Γλυκιά και αγαπημένη από μικρούς και μεγάλους, η ζάχαρη κάνει την εμφάνισή της στην Ελλάδα από πολύ νωρίς χωρίς όμως να παράγεται εκεί. Κάποιες πρώτες προσπάθειες μικρών ζαχαρουργείων ναυάγησαν υπό την πίεση του διεθνούς ανταγωνισμού ως το 1960, που ιδρύθηκε η Eλληνική Bιομηχανία Zάχαρης A.E. με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Και εγένετο…ΕΒΖ
Tο 1961 λειτούργησε το πρώτο εργοστάσιο στη Λάρισα, το 1962 στο Πλατύ, στο 1963 στις Σέρρες. H δυναμικότητα επεξεργασίας τεύτλων των 3 πρώτων εργοστασίων ήταν 2.000 τόνοι το 24ωρο. Tο 1972 λειτούργησε το τέταρτο εργοστάσιο στην Ξάνθη και το 1975 το πέμπτο εργοστάσιο στην Oρεστιάδα με δυναμικότητα 3.000 τόνων τεύτλων το 24ωρο το καθένα.
Με συνολική δυναμικότητα τους 32.400 τόνους τεύτλων, η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης αναδεικνύεται στον απόλυτο πρωταγωνιστή όσον αφορά στην εγχώρια κατανάλωση. Επόμενος σταθμός; Η αύξηση της δυναμικότητας της παραγωγής μέσα από μια σειρά εξαγορών και επεκτάσεων. Το 2002 στην ιδιοκτησία της ΕΒΖ πέρασε το ζαχαρουργείο του ZABALJ στη Σερβία, με δυναμικότητα εκχύλισης 4.500 τόνων και στις αρχές του 2003 ολοκληρώθηκε η αγορά και του δεύτερου ζαχαρουργείου CRVENKA στη Σερβία, με δυναμικότητα εκχύλισης 6.000 τόνων.
Από το 2006 με τη λειτουργία των εργοστασίων Πλατέος, Σερρών και Ορεστιάδας το σύνολο της ονομαστικής δυναμικότητας των εκχυλίσεων ανέρχεται σε 17.400 τόνους τεύτλων.
Tα εργοστάσια επεξεργάζονται τεύτλα από τα τέλη Αυγούστου μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου - αρχές Δεκεμβρίου όλο το 24ωρο χωρίς διακοπή. Τον υπόλοιπο χρόνο το τακτικό προσωπικό ασχολείται με τη συντήρηση των μηχανημάτων, με βελτιώσεις και προσθήκες νέου εξοπλισμού καθώς και την προετοιμασία για την επόμενη καμπάνια. Στην περίοδο λειτουργίας προσλαμβάνεται έκτακτο προσωπικό στα εργοστάσια συντηρώντας ολόκληρες περιοχές στη χώρα.
Η αρχή του τέλους
Η διάλυση της ίσως ιστορικότερης ελληνικής βιομηχανίας είναι αποτέλεσμα διαρκών μεθοδεύσεων και κακοδιαχείρισης που δημιούργησαν υπέρογκα χρέη μέσα σε ελάχιστο διάστημα.
Η απαρχή της περιπέτειας για την ιστορική βιομηχανία τοποθετείται στο 2006, όταν η Ελλάδα αποδέχθηκε τη μείωση της παραγωγής της σε ζάχαρη, από τους 320.000 τόνους τον χρόνο στους 158.000. Τότε υπερκάλυπτε τις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς. Οι ελληνικές κυβερνήσεις τις τελευταίες δεκαετίες χρησιμοποιούσαν τα εργοστάσια για να εξυπηρετούν την κομματική τους πελατεία. Διόριζαν διοικήσεις που πολλές φορές δεν είχαν καμία γνώση του αντικειμένου
Στο πλαίσιο μιας Κοινής Οργάνωσης Αγοράς Ζάχαρης εντάχθηκε σε καθεστώς αναδιάρθρωσης, αποποιούμενη το 50% της εθνικής ποσόστωσης και κλείνοντας, λίγο αργότερα, δύο εργοστάσιά της στη Λάρισα και την Ξάνθη. Το κλείσιμο των δύο εργοστασίων αποτέλεσε τη χαριστική βολή για την ΕΒΖ, μια εταιρία που επί πολλές δεκαετίες εξασφάλιζε εισόδημα σε περισσότερους από 10 χιλιάδες καλλιεργητές και μέχρι πριν από μερικά χρόνια αποτελούσε τη μεγαλύτερη εθνική αγροτική βιομηχανία διαθέτοντας πέντε εργοστάσια στην Ελλάδα και ακόμα δύο στη Σερβία που κάλυπταν τη ζήτηση ζάχαρης στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων.
Ρεσιτάλ κακοδιαχείρισης
Είναι αξιοσημείωτα τα αποτελέσματα, τα οποία προέκυψαν από την προκαταρκτική έρευνα που διενήργησε η Οικονομική Αστυνομία την περίοδο 2007-2015, σύμφωνα με τα οποία πρώην πρόεδροι, διευθύνοντες σύμβουλοι και εμπορικοί διευθυντές κατηγορούνται ότι έδιναν εμπορεύματα σε άλλες εταιρείες με πίστωση, χωρίς να υπάρχουν ισχυρές εξασφαλίσεις, εγγυητικές επιστολές και προσημειώσεις.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι κατηγορούμενοι πωλούσαν και εμπορεύματα κάτω του κόστους, ενώ έκαναν και δωρεές ζάχαρης εις βάρος της επιχείρησης. Η συνολική ζημία που υπέστη η ΕΒΖ ανέρχεται σε 52 εκατ. ευρώ για το χρονικό διάστημα 2007-2015.
Οι παρασκηνιακές κινήσεις ήταν εκείνες που οδήγησαν την ΕΒΖ στα πρόθυρα χρεοκοπίας. Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως ενώ είχε δοθεί εντολή να μην πωληθεί καμία ποσότητα ζάχαρης προκειμένου να ελεγχθούν τα αποθέματα, πωλούνται «ξαφνικά» 7 χιλιάδες τόνοι. Υπάρχουν επίσης επίσημες αναφορές για αγορά ζάχαρης από πολυεθνικές σε τιμές πολύ χαμηλότερες από εκείνες της αγοράς ενώ προβλήματα υπήρχαν και με το δανεισμό της ΕΒΖ από την Αγροτική Τράπεζα παρόλο η πρώτη ήταν θυγατρική της δεύτερης.
Όπως αναφέρει σε έρευνά του για το θέμα, το περιοδικό HOT DOC, η Τράπεζα Πειραιώς ξεκίνησε να διεκδικεί τα χρέη της ΕΒΖ προς την ΑΤΕ. Παράλληλα έχουν υποθηκευθεί και ενεχυριαστεί για λογαριασμό της περιουσιακά στοιχεία της ΕΒΖ συνολικού ύψους 122,3 εκατ. ευρώ, ανάμεσά τους και μετοχές των δύο εργοστασίων στη Σερβία καθώς και βιομηχανικά και αστικά ακίνητα. Να σημειωθεί, ότι οι μετοχές έχουν ενεχυριαστεί στην Τράπεζα Πειραιώς, παρότι δεν ανήκαν στην ιδιοκτησία της ΑΤΕ, αλλά αποκλειστικά στην ΕΒΖ.
Προμελετημένο «έγκλημα»;
Και καθώς η πτώση είναι ηχηρή, θα υπέθετε κανείς πως η κακοδιαχείριση υπήρχε από τις απαρχές της εταιρίας. Όμως κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ. Η ΕΒΖ διέθετε σύγχρονες εργοστασιακές εγκαταστάσεις, μηδενικά χρέη και κέρδη που άγγιζαν ακόμη και τα 10 εκατομμύρια ευρώ.
Η Ελλάδα από εκεί που είχε ένα ισχυρό «χαρτί» με την ΕΒΖ, αναγκάστηκε να προβεί σε εισαγωγή ζάχαρης. Η ΕΒΖ τέθηκε σε ειδικό καθεστώς, με σκοπό την πώλησή της, ωστόσο και οι τρεις δημόσιοι διαγωνισμοί που ακολούθησαν απέβησαν άγονοι, γεγονός που κάθε άλλο παρά ως τυχαίο ερμηνεύεται.
Σήμερα απαξιώνεται και διαλύεται χωρίς καν να μπορεί να πωληθεί, την στιγμή που ως το 2006 απασχολούσε περισσότερους από 1.300 εργαζόμενους ενώ στην Ορεστιάδα, μια μικρή πόλη 25 χιλιάδων κατοίκων, ζούσαν από αυτή τουλάχιστον 700 οικογένειες, οικογένειες που τώρα αγωνιούν για το μέλλον και την επιβίωσή τους. Πλέον η εταιρία ζει σε συνθήκες οικονομικής ασφυξίας μετά την εμπλοκή στην πώληση των δύο θυγατρικών ζαχαρουργείων στη Σερβία, καθώς ήταν ο απαράβατος όρος που είχε θέσει η Τράπεζα Πειραιώς προκειμένου να εξακολουθήσει να χρηματοδοτεί την πολύπαθη επιχείρηση.
Για κέρδη ούτε λόγος καθώς η ΕΒZ έχει κόστος παραγωγής ανά τόνο ζάχαρης που κυμάνθηκε κατά τις τρεις προηγούμενες χρήσεις μεταξύ 742 με 986 ευρώ, όταν το κόστος εισαγόμενης ζάχαρης ανερχόταν σε περίπου 450 ευρώ ανά τόνο.
Το υψηλό κόστος ομολογείται από την ίδια τη διοίκηση της εταιρείας. Προβλήματα υπάρχουν ακόμη και στη λειτουργικότητά της καθώς απαιτούνται άμεσα κεφάλαια για να υπάρξει διακανονισμός με τη ΔΕΠΑ, για το φυσικό αέριο που παρείχε στο εργοστάσιο της Ημαθίας ενώ προβληματισμός επικρατεί και στις συνεργαζόμενες μεταφορικές εταιρίες που μεταφέρουν τα τεύτλα και στις οποίες οφείλονται πολλά χρήματα.
Μόνη λύση για την εταιρία είναι η άμεση «ένεση» κεφαλαίων ή η παρέμβαση της Κυβέρνησης προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα η άλλοτε κραταιά εταιρία. Δύο σενάρια, που δυστυχώς μοιάζουν απίθανα….
Πηγές: businessnews.gr, HOT DOC