apivita
Και κάπως έτσι, γεννήθηκε η Apivita το 1979. Γνώστης της μελισσουργίας, ο Νίκος Κουτσιανάς χάρη στις 400 κυψέλες που διέθετε στο χωριό του, θέλησε να μεταφέρει τις ευεργετικές ιδιότητες του μελιού σε καλλυντικά που δεν θα βασίζονταν σε συντηρητικά και χρωστικές ουσίες αλλά σε αγνές και πλήρως φυτικές ουσίες.
Με την βοήθεια του φίλου τους και σκιτσογράφου, Σπύρου Ορνεράκη, σχεδιάζουν μια μέλισσα ως σήμα κατατεθέν της Apivita και ξεκίνησαν δηλώνοντας πως «Επικονιάσαμε την επιχειρηματική δραστηριότητα με μία άλλη ηθική. Δεν δημιουργήσαμε την Apivita για να κονομήσουμε, συστήσαμε την εταιρεία για να δημιουργήσουμε με σεβασμό στους ανθρώπους και τον πλανήτη και να ανταμειφθούν οι κόποι μας».
H βάση για τα πρώτα τους φυσικά καλλυντικά ήταν κυρίως μελισσοκομικά προϊόντα και ελληνικά βότανα ενώ στη συνέχεια, τα προϊόντα τους πολλαπλασιάστηκαν χάρη στις πολυετείς έρευνες πάνω στις θαυματουργές ιδιότητες των ελληνικών φυτών και βοτάνων.
Το 1991, αξιοποιώντας και αναδεικνύοντας τις ιδιότητες των αιθέριων ελαίων, κυκλοφορούν τη σειρά ΑROMATHERAPY και τη σειρά εξατομικευμένων καλλυντικών PERSONAL. O guru του marketing, Philip Kotler, τη χαρακτηρίζει «case study». Το 2001, προχωρούν σε μια ακόμα καινοτομία. Αφουγκραζόμενοι τις επιθυμίες των πελατών κυκλοφορούν τις μάσκες προσώπου, express beauty masks, σε συσκευασία μονοδόσεων σε φακελάκια. Μια πραγματική καινοτομία για τις γυναίκες που αναζητούσαν μια οικονομική και ποιοτική λύση για το πρόσωπό τους που θα μπορούσαν να έχουν ακόμη και μέσα στην τσάντα τους.
Τα ελληνικά καλλυντικά που έγιναν μόδα
Τα χρόνια της κρίσης δεν φαίνεται να άγγιξαν την Apivita καθώς όλο και περισσότερες Ελληνίδες εγκατέλειπαν σταδιακά τα «ξενόφερτα» και πανάκριβα καλλυντικά προκειμένου να δοκιμάσουν εναλλακτικά προϊόντα με ελληνική προέλευση και «σπιτικά» συστατικά.
Σήμερα πλέον, που η Apivita συμπληρώνει 38 χρόνια ζωής δραστηριοποιείται σε 15 χώρες, στην Κύπρο, στην Ισπανία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, τη Ρουμανία, την Ιαπωνία, το Χονγκ Κονγκ, την Αυστραλία, τις ΗΠΑ, την Αγγλία, την Κροατία, την Ουκρανία και Βουλγαρία και πρόσφατα και στην Ιταλία, σε συνεργασία με αλυσίδες φαρμακείων αλλά και στον χώρο του retail με δικά της καταστήματα, στα πρότυπα του flagship καταστήματος «The APIVITA Experience Store» στο κέντρο της Αθήνας.
Έρευνα και εξαγωγές
Η Apivita δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην έρευνα καθώς οι ιδιότητες των ελληνικών φυτών και βοτάνων είναι χιλιάδες και αποκαλύπτονται σταδιακά. Έτσι, η εταιρεία συμμετέχει σε δέκα ερευνητικά προγράμματα σε συνεργασία με πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και συνεργάζεται με 71 ιδρύματα σε 22 διαφορετικές χώρες. Η έρευνά της εστιάζεται κυρίως στα βότανα της ελληνικής φύσης, τα μελισσοκομικά προϊόντα, αλλά και τον υποθαλάσσιο χώρο της Μεσογείου. Επίσης, συμμετέχει με Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση στο πρόγραμμα της Ε.Ε. Horizon 2020, το σημαντικότερο πρόγραμμα της ΕΕ για την έρευνα και την καινοτομία που δρομολογήθηκε ποτέ.
Αλλά και η εξαγωγική της δραστηριότητα δεν υπολείπεται της έρευνας. Στο εξωτερικό, αποφάσισαν να επεκταθούν πέρα από τα φαρμακεία και να ανοίξουν δικά τους καταστήματα. Ξεκίνησαν από την Ισπανία και σιγά- σιγά προχώρησαν, με τα προϊόντα τους τώρα να εξάγονται σε 15 χώρες, με την Ιαπωνία, την Ισπανία και το Χονγκ Κονγκ ανάμεσά τους.
Από το κασελάκι στη συμφωνία των 40 εκατ. ευρώ με την Puig
Έχοντας κατά καιρούς απορρίψει πλήθος «μνηστήρων» για την εξαγορά της-ανάμεσά τους και τον γαλλικό κολοσσό L’Oreal σε ένα επιχειρηματικό «προξενιό» που ενεπλάκη και το όνομα του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, που πραγματοποίησε ταξίδι στο Παρίσι για να συζητήσει την επένδυση-η Apivita δε δίστασε ποτέ χαλάσει και διεθνείς συμφωνίες αν ήταν αντίθετες με τη φιλοσοφία της.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ajinomoto, της εταιρείας με την οποία συνεργαζόταν για την επέκταση του δικτύου τους στην Ιαπωνία που ήθελε την προσθήκη σιλικόνης στα προϊόντα, κάτι που συνάντησε την πλήρη αντίθεση της οικογένειας Κουτσιανά με αποτέλεσμα να διαλυθεί η μεταξύ τους συμφωνία.
Ωστόσο, η μικρή εταιρία από την Ελλάδα που κατάφερε να εισχωρήσει στις διεθνείς αγορές, γρήγορα προσέλκυσε το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών, μέχρι που η ισπανική Puig, την εξαγόρασε με τίμημα που κυμαίνεται ανάμεσα στα 30 με 40 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία προβλέπει την πλειοψηφία των μετοχών στην Puig με την οικογένεια Κουτσιανά να διατηρεί ένα μικρό πακέτο μετοχών και τον Νίκο Κουτσιανά να παραμένει επικεφαλής της εταιρίας ως Πρόεδρος του ΔΣ και Διευθύνων Σύμβουλος της APIVITA. Η συμφωνία επίσης προβλέπει να παραμείνουν οι παραγωγικές εγκαταστάσεις της εταιρίας στην Ελλάδα καθώς και να συνεχιστεί η συνεργασία με Έλληνες παραγωγούς για την προμήθεια πρώτων υλών.
Και ενώ πολλοί απόρησαν με το deal της εξαγοράς που αποτέλεσε ηλιαχτίδα στον μουντό ουρανό της κρίσης, ο μόνος που φαίνεται να ήταν απόλυτα προετοιμασμένος γι’ αυτό, ήταν ο ίδιος ο Νίκος Κουτσιανάς που έχοντας αντιγράψει ο ίδιος τη ζωή της μέλισσας-εργάτριας, δεν σταματά να επαναλαμβάνει στους συνεργάτες του να μη στέκονται και να παρακολουθούν τι πράττει ο ανταγωνισμός. «Μοναδικός ανταγωνιστής μας είναι η άγνοια της μοναδικότητάς μας», είναι η αγαπημένη του φράση, που αποδείχθηκε πολύτιμος οδηγός για έναν φαρμακοποιό που δεν έχανε ευκαιρία να βρεθεί στα αγαπημένα του μελίσσια…