Γράφει ο Χρήστος Λογαράς
François-Henri Pinault
Kering
Ο «βασιλιάς» της μόδας
Ο τρίτος πλουσιότερος άνθρωπος στη Γαλλία, με την περιουσία του να υπολογίζεται στα 44,1 δισ. δολάρια, ο François-Henri Pinault τελεί χρέη CEO από το 2005 στον όμιλο πολυτελών ειδών Kering, ο οποίος περιλαμβάνει τα κορυφαία brands μόδας, Gucci, Alexander McQueen, Yves Saint Laurent και Balenciaga. Ο όμιλος, που είχε ξεκινήσει με το όνομα PPR, ιδρύθηκε από τον πατέρα του Pinault το 1962. Καταλυτική για την πορεία του ομίλου ήταν η εξαγορά του 42% της Gucci το 1999. Ουσιαστικά, υπό την ηγεσία του Pinault, ο όμιλος πήρε τη μορφή που έχει σήμερα, μετονομάζοντάς τον σε Kering το 2013. Τα κέρδη της εταιρείας γνώρισαν μεγάλη άνοδο υπό την ηγεσία του Pinault.
Το 2019 έφτασαν τα 15,9 δισ. ευρώ. Μάλιστα, κατέλαβε τη δεύτερη θέση για το επιχειρηματικό της μοντέλο και την καινοτομία της στη λίστα των κορυφαίων 100 πιο βιώσιμων εταιρειών της Wall Street Journal. Οι συνολικές αποδοχές του CEO φτάνουν τα 5,4 εκατ. ευρώ. Ο Γάλλος επιχειρηματίας, εκτός από τους εμβληματικούς οίκους μόδας, δραστηριοποιείται και σε άλλους τομείς. Διατελεί πρόεδρος χαρτοφυλακίου του ομίλου holding Groupe Artémis, που κατέχει μεταξύ άλλων τον οίκο δημοπρασιών Christie’s, την οινοποιία Chateau Latour στο Μπορντό, το εβδομαδιαίο περιοδικό της Le Monde, Le Point, το τηλεοπτικό δίκτυο TF-1 και το γήπεδο Stade Rennais FC.
Ο Pinault είχε απασχολήσει εντόνως τα μέσα ενημέρωσης με τη δικαστική διαμάχη του με την πρώην σύντροφό του και μοντέλο Linda Evangelista, σχετικά με την πατρότητα και την αναγνώριση του γιου της από τον Γάλλο δισεκατομμυριούχο. Φυσικά, ο επιτυχημένος CEO διαθέτει και ένα φιλανθρωπικό πρόσωπο, αφού δώρισε 100 εκατ. ευρώ για την ανοικοδόμηση της Παναγίας των Παρισίων, μετά την πυρκαγιά που ξέσπασε στο ναό, τον Απρίλιο του 2019. Σύμφωνα με την κατάταξη του Harvard Business Review, αποτελεί τον κορυφαίο Ευρωπαίο CEO και τον τρίτο παγκοσμίως.
Ignacio Galan
Iberdrola
O γητευτής της ενέργειας
Ο Ισπανός CEO και Chairman Ignacio Galán βρίσκεται στο τιμόνι της εταιρείας ενέργειας Iberdrola από το 2001, και από τότε που ανέλαβε δεν έχει σταματήσει να επενδύει σε καινούργια project. Το πιο πρόσφατο από αυτά είναι η επένδυσή του στην παραγωγή «πράσινου» υδρογόνου. Σε συνέντευξή του είχε αναφέρει: «Είμαι πολύ γενναιόδωρος όσον αφορά τις επενδύσεις, οι οποίες παρέχουν ευκαιρίες ανάπτυξης και απασχόλησης».
Εκτός από την επένδυση στο υδρογόνο, η Iberdrola προχώρησε στην εξαγορά της γαλλικής εταιρείας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας Aalto Power έναντι 100 εκατ. ευρώ και στην απόκτηση πλειοψηφικού μεριδίου συμμετοχής σε οκτώ έργα που έχει αναλάβει η Svea Vind Offshore AB στη Σουηδία. Οι κινήσεις του Galán έχουν οδηγήσει την εταιρεία ενέργειας σε μεγάλη κερδοφορία. Τα έσοδά της αυξήθηκαν από 31,2 δισεκατομμύρια ευρώ το 2017 σε 36,4 δισεκατομμύρια ευρώ το 2019, ενώ τα EBITDA αυξήθηκαν από 7,3 δισεκατομμύρια ευρώ το 2017 σε 10,1 δισ. ευρώ το 2019. Οι συνολικές αποδοχές του φτάνουν τα 6,2 εκατ. ευρώ και η αξία της περιουσίας του υπολογίζεται στα 5,9 δισ. ευρώ.
Αναφορικά με το στυλ ηγεσίας του, ο Galán έχει χαρακτηρισθεί «φιλικός και επικοινωνιακός». Ο Ισπανός CEO, σε πρόσφατη συνέντευξή του, είχε πάρει θέση σχετικά με την κρίση του κορονοϊού και πώς αυτή μπορεί να εξομαλυνθεί με τη βοήθεια των ΑΠΕ. Ο ίδιος πιστεύει ότι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας θα μπορούσαν να προσφέρουν μια έξοδο από την κρίση που προκάλεσε η πανδημία στην Ισπανία, με τη δημιουργία 300.000 θέσεων εργασίας, σε συνδυασμό με επενδύσεις και «συνετές» δαπάνες. Η «εμμονή» του με τις επενδύσεις τού χαρίζει το «ασημένιο» στη λίστα με τους πιο επιτυχημένους Ευρωπαίους CEO και κατατάσσεται στην πέμπτη θέση παγκοσμίως, σύμφωνα με τη λίστα του HBR.
Johan Thijs
KBC
Ο μεθοδικός τραπεζίτης
Η απλή στρατηγική και η ομάδα του, που αποτελείται από 42.000 άτομα τα οποία εξυπηρετούν τους πελάτες του ομίλου KBC με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αποτελεί για τον CEO Johan Thijs, που βρίσκεται σε αυτήν τη θέση από το 2012, τη συνταγή της επιτυχίας του και το λόγο που βρίσκεται στη λίστα του HBR, αποσπώντας το «χάλκινο» στην ευρωπαϊκή κατάταξη και την 8η θέση παγκοσμίως.
Βέβαια, η στρατηγική του δεν συνάδει με το πρόσφατο σκάνδαλο με τα στεγαστικά δάνεια που παρείχε η KBC της Ιρλανδίας, με την κεντρική τράπεζα να επιβάλλει πρόστιμο 18,3 εκατ. ευρώ στον όμιλο. Το εν λόγω σκάνδαλο επηρέασε οικονομικά τους λογαριασμούς 3.742 πελατών της τράπεζας, με τον Thijs να το χαρακτηρίζει απλά «ενοχλητικό». Μετά από αντιδράσεις που προκάλεσε το σχόλιό του, αναγκάστηκε να προβεί σε μια απολογητική δήλωση προς τους πολίτες της Ιρλανδίας.
Το γεγονός πάντως ενδέχεται να επηρεάσει μελλοντικά τη θέση του στη λίστα του HBR. Παρ’ όλα αυτά, ο βελγικός όμιλος σημείωσε κέρδη 11,5 δισ. δολάρια το 2019. Μάλιστα, με τον KBC να έχει πάνω από 1.500 τραπεζικά υποκαταστήματα στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, θα έλεγε κανείς ότι έχει αφήσει ένα σημαντικό διεθνές αποτύπωμα, υπό την ηγεσία του Thijs. Ο CEO της KBC, πέρα από την ανάπτυξη του ομίλου, ασχολείται ενεργά με τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, αναφέροντας σε πρόσφατη συνέντευξή του ότι το πιο σημαντικό δεν είναι η τράπεζα να παρέχει όσο το δυνατόν περισσότερες ψηφιακές εφαρμογές, αλλά αυτές οι εφαρμογές να παρέχουν στον πελάτη ευκολία χρήσης. Για εκείνον, αυτό αποτελεί και το μεγαλύτερο στοίχημα. Η αμοιβή του Thijs φτάνει τα 1,2 εκατ. δολάρια.
Bernard Arnault
LMVH
O CEO με τα κασμίρ
Ο πλουσιότερος άνθρωπος στη Γαλλία και τρίτος πλουσιότερος στον κόσμο, με την περιουσία του να υπολογίζεται στα 113 δισ. ευρώ και την αμοιβή του να φτάνει τα 8 εκατ. ευρώ, ο Bernard Arnault τελεί χρέη CEO στην εταιρεία πολυτελών προϊόντων LVMH. Ο 70χρονος «λύκος με κασμίρ», όπως συχνά τον αποκαλούν, κατάφερε μέσα σε λίγα χρόνια να συμπεριλάβει στο portofolio του ομίλου τα πιο δημοφιλή brands, όπως τα Christian Dior, Louis Vuitton, Moët & Chandon, TAG Heuer και Hublot, με τον αριθμό τους να φτάνει τα 75 συνολικά. Παρόλο που τα κέρδη της εταιρείας ξεπερνούν κατά 3 φορές (59,67 δισ. ευρώ το 2019) τα κέρδη του κύριου ανταγωνιστή της, που δεν είναι άλλος από τον Kering, εντούτοις ο Arnault έρχεται 4ος στη λίστα του HBR και δέκατος παγκοσμίως.
Τα αρχικά της εταιρείας, που ιδρύθηκε το 1987, προέρχονται από τον οίκο πολυτελείας Louis Vuitton και τα οινοποιεία Moët et Chandon και Hennessy. Χρονιά-σταθμό για την LVMH αποτελεί το 1985, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Arnault έπεισε τον πατέρα του να αγοράσουν τον καταχρεωμένο όμιλο Boussac, στον οποίο άνηκε ο οίκος μόδας Christian Dior. Απασχολεί 156.000 εργαζομένους και διαθέτει 4.590 καταστήματα παγκοσμίως. Τα τελευταία χρόνια, τα κέρδη του LVMH έχουν γνωρίσει μεγάλη άνοδο, κυρίως λόγω της επικράτησης της θυγατρικής του ομίλου, Luis Vuitton, και της αύξησης των πωλήσεων στην αγορά της Κίνας. Ο Arnault όμως θέλει να κατακτήσει την κορυφή και στις ΗΠΑ.
Με το βλέμμα του στραμμένο σε νέες επιχειρηματικές κινήσεις, μια από τις πρόσφατες μεγαλεπήβολες συμφωνίες του ήταν αυτή με τη Rihanna και τη Fenty. Δώρισε επίσης 200 εκατ. ευρώ για την ανοικοδόμηση της Παναγίας των Παρισίων.
Erik Engstrom
RELX
Ο low-profile CEO
Ο 57χρονος Σουηδός επιχειρηματίας Erik Engstrom τελεί χρέη CEO στη βρετανική εταιρεία εκδόσεων RELX. Ανέλαβε τα καθήκοντά του το 2009 και έκτοτε δεν έχει παραχωρήσει ποτέ συνέντευξη σε δημοσιογράφο. Τόσο ο ίδιος όσο και ολόκληρη η εταιρεία προτιμά να κρατάει χαμηλό προφίλ, παρόλο που η εισηγμένη είναι η 14η μεγαλύτερη εταιρεία στο δείκτη FTSE 100 στο Λονδίνο.
Η εταιρεία ξεκίνησε με το όνομα Reed-Elsevier και μετονομάστηκε σε RELX, που προφέρεται με δύο συλλαβές: Rel-ex. Μπορεί να παραμένει σιωπηλός, η δουλειά του όμως στον εκδοτικό χώρο μιλάει από μόνη της, αφού από το 2009, χρονιά που ανέλαβε ο Engstrom, η τιμή της μετοχής έχει τριπλασιαστεί, με την κεφαλαιοποίηση της εταιρείας να φτάνει τις 39 δισ. στερλίνες, ενώ τα κέρδη σημειώνουν κάθε χρόνο άνοδο, με το 2019 να φτάνουν τις 7,9 δισ. στερλίνες, αυξημένα κατά 5,9% σε σύγκριση με το 2018. Η ανάπτυξή της δικαιολογεί και το μισθό του των 3,8 εκατ. ευρώ. Η άνοδος της εκδοτικής εταιρείας έχει «εξαφανίσει» τους ανταγωνιστές της στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ακόμα και η διάσημη Pearson βρίσκεται στη σκιά της RELX, καθώς τα κέρδη της πρώτης (3,9 δισ. στερλίνες) ωχριούν μπροστά σε αυτά της δεύτερης.
Μπορεί η κρίση του νέου κορονοϊού να χτύπησε και αυτή την εταιρεία, ωστόσο το μεγάλο μέρος των κερδών της εκδοτικής εξασφαλίζεται μέσω των ψηφιακών συνδρομών. Πέραν των δραστηριοτήτων του στη RELX, ο Engstrom είναι επίσης στο Διοικητικό Συμβούλιο των Smith & Nephew Plc, Bonnier AB, Anker Andersen An και Smith & Nephew A.
Elmar Degenhart
Continental
O «πολεμιστής» CEO
Το όνομά του σημαίνει γενναίος σαν πολεμιστής, γεγονός που δικαιολογεί την ανάληψη της αρχηγίας μίας από τις μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρείες ελαστικών στον κόσμο με έδρα τη Γερμανία. Ο Degenhart έχει αναλάβει διπλό ρόλο στην Continental, καθώς διατελεί πρόεδρος και CEO της εταιρείας ελαστικών από το 2009 μέχρι σήμερα. Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, η Continental γνώρισε μεγάλη αύξηση στα κέρδη της. Το 2019, σημείωσε κέρδη-ρεκόρ 34,5 δισ. ευρώ. Βέβαια, η πανδημία του νέου κορονοϊού οδήγησε τον Degenhart να περικόψει-μεταφέρει το 13% του εργατικού δυναμικού της εταιρείας, αριθμός που ισοδυναμεί με 30.000 θέσεις εργασίας.
Παρ’ όλα αυτά, όντας στο τιμόνι της Continental, έχει οδηγήσει την εταιρεία σε μεγάλη κερδοφορία και ανάπτυξη πολυάριθμων καινοτομιών, που αντικατοπτρίζουν τις κύριες τάσεις της σύγχρονης αυτοκινητοβιομηχανίας. Ο Degenhart βρίσκεται πίσω από το σχέδιο της Continental, στο οποίο έχουν επενδυθεί πάνω από 3 δισ. ευρώ, για μια αυτοματοποιημένη - αυτόνομη οδήγηση και συνάμα φιλική προς το περιβάλλον. Όπως ο ίδιος έχει αναφέρει, «τα εναλλακτικά συστήματα κίνησης και οι τεχνολογίες μας για αυτοματοποιημένη και αυτόνομη οδήγηση αποτελούν τα βασικά συστατικά για ένα υγιές οικοσύστημα αυτοκίνησης. Στόχος μας είναι να αναπτύξουμε νέες τεχνολογίες που θα είναι τόσο περιβαλλοντικά αποδοτικές όσο και κοινωνικά αποδεκτές.
Με αυτό τον τρόπο σκοπεύουμε να προστατέψουμε όχι μόνο το οικολογικό κλίμα, αλλά και το οικονομικό και κοινωνικό παγκόσμιο περιβάλλον». Ένα από τα σχέδιά του είναι η κοινοποίηση δεδομένων μεταξύ των αυτοκινήτων για την αποφυγή συγκρούσεων. Η προσπάθειά του για ασφαλή και οικολογική οδήγηση του εξασφαλίζει την 6η θέση στην κατάταξη του HBR. Οι αποδοχές του Degenhart υπολογίζονται στα 3,9 εκατ. δολάρια.
Bernard Charlès
Dassault Systèmes
Ο καινοτόμος CEO
Αφού ανέβηκε στην κορυφή του τομέα του σχεδιασμού με υπολογιστή (CADD), η Dassault Systèmes δεν επαναπαύτηκε στις επιτυχίες της. Η εταιρεία λογισμικού με έδρα το Παρίσι στοχεύει την επέκτασή της σε νέες προσοδοφόρες αγορές, όπως αυτή των βιοεπιστημών. Επικεφαλής της εταιρείας σε αυτήν την αναζήτηση είναι ο 63χρονος Bernard Charlès. Ο Charlès εντάχθηκε στο δυναμικό της Dassault Systèmes το 1983 ως εκπαιδευόμενος, δύο χρόνια μετά την αποχώρησή της από τη μητρική εταιρεία Dassault Aviation. Το 2002, ανέλαβε CEO στην εταιρεία και 34 χρόνια αργότερα, το 2017, έγινε o CEO με την υψηλότερη αμοιβή σε εισηγμένη στον CAC 40 στον Παρίσι, με μισθό 24,6 εκατομμύρια ευρώ.
Η αδιάκοπη όρεξη του Charlès για καινοτομία έχει οδηγήσει την Dassault Systèmes στην ευρωστία και έχει διασφαλίσει ότι η ανάπτυξή της θα συνεχιστεί, επεκτείνοντας την πελατειακή της βάση. Τον τελευταίο καιρό η Dassault Systèmes δραστηριοποιείται όλο και περισσότερο στον τομέα της ιατρικής έρευνας, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την εξαγορά της αμερικανικής τεχνολογικής εταιρείας Medidata το 2019 έναντι 5,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων - η πιο ακριβή εξαγορά στην ιστορία της εταιρείας.
Ωστόσο, η τρέχουσα προτεραιότητα του Charlès είναι να βρει ένα βιώσιμο «ψηφιακό δίδυμο» του ανθρώπινου σώματος. «Σήμερα, είμαστε πολύ κοντά στη δυνατότητα να εφαρμόσουμε την τεχνογνωσία σχεδιασμού που αποκτήσαμε δουλεύοντας πάνω σε μηχανήματα, σε έμβια όντα», έχει δηλώσει ο CEO. Το 2019, ο κύκλος εργασιών της Dassault Systèmes ξεπέρασε το όριο των 4 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 16% σε ένα χρόνο. Στα 3,65 ευρώ, η τιμή της μετοχής υπερέβη τον στόχο 3,5 ευρώ που είχε θέσει ο όμιλος πριν από πέντε χρόνια.
Nancy Mckinstry
Wolters Kluwer
Η CEO του ψηφιακού κόσμου
Εκπροσωπώντας τις γυναίκες CEO στη λίστα του HBR με τους κορυφαίους διευθύνοντες συμβούλους, η Nancy McKinstry, CEO της Wolters Kluwer από το 2003, έχει μετατοπίσει επιτυχώς τις δραστηριότητες της εταιρείας σε ψηφιακά προϊόντα εδώ και 15 χρόνια. Η ολλανδική πολυεθνική ξεκίνησε τη δεκαετία του 1830 ως εκδοτικός οίκος και τώρα οφείλει πάνω από το 90% των εσόδων της σε ψηφιακά προϊόντα. Η McKinstry, σε συνέντευξή της, είχε αναφέρει πως η Wolters Kluwer συνέχισε να επενδύει σε καινοτόμα προϊόντα, μια διαδικασία που της έμαθε να είναι υπομονετική, καθώς οι καταναλωτές υιοθετούν με αργό ρυθμό και με επιφύλαξη πολλές φορές νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
Η McKinstry έχει μοιραστεί στο παρελθόν τρία συστατικά από τη «συνταγή» της για αποτελεσματική ηγεσία: Επικοινωνία, Προτεραιότητες, Προσαρμογή. Κατά την ίδια, αποτελεί επιτακτική ανάγκη να περιοριστεί η γραφειοκρατία, να αντιμετωπίζονται οι διάφορες καταστάσεις πολύ γρήγορα και να υπάρχει λειτουργική ευελιξία. Όταν ρωτήθηκε ποια είναι η συμβουλή που δίνει σε άλλα στελέχη που επιδιώκουν το μετασχηματισμό της εταιρείας τους, η McKinstry, κατ’ αρχάς πρότεινε να εστιάσουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό, που παρέχει σε πελάτες και υπαλλήλους τα σωστά εργαλεία. Δεύτερον, να συνεχίσουν τις επενδύσεις.
Τα τελευταία τρία χρόνια, η Wolters Kluwer έχει δει τα κέρδη της ανά μετοχή (EPS) να κινούνται προς τη θετική κατεύθυνση, σημειώνοντας κατά μέσο όρο αύξηση 9,1% ετησίως. Το 2019, η εταιρεία σημείωσε κέρδη 4,3 δισ. ευρώ. Η αμοιβή της McKinstry υπολογίζεται στα 8,1 εκατ. ευρώ ετησίως.
Jean Paul Agon
L’Oréal
Ο ηγέτης της ομορφιάς
Μπορεί το όριο ηλικίας των 65 χρόνων που έχει θέσει η L’Oréal να τον αναγκάζει να παραιτηθεί από τη θέση του CEO τον Μάιο του 2021, εντούτοις το έργο που επιτέλεσε στην εταιρεία καλλυντικών εδώ και 14 χρόνια, από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και 42 χρόνια από τότε που βρίσκεται στους κόλπους της εταιρείας, είναι πολύ μεγάλο. Όταν ανέλαβε τα ηνία της εταιρείας, το 2006, διαμόρφωσε και εφάρμοσε μια νέα φιλοσοφία του παγκόσμιου μάρκετινγκ βασισμένη στη δικιά του θεωρία περί παγκοσμιοποίησης: ομορφιά για όλους. Μία άλλη σημαντική απόφαση που πήρε είναι η επέκταση του brand σε αναπτυσσόμενες χώρες, με στόχο να κερδίσει ένα δισεκατομμύριο νέους πελάτες έως το 2020.
Φυσικά, δεν σταμάτησε μόνο εκεί, καθώς πρόσφατα ο Agon ανακοίνωσε το νέο πρόγραμμα βιωσιμότητας της εταιρείας καλλυντικών «L’Oréal for the future», το οποίο περιέχει φιλόδοξους στόχους για τη δεκαετία 2020-2030, όπως η χρήση 100% πλαστικών που προέρχονται από ανακυκλωμένες πηγές, είτε από πηγές βιολογικής προέλευσης, μέχρι το 2030.
Το 2019, η L’Oréal σημείωσε αύξηση 8% στις πωλήσεις της, με τα κέρδη να αγγίζουν σχεδόν τα 30 δισ. ευρώ, με το 47% να αποδίδεται στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Κατά τον Agon, σπουδαίο ρόλο στην επιτυχία της παίζει η επιχειρηματική στρατηγική της εταιρείας, που βασίζεται ουσιαστικά στο να αποδίδει καλύτερα από τον ανταγωνισμό σε τομείς της αγοράς των cosmetics που εκείνη επιλέγει να επικεντρωθεί. Οι αποδοχές του για την παροχή του υπηρεσιών του στη L’Oréal υπολογίζονται στα 9,8 εκατ. ευρώ.
Jacques Aschenbroich
Valeo
Ο «ιππότης» CEO
Ειδήμων στον κλάδο προμήθειας εξαρτημάτων αυτοκινήτων, o Jacques Aschenbroich διορίστηκε CEO της Valeo το 2009. Ο Aschenbroich, από τη στιγμή που ανέλαβε, έθεσε σε εφαρμογή ένα νέο στρατηγικό σχέδιο, για να εξασφαλίσει την ανάπτυξη της εταιρείας, ένα σχέδιο που περιλαμβάνει τεχνολογίες για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, καθιστώντας τη φιλική προς το περιβάλλον.
Η εταιρεία ιδρύθηκε με το όνομα Ferodo το 1923. Η Ferodo στο ξεκίνημά της διέθετε εξαρτήματα για φρένα και συμπλέκτες. Κατά τη δεκαετία του 1960, η εταιρεία ξεκίνησε να κατασκευάζει θερμικά συστήματα και συστήματα πέδησης, ενώ τη δεκαετία του ’70 πρόσθεσε και τα ηλεκτρικά συστήματα. Η εταιρεία υιοθέτησε το όνομα Valeo, που στα λατινικά σημαίνει «είμαι καλά», το 1980, και επεκτάθηκε διεθνώς. Χάρη στον Aschenbroich, η εταιρεία αποτελείται σήμερα από τέσσερα τμήματα: τα θερμικά συστήματα, τα συστήματα ορατότητας, τα συστήματα ηλεκτροκίνησης και τα συστήματα υποβοήθησης. Καθ’ όλην τη διάρκεια της καριέρας του, ο Aschenbroich έχει λάβει πολλές διακρίσεις για το έργο του στις βιομηχανίες ενέργειας και αυτοκινήτων.
Του έχει απονεμηθεί ο τίτλος του «ιππότη» στο τάγμα της «Λεγεώνας της τιμής» και στο τάγμα της «Ναυτικής Αξίας». Για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊού, η Valeo ανέπτυξε το «πιο δυνατό παγκοσμίως», όπως αναφέρει η εταιρεία, «σύστημα απολύμανσης του αέρα για τα λεωφορεία», ενώ ο CEO της εταιρείας δεσμεύτηκε να μην προβεί σε απολύσεις και να διατηρήσει ανέγγιχτους τους μισθούς των εργαζομένων. Τα κέρδη της Valeo ξεπερνούν τα 19 δισ. ευρώ για το 2019. Οι συνολικές αποδοχές του Aschenbroich υπολογίζονται στα 4,2 δισ. ευρώ.