Αισθητά ενισχυμένοι βγήκαν οι κλάδοι φαρμάκων και υπηρεσιών υγείας μετά από μια ταραχώδη τριετία πανδημίας. Οι αδυναμίες που βγήκαν στην επιφάνεια μετά τον κορονοϊό και οι επενδύσεις που θα αλλάξουν το τοπίο του φαρμάκου στη χώρα μας.
Γράφει η Λιλή Καρακώστα
Η πανδημία του κορονοϊού που ανέτρεψε πλήρως όλα όσα γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, έφερε στην επιφάνεια τις δυσλειτουργίες αλλά και τις παθογένειες ενός συστήματος που θέλει την Ευρώπη σχεδόν απόλυτα εξαρτημένη φαρμακευτικά από τρίτες χώρες. Και ενώ μέχρι σήμερα αυτό δεν φαινόταν να απασχολεί ιδιαίτερα τις ευρωπαϊκές οικονομίες, ο κορονοϊός αποτέλεσε το έναυσμα για τη φαρμακευτική απεξάρτηση της Ευρώπης.
Οι πρόσφατες ελλείψεις φαρμάκων που σημειώθηκαν σε διεθνές επίπεδο απέδειξαν εύγλωττα πως η παραγωγή φαρμάκων στην Ευρώπη οφείλει να απεξαρτηθεί από την προμήθεια πρώτων υλών από την Κίνα και την Ινδία.
Για πρώτη φορά η συζήτηση για τη φαρμακευτική επάρκεια όχι μόνο της Ευρώπης αλλά και της Ελλάδας τέθηκε στο τραπέζι. Οι ερμηνείες για το φαινόμενο πολλές, σε μια προσπάθεια να αναζητηθούν λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ελλείψεις φαρμάκων και στην Ελλάδα
Με τις ιώσεις να… καλπάζουν εν μέσω χειμώνα, παρατηρήθηκαν και οι πρώτες φαρμακευτικές ελλείψεις στην Ελλάδα, με τα σκευάσματα για την εποχική γρίπη, την πνευμονία και τις ιώσεις του αναπνευστικού να αποτελούν είδη υπό εξαφάνιση.
Πρώτες ύλες που παράγονται στην Ασία, όπως η παρακεταμόλη, η αμοξυκιλλίνη, δραστικές για αντιβιοτικά, αντιπυρετικά και αντιυπερτασικά φάρμακα, ξαφνικά έγιναν είδη πρώτης ζήτησης, καθώς ο κορονοϊός και η αυστηρή πολιτική μηδενικών κρουσμάτων σε χώρες της Ασίας οδήγησαν σε σημαντικές ελλείψεις φαρμάκων παγκοσμίως, ενώ παράλληλα διαταράχθηκε η εφοδιαστική αλυσίδα.
Οι γνώστες της αγοράς κάνουν λόγο για δύο διαφορετικά είδη ελλείψεων. Το πρώτο είδος αφορά τις πάγιες ελλείψεις που δημιουργούνται από τις παράλληλες εξαγωγές από τις φαρμακαποθήκες, που κερδίζουν από τη μεγάλη διαφορά της τιμής ανάμεσα στην Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Προκειμένου να αντιμετωπίσει αυτές τις ελλείψεις, το Υπουργείο Υγείας έχει προχωρήσει στην απαγόρευση εξαγωγών σε διακόσια σκευάσματα, με τα πρόστιμα να είναι ιδιαίτερα «τσουχτερά» για τους παραβάτες.
Η δεύτερη κατηγορία ελλείψεων σχετίζεται άμεσα με την ενεργειακή κρίση, καθώς οι μητρικές των φαρμακευτικών εταιρειών έχουν μειώσει την παραγωγή τους λόγω υψηλού ενεργειακού κόστους. Επιπρόσθετα, φάρμακα των οποίων η τιμή είναι πολύ χαμηλή σταματούν να εισάγονται από τις εταιρείες, δημιουργώντας μια σειρά από δυσλειτουργίες στην αγορά αλλά και θέτοντας σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.
Γιατί υπάρχουν ελλείψεις φαρμάκων στην Ευρώπη και την Ελλάδα;
Αναζητώντας τις αιτίες των ελλείψεων φαρμάκων, τα στελέχη της αγοράς τοποθετούν στην κορυφή την έλλειψη πρώτων υλών, που έχει εξελιχθεί σε ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Ακολουθεί η εποχικότητα, όπου εν μέσω χειμώνα οι ιώσεις αυξάνονται δραματικά, κάτι που δεν συνέβη τα προηγούμενα 3 χρόνια με την παγκόσμια καραντίνα, όπου οι περισσότεροι εργάζονταν εξ αποστάσεως προστατευμένοι στη θαλπωρή του σπιτιού τους. Πλέον, μετά το τέλος της καραντίνας, οι ιώσεις επέστρεψαν ανθεκτικότερες από ποτέ, προσβάλλοντας περισσότερο παιδιά και ηλικιωμένους.
Σημαντικό είναι και το πρόβλημα των εξαγωγών φαρμάκων για την Ελλάδα. Η χώρα μας παράγει φάρμακα σε χαμηλές τιμές, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο ποσοστό τους να διοχετεύεται σε εξαγωγές, δημιουργώντας ελλείψεις στην εγχώρια αγορά, ενώ την ίδια στιγμή και οι εισαγωγές είναι μειωμένες. Έτσι, δεν προκαλεί απορία το γεγονός πως όταν παραγγέλνονται 100 φάρμακα, φθάνουν στο φαρμακείο μόνο τα 20…
Στις ελλείψεις σημαντικό ρόλο παίζουν και οι νέες μειώσεις τιμών των φαρμάκων, όπως τόνισε χαρακτηριστικά η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας, που εστιάζονται στα ήδη φθηνά φάρμακα της ελληνικής παραγωγής. Η ΠΕΦ αναφέρει πως οι υπέρογκες υποχρεωτικές εκπτώσεις και επιστροφές (rebate και clawback) και η τιμολογιακή απαξίωση των φαρμάκων της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας θα δημιουργήσουν ένα νέο κύμα ελλείψεων και αναγκαστικών αποσύρσεων για μια σειρά καταξιωμένων φαρμάκων.
Η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ «Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και στοιχεία 2021», για λογαριασμό του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, η συνολική δαπάνη για φαρμακευτικά και άλλα υγειονομικά αναλώσιμα διαμορφώθηκε στα 4,7 δισ. το 2020, σημειώνοντας μείωση 22,3% σε σύγκριση με το 2009.
Αντίστοιχα, η δημόσια δαπάνη για φαρμακευτικά και άλλα υγειονομικά αναλώσιμα από 4,8 δισ. το 2009 διαμορφώθηκε στα 2,6 δισ. το 2020, σημειώνοντας ακόμα μεγαλύτερη μείωση 45,5%, ενώ αντίθετα η ιδιωτική δαπάνη για φαρμακευτικά και άλλα υγειονομικά αναλώσιμα σημείωσε άνοδο από 1,3 δισ. το 2009 στα 2,1 δισ. το 2020.
Η δημόσια εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη διαμορφώθηκε στα 2 δισ. το 2021 έναντι 5,1 δισ. το 2009, καταγράφοντας συνολική μείωση 60,8%. Ταυτόχρονα, σημειώθηκε σημαντική αύξηση στη συμμετοχή της βιομηχανίας με τους μηχανισμούς υποχρεωτικών επιστροφών (clawback και rebate), όπου για το 2021 φτάνει στο 1,3 δισ.
Ισχυρό το αποτύπωμα της πανδημίας στον κλάδο του φαρμάκου
Η έκθεση του 2021 αποτυπώνει πλέον εμφατικά την επίδραση της πανδημίας σε διάφορες διαστάσεις του οικοσυστήματος στην υγεία των Ελλήνων, αλλά και στις επιπτώσεις της σε οικονομικό επίπεδο. Από την πλευρά των κυβερνήσεων και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπήρξαν καθοριστικές παρεμβάσεις με δημοσιονομικά μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων, ενώ παράλληλα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προχώρησε σε έκτακτα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας. Ωστόσο, από τα μέσα του 2021 λαμβάνει χώρα και μια νέα και κλιμακούμενη κρίση στον τομέα της ενέργειας, με απότομη αύξηση του κόστους, ωθώντας και τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα, χωρίς να έχουν προλάβει οι περισσότερες χώρες να διαχειριστούν ακόμα τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Παράλληλα, το δημογραφικό συνεχίζει να επηρεάζει τις εξελίξεις και να αποτελεί το ρυθμιστή για τις πολιτικές χρηματοδότησης των δαπανών υγείας και φαρμάκου. Ειδικότερα, το υψηλό προσδόκιμο επιβίωσης (81,2 έτη, υψηλότερα από τον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε.27), το αρνητικό πρόσημο φυσικής μεταβολής (γεννήσεις-θάνατοι, μείωση κατά 46 χιλιάδες άτομα) που θα οδηγήσει σε σταδιακή μείωση του συνολικού πληθυσμού και η αύξηση του γηραιότερου πληθυσμού (άνω των 65 ετών) από 22,9% του συνολικού πληθυσμού το 2022 στο 33,5% το 2060, προμηνύουν εντονότερες πιέσεις στα υγειονομικά συστήματα.
Στον τομέα της φαρμακευτικής δαπάνης, η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα €4,0 δισ. το 2021 (εκ των οποίων μόλις τα €2,0 δισ. αποτελούν δημόσια χρηματοδότηση). Με τη συνεισφορά των ασθενών (συμμετοχή) να παραμένει περίπου σταθερή και σίγουρα όχι μειούμενη, το βάρος έχει μετατοπιστεί στον φαρμακευτικό κλάδο, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων (clawback & rebates) που καταβάλλει. Αξίζει να σημειωθεί ότι η φαρμακευτική βιομηχανία συνεχίζει να καλύπτει τις ανάγκες των ασθενών σε φάρμακα, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών, διαθέτοντας τελικά δωρεάν 1 στα 2 φάρμακα (50%).
Όπως έχει επισημανθεί και σε προηγούμενες παρεμβάσεις του ΙΟΒΕ, η φαρμακοβιομηχανία αποτελεί έναν εξαιρετικά σημαντικό τομέα για την ελληνική οικονομία. Επενδυτικά, οι δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) αποτελούν το 7% της συνολικής δαπάνης για Ε&Α στην Ελλάδα, ενώ την περίοδο 2002-2021 διενεργήθηκαν 3.499 κλινικές (2.000 ολοκληρωμένες) μελέτες ανεξαρτήτου φάσης ή σταδίου. Από την άλλη, για το 2020 η εγχώρια παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων σε αξία (ex-factory) ανήλθε στα 1,7 δισ. ευρώ, ενώ με προστιθέμενη αξία στα 1,4 δισ. ευρώ αποτελεί το 6,9% της μεταποίησης). Οι απασχολούμενοι στην εγχώρια παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων ήταν 25,1 χιλ. άτομα το 2021, με περίπου τους μισούς να είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Πολύ σημαντικός είναι και ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2021 σε 2,9 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 7,3% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών όλων των αγαθών για το 2021.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ για το οικονομικό αποτύπωμα του κλάδου του φαρμάκου στην ελληνική οικονομία, η συνολική συνεισφορά του σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε 5,5 δισ. ευρώ (3,3% του ΑΕΠ). Έτσι, για κάθε 1 ευρώ προστιθέμενης αξίας των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται άλλα 2,2 ευρώ στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 123 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 3,3% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή, κάθε θέση εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζει άλλες 3 ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης συνολικά στην οικονομία. Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στα 1,5 δισ. ευρώ.
Οι επενδύσεις που θα αλλάξουν το τοπίο στην Ελλάδα
Το οδυνηρό πέρασμα της πανδημίας από τον πλανήτη έκανε τις κυβερνήσεις να συνειδητοποιήσουν πως ήταν αναγκαία η φαρμακευτική απεξάρτηση από τρίτες χώρες. Η πολιτική μηδενικών κρουσμάτων κορονοϊού που ακολούθησε η Κίνα οδήγησε στο κλείσιμο χιλιάδων εργοστασίων φαρμακευτικών πρώτων υλών με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν πρωτοφανείς ελλείψεις παγκοσμίως. Με την εξασθένηση της πανδημίας, πολλές χώρες -ανάμεσά τους και η Ελλάδα- στράφηκαν σε μια σειρά επενδύσεων για τη δημιουργία εργοστασίων φαρμακευτικών πρώτων υλών με σκοπό τη σταδιακή απεξάρτηση από χώρες του εξωτερικού. Η αυτάρκεια στον κλάδο των φαρμάκων οδηγεί πλέον τις εξελίξεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες που θωρακίζονται απέναντι στο ενδεχόμενο μιας μελλοντικής, νέας πανδημίας. Έτσι, ήδη μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες στη χώρα ανακοίνωσαν σειρά επενδύσεων για τη δημιουργία εργοστασίων παραγωγής φαρμακευτικών πρώτων υλών, που όχι μόνο θα συμβάλουν στη φαρμακευτική αυτάρκεια, αλλά θα δημιουργήσουν και νέες θέσεις εργασίας ενισχύοντας την εγχώρια οικονομία.
Οι προτάσεις του ΣΦΕΕ για την επόμενη ημέρα του φαρμακευτικού κλάδου
Ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), σε μια προσπάθεια να ανοίξει το δρόμο του διαλόγου με την Πολιτεία, προτείνει μια σειρά από μέτρα που θα εγκαινιάσουν μια νέα εποχή για τον κλάδο στην Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα, προτείνει γενναίες μεταρρυθμίσεις με τη χρήση των ψηφιακών εργαλείων που θα βοηθήσουν στον έλεγχο της συνταγογράφησης, μέσω της ορθής εφαρμογής των πρωτοκόλλων, τον ψηφιακό φάκελο ασθενή, την ηλεκτρονική συνταγογράφηση στα νοσοκομεία, την ανάπτυξη διαγωνισμών. Επίσης, τονίζει πως θα πρέπει να αυξηθούν οι διατιθέμενοι πόροι και να αναπροσαρμοστεί σε ορθολογικό πλαίσιο η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, ενώ ιδιαίτερη μέριμνα θα πρέπει να ληφθεί για τους ανασφάλιστους, οι οποίοι θα πρέπει να καλύπτονται από κονδύλια της Πρόνοιας.
Στο ίδιο πλαίσιο, τονίζει πως θα πρέπει να προβλεφθούν κονδύλια και για τα νέα καινοτόμα προϊόντα που έρχονται στο άμεσο μέλλον και πρέπει να διασφαλιστεί η πρόσβαση στην καινοτομία αυτή για τους Έλληνες ασθενείς.
Μέσα από την εφαρμογή αυτών των μέτρων, ο ΣΦΕΕ πιστεύει πως θα υπάρξει πραγματική μείωση του clawback, ενώ αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα συμβάλουν σε ένα βιώσιμο δημόσιο σύστημα υγείας με αναβαθμισμένη παροχή φροντίδας στους πολίτες, αλλά και στην αύξηση της δυνατότητας των επιχειρήσεων για περισσότερες επενδύσεις. Και ο κλάδος θα μπορέσει ξανά να μετατραπεί όχι απλά σε βασικό πυλώνα αλλά σε ζωοδότη της ελληνικής οικονομίας.
Για το ρόλο της Πολιτείας στη φαρμακευτική βιομηχανία έκανε λόγο ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), Ολύμπιος Παπαδημητρίου, που σημείωσε: «Το αποτύπωμα της φαρμακευτικής βιομηχανίας είναι ισχυρό στην υγεία, την κοινωνία και την οικονομία. Ωστόσο, η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη όλα τα τελευταία χρόνια οριοθετείται από μη ρεαλιστικούς κλειστούς προϋπολογισμούς, ενώ δεν ασχολείται καθόλου το κράτος με την ποιότητα (το μίγμα φαρμάκων) και την ποσότητα των φαρμάκων που καταναλώνονται. Τα φοροεισπρακτικά μέτρα που έχουν εισαχθεί, και δυστυχώς συνεχίζουν να εισάγονται, δυσχεραίνουν το υγιές επιχειρείν και απειλούν ευθέως τη Δημόσια Υγεία. Η Πολιτεία θα πρέπει να επανεξετάσει τη χρηματοδότηση του συστήματος. Άλλωστε, με την πανδημία της Covid-19 όλες οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο αναθεωρούν τα κονδύλια για τη Δημόσια Υγεία. Η καλύτερη υγεία οδηγεί στην ευημερία. Οι υγιέστεροι άνθρωποι απολαμβάνουν περισσότερο και πιο παραγωγική εργασιακή ζωή, συνεισφέρουν στην οικονομία, ενώ καταναλώνουν λιγότερες δαπάνες για υγειονομική περίθαλψη».
ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ: Τα οικονομικά στοιχεία του κλάδου
Από την ανάλυση του συνοπτικού ομαδοποιημένου ισολογισμού για τη διετία 2019-2020, ο οποίος συντάχθηκε βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 126 φαρμακευτικών επιχειρήσεων (εμπορικών και παραγωγικών), προκύπτουν τα εξής: οι συνολικές πωλήσεις (κύκλος εργασιών) αυξήθηκαν κατά 10,70% το 2020 έναντι του 2019, και ανήλθαν στα 5,950 δισ. ευρώ. Αυξητική τάση στον κύκλο εργασιών το 2020/2019 παρουσίασαν 105 εταιρείες, ενώ μειωμένη 21 εταιρείες. Τα μικτά κέρδη βελτιώθηκαν κατά 5,62%, ενώ τα συνολικά κέρδη προ φόρων ενισχύθηκαν σημαντικά κατά 146,22% την ίδια περίοδο. Το γενικό σύνολο ενεργητικού το 2020 αυξήθηκε κατά 10,99% και ανήλθε στα 6,499 δισ. ευρώ. Άνοδο κατά 21,29% κατέγραψε το σύνολο ιδίων κεφαλαίων, ενώ οι συνολικές υποχρεώσεις (μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες) το 2020 διευρύνθηκαν κατά 7,04% έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2019.
ΦΑΡΜΑΚΑΠΟΘΗΚΕΣ: Τα οικονομικά στοιχεία του κλάδου
Από την ανάλυση του συνοπτικού ομαδοποιημένου ισολογισμού για τη διετία 2019-2020, ο οποίος συντάχθηκε βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 83 φαρμακαποθηκών (συνεταιρισμών και εταιρειών), προκύπτουν τα εξής: οι συνολικές πωλήσεις (κύκλος εργασιών) αυξήθηκαν κατά 11,68% το 2020 έναντι του 2019, και ανήλθαν στα 2,934 δισ. ευρώ. Αυξητική τάση στον κύκλο εργασιών το 2020/2019 παρουσίασαν 71 εταιρείες, ενώ μειωμένη 12 εταιρείες. Τα μικτά κέρδη βελτιώθηκαν κατά 12,94%, ενώ τα συνολικά κέρδη προ φόρων ενισχύθηκαν κατά 35,19% την ίδια περίοδο. Το γενικό σύνολο ενεργητικού το 2020 αυξήθηκε σημαντικά κατά 21,46% και ανήλθε στα 1,253 δισ. ευρώ. Άνοδο κατά 7,33% κατέγραψε το σύνολο ιδίων κεφαλαίων, ενώ οι συνολικές υποχρεώσεις (μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες) το 2020 διευρύνθηκαν κατά 27,95% έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2019.
ΙΑΤΡΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ: Τα οικονομικά στοιχεία του κλάδου
Από την ανάλυση του συνοπτικού ομαδοποιημένου ισολογισμού, ο οποίος συντάχθηκε βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 89 εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια αγορά ιατροτεχνολογικών προϊόντων για τη διετία 2019-2020, προκύπτουν τα εξής: οι συνολικές πωλήσεις (κύκλος εργασιών) αυξήθηκαν κατά 11,31% το 2020 έναντι του 2019 και ανήλθαν στα 1,505 δισ. ευρώ. Αυξητική τάση στον κύκλο εργασιών το 2020/2019 παρουσίασαν 58 εταιρείες, ενώ μειωμένη 31 εταιρείες. Τα μικτά κέρδη βελτιώθηκαν κατά 12,79%, ενώ τα συνολικά κέρδη προ φόρων ενισχύθηκαν κατά 66,78% την ίδια περίοδο. Το γενικό σύνολο ενεργητικού το 2020 αυξήθηκε κατά 8,20% και ανήλθε στα 2,115 δισ. ευρώ. Άνοδο κατά 7,93% κατέγραψε και το σύνολο ιδίων κεφαλαίων, ενώ οι συνολικές υποχρεώσεις (μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες) το 2020 διευρύνθηκαν κατά 8,43% έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2019.
ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ: Τα οικονομικά στοιχεία του κλάδου
Από την ανάλυση του συνοπτικού ομαδοποιημένου ισολογισμού για τα οικονομικά έτη 2020 και 2019, ο οποίος συντάχθηκε βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 70 επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται ιδιωτικά ιατρικά-διαγνωστικά κέντρα, κλινικές και θεραπευτήρια, προκύπτουν τα εξής: οι συνολικές πωλήσεις (κύκλος εργασιών) αυξήθηκαν κατά 3,94% το 2020 έναντι του 2019 και ανήλθαν στα 1,374 δισ. ευρώ. Αυξητική τάση στον κύκλο εργασιών το 2020/2019 παρουσίασαν 44 εταιρείες, ενώ μειωμένη 26 εταιρείες. Τα μικτά κέρδη αυξήθηκαν οριακά κατά 0,43%, ενώ τα συνολικά κέρδη προ φόρων ενισχύθηκαν κατά 52,15%. Το γενικό σύνολο ενεργητικού το 2020 αυξήθηκε κατά 16,71% και ανήλθε στα 3,03 δισ. ευρώ. Άνοδο κατά 3,38% κατέγραψε και το σύνολο ιδίων κεφαλαίων, ενώ οι συνολικές υποχρεώσεις (μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες) το 2020 διευρύνθηκαν κατά 22,95% έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2019.
Tι δείχνουν τα στοιχεία του 2021
Κλάδοι με ιδιαίτερη δυναμική είναι οι κλάδοι του φαρμάκου και των υπηρεσιών υγείας, που όπως δείχνουν τα αποτελέσματα σημείωσαν εξαιρετικές επιδόσεις το 2021. Μια ιδιαίτερη χρονιά εν μέσω πανδημίας με τις ανάγκες για υπηρεσίες υγείας ιδιαίτερα αυξημένες, το 2021 ήταν η χρονιά που τόσο τα φάρμακα όσο και οι υπηρεσίες υγείας αποτέλεσαν είδη πρώτης ανάγκης. Με τους εμβολιασμούς ενάντια στην πανδημία σε πλήρη εξέλιξη τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ο κλάδος της υγείας βρέθηκε στο επίκεντρο, καθώς για πρώτη φορά στα χρονικά ένα γεγονός τέτοιου μεγέθους επηρέασε όλο σχεδόν τον πλανήτη.
Τα θετικά αποτελέσματα αποτυπώνονται στις επιδόσεις των 15 κορυφαίων φαρμακευτικών επιχειρήσεων, που για το 2021 σημείωσαν ιδιαίτερα αυξημένο κύκλο εργασιών στα 3.597,64 εκατ. ευρώ, μια αύξηση της τάξης του +18,12% συγκριτικά με το 2020. Η ευρεία διάδοση του κορονοϊού, που αντιμετωπίστηκε από μεγάλο μέρος του πληθυσμού ως μια βαριάς μορφής γρίπη, είχε ως αποτέλεσμα την ανάγκη για φαρμακευτικά σκευάσματα που αύξησαν τον τζίρο των επιχειρήσεων. Στην κορυφή της κατάταξης βρίσκεται η Boehringer Ingelheim Ελλάς Μον. Α.Ε. με τζίρο 914,35 εκατ. ευρώ και αύξηση +25,88% συγκριτικά με το 2020 και ακολουθούν η Πφάϊζερ Ελλάς Α.Ε. με κύκλο εργασιών στα 424,94 εκατ. ευρώ και αύξηση +96,89% καθώς και η Βιανέξ Α.Ε. με τζίρο στα 316,51 εκατ. ευρώ και αύξηση +8,14%.
Ομοίως αυξημένα -αν και σε μικρότερο βαθμό από τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις- είναι και τα αποτελέσματα των φαρμακαποθηκών, όπου ο κύκλος εργασιών των 15 κορυφαίων εταιρειών έκλεισε στα 1.850,70 εκατ. ευρώ για το 2021, σημειώνοντας αύξηση +4,56%. Η μεγάλη ζήτηση φαρμακευτικών ειδών εν μέσω πανδημίας αύξησε ταυτόχρονα και τις πωλήσεις των φαρμακαποθηκών, την ίδια στιγμή ωστόσο που έρχονταν αντιμέτωπες με σημαντικές ελλείψεις φαρμάκων εξαιτίας των παρατεταμένων lockdowns των χωρών της Ασίας. Με τις πρώτες ύλες πολλών φαρμάκων να παρασκευάζονται σε εργοστάσια της Ασίας, οι δυσλειτουργίες της εφοδιαστικής αλυσίδας ήταν εμφανείς, γεγονός που ακόμη και σήμερα δεν έχει πλήρως αποκατασταθεί. Στην κορυφή της κατάταξης βρίσκεται το Φαρμακευτικό Κέντρο «Βιταφαρμ» με κύκλο εργασιών στα 217,95 εκατ. ευρώ και αύξηση +7,70% συγκριτικά με το 2020 και ακολουθεί η ΛΙΑ ΦΑΡΜ ΑΕΕ Φαρμάκων στα 213,82 εκατ. ευρώ και αύξηση +16,10% και κατόπιν ο ΠΕΙΦΑΣΥΝΠΕ με τζίρο 201,06 εκατ. ευρώ και αύξηση +6,12%.
Πολύ βελτιωμένα ήταν και τα αποτελέσματα των 15 κορυφαίων εταιρειών του κλάδου ιατροτεχνολογικών προϊόντων, με συνολικό τζίρο στα 899,04 εκατ. ευρώ και αύξηση +25,29% συγκριτικά με το 2020. Η Johnson & Johnson Ελλάς ΑΕΒΕ βρίσκεται στην κορυφή, με κύκλο εργασιών στα 110,75 εκατ. ευρώ και αύξηση +13,20%. Στη δεύτερη θέση της κατάταξης συναντάμε τη Μαυρογένης Αναστάσιος Α.Ε., με τζίρο 103,66 εκατ. ευρώ και αύξηση +11,07%, ενώ στην τρίτη θέση βρίσκεται η Roche Diagnostics (Hellas) Μον Α.Ε. με κύκλο εργασιών στα 79,95 εκατ. ευρώ και αύξηση +37,41%.
Θετικά τα μεγέθη και για τον κλάδο των ιδιωτικών ιατρικών υπηρεσιών το 2021, καθώς εν μέσω πανδημίας του κορονοϊού ήταν ιδιαίτερα αυξημένη η ανάγκη για διαγνωστικές εξετάσεις και τεστ για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η ανάγκη για έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση κατά τη διάρκεια της πανδημίας έστρεψε μεγάλο μέρος του κοινού στον κλάδο των ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας, καθώς τα δημόσια νοσοκομεία πάλευαν με μια πρωτοφανή και συνάμα δυσάρεστη πραγματικότητα της αντιμετώπισης της πανδημίας.
Οι 15 κορυφαίες εταιρείες του κλάδου σημείωσαν τζίρο 1.139,04 εκατ. ευρώ και μεγάλη αύξηση της τάξης του +18,54% συγκριτικά με το 2020. Πρώτη στην κατάταξη ήταν το Ιατρικό Αθηνών με τζίρο 221,43 εκατ. ευρώ και αύξηση +20,84%. Στη δεύτερη θέση συναντάμε το Υγεία με κύκλο εργασιών στα 150,98 εκατ. ευρώ και αύξηση +7,25% συγκριτικά με το 2020, ενώ στην τρίτη θέση βρίσκεται η Βιοϊατρική με τζίρο στα 125,89 εκατ. ευρώ και αύξηση 29% συγκριτικά με την προηγούμενη χρονιά.