Νέες μειώσεις στις δαπάνες του Δημοσίου απαιτούν οι δανειστές, που επιθυμούν αυτές να γίνουν σε μεγάλο ποσοστό.
Πιο συγκεκριμένα, οι δανειστές ζητούν μία μείωση της τάξης του 0,25% του ΑΕΠ, ένα ποσοστό που μεταφράζεται σε 440 εκατομμύρια ευρώ.
Με δεδομένο ότι μεγάλο μέρος των κρατικών δαπανών αφορά στη μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων, οι μειώσεις στα ποσά που λαμβάνουν αποτελούν τις πιο εύκολες περικοπές, ωστόσο η κυβέρνηση επιμένει ότι δεν θα υπάρξουν μισθολογικές μειώσεις και πως η εξοικονόμηση θα γίνει μέσω αμυντικών δαπανών που δεν θα πλήξουν όμως το αξιόμαχο των ενόπλων δυνάμεων.
Στο τραπέζι όμως πέφτει και το ζήτημα των προσλήψεων στο οποίο οι δανειστές επιμένουν ότι πρέπει να διατηρηθεί ο κανόνας που λέει μια πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις.
Πάντως, στο θέμα του Δημοσίου, αμέσως μετά τη συνάντηση του αναπληρωτή υπουργού Εσωτερικών Χριστόφορου Βερναρδάκη με τους επικεφαλής των κλιμακίων, κορυφαίος παράγοντας που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις ανέφερε, στις 03:30, ότι συμφωνήθηκε να ισχύσει εφέτος ο κανόνας της μίας πρόσληψης για κάθε πέντε αποχωρήσεις στο Δημόσιο και υπάρχει η δυνατότητα για περίπου 6.500 προσλήψεις από αυτές που δεν έγιναν τα προηγούμενα έτη.
Το 2017, θα ισχύσει ο κανόνας 1 πρόσληψη/4 αποχωρήσεις, ο οποίος θα βαίνει μειούμενος κάθε χρόνο. Από αυτόν τον κανόνα, εξαιρούνται οι αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις (οι 1.500 που δικαιώθηκαν δικαστικά το 2015, δεν θεωρούνται προσλήψεις).
Εξάλλου, στον χώρο της υγείας οι ευρωπαϊκές αποφάσεις προσφέρουν δυνατότητες για προσλήψεις. Χαρακτηριστικά, ο ίδιος παράγοντας ανέφερε ότι οι ώρες εργασίας των γιατρών πρέπει να είναι 45 εβδομαδιαίως αντί για 75 και αυτό οδηγεί αναπόφευκτα σε νέες προσλήψεις. Επιπλέον, συμφωνήθηκε να υπάρξει ξεχωριστό κονδύλι, το οποίο η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει κατά το δοκούν για τους τομείς της υγείας και της παιδείας. Το ίδιο κυβερνητικό στέλεχος δήλωσε, παράλληλα, ότι τα ειδικά μισθολόγια στο Δημόσιο θα συζητηθούν στη δεύτερη αξιολόγηση, προσθέτοντας ότι «είμαστε έτοιμοι για τα μισθολόγια των πανεπιστημιακών».