Του Αθαν. X. Παπανδρόπουλου
Στο ερώτημα αν θεωρεί τον εαυτό του υπάλληλο διεθνούς οργανισμού που ασκεί έργο επιτήρησης στην Ελλάδα, ο επικεφαλής της τρόικας Πωλ Τόμσεν κουνάει ελληνικότατα το κεφάλι του και μοιάζει να λέει: άσε τους να λένε, χαμπάρι δεν έχουν.
Στη συνέχεια σοβαρεύεται και τονίζει: «Όχι, κύριε, στην Ελλάδα εκπροσωπώ μαζί με τους άλλους δύο συναδέλφους μου τους τρεις διεθνείς κορυφαίους θεσμούς, οι οποίοι έχουν δώσει στη χώρα σας 300 δισεκατ. ευρώ και ενδιαφέρονται να μαθαίνουν αν αυτοί που πήραν τη βοήθεια ανταποκρίνονται σε αυτά που έχουν συμφωνήσει…».
Στο επίπεδο αυτό, τον τελευταίο καιρό η τρόικα ζητά επίμονα από την κυβέρνηση να τιμήσει την υπογραφή της και να κλείσει σημαντικό αριθμό δημοσίων φορέων οι οποίοι συνεχίζουν να είναι ζημιογόνοι και να απορροφούν κάποια δισεκατομμύρια ευρώ - που πληρώνουν ανυποψίαστοι φορολογούμενοι.
Το κλείσιμο αυτών των ζημιογόνων ΔΕΚΟ είναι απαραίτητο και συνιστά ένα σοβαρό διαρθρωτικό μέτρο το οποίο, όπως τονίζει η τρόικα, θα αυξήσει την εμπιστοσύνη προς την ελληνική κυβέρνηση και την από μέρους της διαχείριση της κρίσης.
Είναι, με άλλα λόγια, συμβατική υποχρέωση της Ελλάδας και όχι μια νέα απαίτηση των δανειστών μας, όπως ψευδέστατα ισχυρίζονται οι αντίπαλοι της κυβέρνησης και τα φερέφωνά τους στα ΜΜΕ.
Σύμφωνα με μελέτες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) αλλά και ελληνικών φορέων, όπως το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), στη χώρα μας υπάρχουν δημόσιοι φορείς χωρίς αντικείμενο, που κοστίζουν σημαντικά ποσά στο Δημόσιο.
Υπάρχουν επίσης ΔΕΚΟ που προκαλούν ζημίες με τη λειτουργία τους, με κόστος υπερδιπλάσιο από αντίστοιχες ιδιωτικές εταιρίες. Εξάλλου, μελέτη που έγινε από το ΚΕΠΕ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι μέσες αμοιβές εργασίας στις ΔΕΚΟ ήταν πάνω από 50% ανώτερες των αντίστοιχων στην ιδιωτική οικονομία.
Όμως, η τελευταία είναι αυτή που καλείται να καλύψει αυτές τις διαφορές - με αποτέλεσμα, η αλματώδης άνοδος της ανεργίας στον ιδιωτικό τομέα να διατηρεί τις θέσεις εργασίας στο Δημόσιο.
Κορυφαίο στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μάς απεκάλυψε ότι, αν στην Ελλάδα το κόστος του δημόσιου τομέα -που ακόμα και σήμερα είναι αισθητά ανώτερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση- ευθυγραμμιζόταν με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, η Ελλάδα θα είχε 200.000 λιγότερους ανέργους.
Και τούτο διότι η πλήρως αντιπαραγωγική ρευστότητα της οικονομίας, που απορροφάται για να διατηρούνται υψηλοί μισθοί εργαζομένων στις ΔΕΚΟ, στην ουσία αφαιρεί θέσεις εργασίας από τον ιδιωτικό τομέα!
Την ίδια περίοδο, κοινή διαπίστωση των παραγόντων της αγοράς είναι ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν ζητήματα με την εξυπηρέτηση της χρηματοδότησής τους βλέπουν την κατάσταση να επιδεινώνεται, απειλώντας τη βιωσιμότητά τους.
Οι περισσότερες εκφράζουν τη δυσφορία τους γιατί, χωρίς άρση της αβεβαιότητας, χωρίς επιμήκυνση του χρέους τους και χωρίς φρέσκο δανειακό χρήμα, δεν είναι σε θέση να υλοποιήσουν προγράμματα αναδιάρθρωσης που έχουν σχεδιάσει.
«Με αυτόν τον τρόπο βυθίζονται ολοένα και περισσότερο εταιρίες που κάλλιστα θα μπορούσαν να σωθούν», υποστηρίζουν στελέχη τους. Υπό αυτές τις συνθήκες, παρά τις θριαμβολογίες περί πρωτογενούς πλεονάσματος, ο επιχειρηματικός κόσμος στέλνει μήνυμα SOS στην κυβέρνηση, προειδοποιώντας πως δεν θα δούμε ανάπτυξη στην ελληνική οικονομία αν δεν κινητοποιηθούν οι τράπεζες και αν η κυβέρνηση δεν προχωρήσει σε κινήσεις που θα περιορίζουν το κόστος των εταιριών.
Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση φαίνεται να έχει κερδίσει τη μάχη των εντυπώσεων και των προσδοκιών, οι επιχειρηματίες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου καθώς, όπως υποστηρίζουν,
κινδυνεύει να χαθεί το παιχνίδι στο μέτωπο της πραγματικής οικονομίας - και τότε, η γενική οικονομική κατάρρευση θα είναι αναπόφευκτη. Ακόμα και για τις ΔΕΚΟ…