Γράφει ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος
Γραμμένο πριν τριάντα ακριβώς χρόνια, τον Νοέμβριο 1987, για το Βήμα και τον Οικονομικό Ταχυδρόμο, ένα πολύκροτο άρθρο του τότε πρωθυπουργού εμπεριέχει μεγάλες αλήθειες για τους σημερινούς επιγόνους του στην κεντροαριστερά. Κυρίως δε, δείχνει ότι ούτε ο Μαρξ ούτε ο Κέϋνς προσφέρουν λύσεις στην σημερινή πολύπλευρη, παγκοσμιοποιημένη και τεχνολογική οικονομική πραγματικότητα. Παράλληλα, ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ προέβλεπε πώς ο κρατισμός και η υπερκατανάλωση με δανεικά θα οδηγούσαν στην εθνική πτώχευση. Αυτήν που κάποιοι αρνούνται πεισματικά να καταλάβουν πώς και γιατί συνέβη –άρα είναι ανίκανοι να την διαχειριστούν και να την ξεπεράσουν.
Ιδού τί έγραφε ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου στον Οικονομικό Ταχυδρόμο της 19ης Νοεμβρίου 1987:
«Ως σοσιαλιστής, είμαι πολύ οικείος με την κλασική μαρξιστική άποψη ότι ο καπιταλισμός αναπτύσσει κοινωνικές δομές όπως η ατομική ιδιοκτησία της παραγωγής, οι οποίες εμποδίζουν την πρόοδο της τεχνολογίας και της παραγωγικότητας και καθιστούν αναγκαία την κοινωνική επανάσταση. Για τον Μαρξ αυτή ήταν η αντίφαση-κλειδί του καπιταλισμού και η βάση για το επιχείρημα ότι ο σοσιαλισμός ήταν ιστορικά αναπόφευκτος. Αλλά ακριβώς το αντίθετο φαίνεται να είναι αλήθεια. Το καπιταλιστικό σύστημα δείχνει εντυπωσιακό δυναμισμό και αλλάζει τις αντιλήψεις που για καιρό είχαν υιοθετήσει οι μαρξιστές για την μελλοντική παρακμή του καπιταλισμού.
»Ο καπιταλισμός, πολύ περισσότερο από τον σοσιαλισμό, παρήγαγε νέες ανακαλύψεις –από τα μικροηλεκτρονικά έως τους υπεραγωγούς– που βελτιώνουν αλματωδώς την παραγωγικότητα. Κατά παράδοξο τρόπο, η πρόβλεψη του Μαρξ έχει μεγαλύτερη σχέση με την Σοβιετική Ένωση και τον Ανατολικό Συνασπισμό παρά με την καπιταλιστική Δύση. Ο συγκεντρωτικός προγραμματισμός, ο αυστηρός έλεγχος και η γραφειοκρατία υπήρξαν στην πραγματικότητα τα εμπόδια στην τεχνολογική αλλαγή.
»Τώρα γίνονται αλλαγές στον Ανατολικό Συνασπισμό που πλησιάζουν τις διαστάσεις μίας επανάστασης. Ο Γκορμπατσώφ είναι αναμφισβήτητα ένας από μακρού αναμενόμενος μεταρρυθμιστής. Είναι μία πολύ εντυπωσιακή προσωπικότητα, με την τεράστια αποστολή να αποκεντρώσει την σοβιετική οικονομία και να εισαγάγει την οικονομία της αγοράς, όσο είναι δυνατόν περισσότερο. Οι μεταρρυθμίσεις του αποτελούν την αναγνώριση ότι υπάρχουν όψεις της καπιταλιστικής δομής που μπορούν να αγνοηθούν μόνον με κόστος.
»Μία από αυτές τις όψεις που είμαι έτοιμος να αποδεχθώ ο ίδιος είναι ότι η καταναλωτική πλευρά της οικονομίας είναι καλύτερα οργανωμένη από ορισμένου είδους μηχανισμούς της αγοράς. Το σύστημα των τιμών μπορεί να παράσχει σαφώς πιο αποτελεσματικά αγαθά στον καταναλωτή από οποιονδήποτε προγραμματισμό. Αλλά πιστεύω ακόμη ότι οι κακές πλευρές του καπιταλισμού, όπως η ανεργία, αντιμετωπίζονται καλύτερα με τον προγραμματισμό της συσσώρευσης του κεφαλαίου και της επενδυτικής πλευράς της οικονομίας.
»Έτσι, θα πρέπει να δώσω μία νέα ερμηνεία –διαφορετική από εκείνη του Μαρξ– για τα προβλήματα του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός βρίσκεται σε βαθιά κρίση, όχι επειδή έχει εμποδισθεί από την ανάπτυξη αλλά λόγω αυτοκαταστροφής, που έχει προκληθεί από τον δυναμισμό του. Σε παγκόσμια κλίμακα, ο καπιταλισμός θα πρέπει να θεωρηθεί υπεύθυνος για τα χειρότερα δεινά που υπέστη η ανθρώπινη ύπαρξη. Η ανισότητα στην διανομή του εισοδήματος αυξάνει. Οι τεχνολογικές αλλαγές δημιουργούν το χειρότερο είδος ανισότητας –την μόνιμη ανεργία εκατομμυρίων εργατών. Ακόμη και στις πλούσιες χώρες, ένα μεγάλο ποσοστό πολιτών ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας. Η ανισότητα αυξήθηκε επίσης μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών και των χωρών του Τρίτου Κόσμου.
»Η επικίνδυνη και απρογραμμάτιστη εκμετάλλευση από την ελεύθερη επιχειρηματική δραστηριότητα αυτού του αυτοδύναμου οικοσυστήματος που αποκαλούμε πλανήτη Γη, έχει παραγάγει ρύπανση, που είναι επικίνδυνη όχι μόνο για την ανθρώπινη ζωή αλλά και για όλες τις μορφές ζωής. Εξαντλεί όλα όσα αυτός ο πλανήτης έχει να προσφέρει για την μακροχρόνια επιβίωση της ανθρωπότητας.
»Η συσσώρευση όπλων, ιδιαιτέρως πυρηνικών όπλων, μεταξύ των υπερδυνάμεων δεν είναι το αποτέλεσμα ενός κακού προέδρου ή γενικού γραμματέα, αλλά αναπόσπαστο μέρος του συστήματος. Προχωρώντας στο θέμα αυτό, νομίζω ότι ο Γκορμπατσώφ κατανοεί το πρόβλημα από την πλευρά του. Η πρωτοβουλία του για την ειρήνη είναι αναπόσπαστο μέρος των διεθνών μεταρρυθμίσεων. Γνωρίζει ότι δεν μπορεί να βελτιώσει το σοβιετικό επίπεδο διαβίωσης χωρίς την μείωση των δαπανών για τα πυρηνικά όπλα και γενικότερα για τις ένοπλες δυνάμεις. Δεν είναι το θέμα αν ο Γκορμπατσώφ είναι ένας άνθρωπος της ειρήνης. Πιστέψτε με, είναι ένας άνθρωπος της ειρήνης. Αλλά γι’ αυτόν η μείωση των εξοπλισμών είναι επίσης θέμα αδήριτης ανάγκης για το σοσιαλιστικό σύστημα.
»Οι τεχνολογικές επαναστάσεις συμβαδίζουν με τις περιόδους κρίσης. Εγώ δεν πιστεύω ότι τα προβλήματα που σημείωσα θα επιλυθούν στο εγγύς μέλλον, οι αέναες κρίσεις του καπιταλισμού τείνουν να επιλύονται από μόνες τους και να προχωρούν. Η έμφαση που δίνω στην πορεία των προβλημάτων είναι κυρίως στους κινδύνους για την επιβίωση. Η περιβαλλοντολογία, η ειρήνη και η συμμετοχή του πολίτη στην διαχείριση των κρίσεων αποτελούν τις αξίες που συμμερίζονται οι Σοσιαλιστές. Αυτός είναι ο ρόλος μας. Στην Ελλάδα δίνουμε την κύρια έμφαση στην ενδυνάμωση των πολιτών μέσω ενός αποκεντρωμένου προγραμματισμού.
»Όταν ο Τζων Μέϊναρντ Κέϋνς ανέπτυξε την θεωρία της “αποτελεσματικής ζήτησης”, το 1936, παρέσχε την λύση για τα προβλήματα της ανεργίας και της υποκατανάλωσης μέσα στα εθνικά σύνορα. Αν η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών τονωνόταν, είτε από φορολογικές περικοπές είτε από κυβερνητικές ενισχύσεις, τότε θα λειτουργούσε και πάλι η βιομηχανία για να καλύψει την ογκούμενη καταναλωτική ζήτηση και να αυξηθεί έτσι η απασχόληση.
»Αλλά η νέα διεθνής διαίρεση της εργασίας τα άλλαξε όλα αυτά. Εάν τονώσουμε την καταναλωτική αγοραστική δύναμη εδώ στην Ελλάδα, δημιουργούμε θέσεις εργασίας στην Ιταλία και στην Γερμανία. Εφόσον είμαστε μέλη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και δεν μπορούμε να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας, οι καταναλωτές μας αγοράζουν ιταλικά παπούτσια ή τα καλύτερα γερμανικά αυτοκίνητα και δημιουργούν πρόβλημα στο ελληνικό ισοζύγιο πληρωμών. Σήμερα ένας οπαδός του Κέϋνς θα είχε οδηγήσει την Ελλάδα στην πτώχευση μέσα σε δύο χρόνια!
»Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν το ίδιο πρόβλημα. Για οποιαδήποτε αιτία, τα αμερικανικά προϊόντα δεν είναι τόσο ελκυστικά στον Αμερικανό καταναλωτή όσο τα ιαπωνικά. Παρά την κάθετη υποτίμηση του δολλαρίου, το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ δεν βελτιώθηκε. Η αίσθηση είναι πολύ σημαντική. Στην Ελλάδα ούτε καν σκεφτόμαστε να αγοράσουμε ένα αμερικανικό ραδιόφωνο ή μαγνητόφωνο. Ψάχνουμε αλλού, συνήθως στην Ιαπωνία.
»Για να διατηρηθεί σήμερα μία χώρα θα πρέπει να παράγει προϊόντα που δεν περιορίζονται μόνον για την εσωτερική αγορά, αλλά για την διεθνή αγορά. Χωρίς έναν ελάχιστο παγκόσμιο οικονομικό συντονισμό, η τόνωση του Κέϋνς είναι σαν να κτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο.
»Η Ευρώπη στο σύνολό της αναγνωρίζει το πρόβλημα αυτό και αντιλαμβάνεται ότι μόνον με την συνεργασία μπορεί να καταστεί μία αποτελεσματική ανταγωνιστική μονάδα, κυρίως στις νέες τεχνολογίες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Αλλά ο καθένας εκφωνεί καλά προετοιμασμένους λόγους. Οι αποφάσεις όμως δεν μπορούν να ληφθούν, ούτε οι στρατηγικές να πραγματοποιηθούν, επειδή η ΕΟΚ (και η κ. Θάτσερ ειδικότερα) δεν είναι έτοιμη να κάνει τις απαραίτητες επενδύσεις.
»Παρά την γενική συμφωνία να υπάρξει μία ενωμένη ευρωπαϊκή αγορά το 1992, η ΕΟΚ θα αντιμετωπίσει μεγάλα προβλήματα. Η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι ένας παγκόσμιος οικονομικός διεκδικητής, εκτός αν αποφασίσει να επενδύσει αυτό που χρειάζεται. Οι πόροι που βρίσκονται στην διάθεσή της, κυρίως τα επίπεδα του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, δεν είναι πουθενά επαρκή για να ανταποκριθούν στον στόχο ενός ενωμένου ανταγωνιστή διεθνούς επιπέδου. Εάν δεν έχουμε μία σημαντική μεταφορά πόρων και τεχνολογίας από τον Βορρά στον πτωχότερο Νότο της Ευρώπης, τότε δεν θα έχουμε σύγκλιση αλλά απόκλιση του ευρωπαϊκού επιπέδου διαβιώσεως. Τούτο εμπεριέχει εκρηκτικούς κινδύνους για το μέλλον. Μπορεί να καταλήξουμε απλώς στο να δημιουργήσουμε μία μεγάλη ενωμένη αγορά για τα ιαπωνικά προϊόντα.
»Μεταξύ των σοσιαλιστών η έννοια του κράτους προνοίας υπέστη ορισμένες αλλαγές, καθώς αντιμετωπίζουμε τις πραγματικότητες της εφαρμογής.
»Εμείς οι Έλληνες σοσιαλιστές κερδίσαμε τις πρώτες μας εκλογές το 1981. Ένας φίλος μου επιχειρηματίας ήλθε, έξι μήνες αργότερα, και μού είπε: “Αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα. Τώρα που κερδίσατε, οι εργαζόμενοι δεν ενδιαφέρονται να διατηρήσουν μία εσωτερική πειθαρχία στην παραγωγή”. Εάν η Ελλάδα θέλει ένα κράτος πρόνοιας με υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση και ασφαλείς συντάξεις, πρέπει ταυτόχρονα να έχουμε υπόψη μας την μάχη για την αύξηση της παραγωγικότητας. Εάν πρέπει να επιζήσουμε σε αυτή την νέα διεθνή διαίρεση της εργασίας και της παραγωγής, όπου η εθνική ανταγωνιστικότητα έχει γίνει τόσο σκληρή, δεν έχουμε άλλη επιλογή. Αν αυτή η στάση δεν υιοθετηθεί από την εργατική και την μεσαία τάξη, οι επιπτώσεις μπορεί να είναι πολύ σοβαρές.
»Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε μία αντεργατική στάση. Αλλά σημαίνει ότι, χωρίς μία πολύ θετική δέσμευση της εργατικής δυνάμεως για βελτίωση της παραγωγικότητας, χάνουμε την μάχη.
»Ως μεικτή οικονομία, η Ελλάδα έχει επίσης ανάγκη από περισσότερα κεφάλαια για επενδύσεις. Παρά τις θετικές ενδείξεις των τελευταίων καιρών, έχουμε υποστεί “απεργία κεφαλαίων” από τους επενδυτές εδώ και δεκατρία χρόνια. Αυτό αληθεύει και για την περίοδο των συνταγματαρχών, οι οποίοι έδωσαν στους επενδυτές κάθε τι που επιθυμούσαν. Οι λόγοι είναι διάφοροι: για παράδειγμα, οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι παραδοσιακά εξαρτημένες από δανειακά κεφάλαια με σχέση ίδιων κεφαλαίων προς δανειακά κεφάλαια 1 προς 5. Αυτό χρειάζεται να το αλλάξουμε. Και εμείς, μία σοσιαλιστική κυβέρνηση, προτείνουμε την δημιουργία χρηματαγοράς.
»Η θέση μας είναι παρόμοια με την θέση της Αμερικής. Καταπνίγει την ιδιωτική επιχείρηση επειδή ο δημόσιος τομέας είναι υπερτροφικός. Στην Ελλάδα, οι οικονομική πόροι για επενδύσεις συνθλίβονται από τα ελλείμματα του δημόσιου τομέα. Μπορεί να μάς πάρει 10 ή 15 χρόνια, αλλά η δύσκολη αποστολή μας ως σοσιαλιστές είναι να θέσουμε τον τομέα αυτόν υπό έλεγχο και να αυξήσουμε την παραγωγικότητά του. Επιδεικνύουμε επίσης μεγαλύτερη προσοχή στις ανάγκες των ξένων επιχειρηματιών, καθώς προσπαθούμε να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις. Οι επιχειρηματίες μπορεί να έχουν παράπονα. Σύμφωνα με την εμπειρία μας από το 1981, υπάρχουν δύο ζητήματα τα οποία νομίζω πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά:
»Πρώτον, οι επιχειρηματίες λένε πως είναι σημαντικό για τις επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν και να απολύουν εργάτες. Ισχυρίζονται ότι, αν δεν έχουν αυτό το δικαίωμα, οι εργάτες δεν ενδιαφέρονται για την απόδοσή τους και ως αποτέλεσμα πέφτει η παραγωγικότητα. Αυτό το ζήτημα προφανώς έρχεται σε αντίθεση με την σοσιαλιστική έννοια της ασφαλούς απασχολήσεως και είναι ένα ευαίσθητο θέμα πολιτικής. Αλλά όμως πρέπει να παραδεχθώ ότι η ανησυχία των επιχειρηματιών έχει κάποια βάση. Οι επιχειρηματίες επίσης παραπονούνται επειδή δεν είναι αφορολόγητα τα επανεπενδυόμενα κέρδη. Πρέπει να αποδεχθώ το επιχείρημα αυτό, επειδή οι άλλες πολιτικές απέτυχαν να προσελκύσουν νέους επενδυτές. Έχουμε προσφέρει επιδοτήσεις 50% για τους ξένους επιχειρηματίες προκειμένου να εγκαταστήσουν τις επιχειρήσεις τους στην Ελλάδα. Ένας γνωστός Γερμανός κεφαλαιούχος μού είπε ευθέως: “Δεν μάς ενδιαφέρουν οι επιδοτήσεις. Μάς ενδιαφέρουν τα κέρδη”. Το θέμα είναι το κέρδος. Και είναι ένα θέμα επιβιώσεως για την ελληνική οικονομία. Οι εργάτες το αντιλαμβάνονται αυτό. Εάν η Ελλάδα δεν μπορεί να προσελκύσει τις ξένες επενδύσεις για να χρηματοδοτήσει την συμμετοχή στην τεχνολογική επανάσταση, τότε είμαστε καταδικασμένοι να παραμείνουμε μία τουριστική χώρα. Οι νέοι μας θα μεταναστεύσουν και θα έχουμε έναν πληθυσμό γερόντων που θα φροντίζει τα ξενοδοχεία.
»Για όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα πιστεύω ότι είναι η σοσιαλιστική κυβέρνηση που μπορεί να δώσει διέξοδο στο έθνος, μέσα από την σωστή λειτουργία του εθνικού προγραμματισμού και της υγιούς μεικτής οικονομίας. Μόνον με τον τρόπο αυτόν θα οδηγήσουμε την απελευθέρωση, τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.