Της Δήμητρας Μανιφάβα
«Ζούμε κάθε μέρα με την αβεβαιότητα τι θα μας ξημερώσει. Επιχειρούμε χωρίς τραπεζικό σύστημα. Θα έπρεπε να μας είχαν δώσει Νόμπελ Οικονομίας». Με αυτόν τον γλαφυρό τρόπο περιέγραψε ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) κ. Γιώργος Καββαθάς την κατάσταση που επικρατεί στην πραγματική οικονομία, ειδικά από τα μέσα Δεκεμβρίου μέχρι και σήμερα. «Χάνονται εκατομμύρια από την αγορά. Οι επιχειρήσεις ασφυκτιούν. Μπορεί να λένε ότι στην δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, αλλά στην οικονομία υπάρχουν αδιέξοδα, αν δεν κλείσουμε γρήγορα τις εκκρεμότητες», υποστήριξε ο κ. Καββαθάς κατά τη συνέντευξη Τύπου που πραγματοποίησε η ΓΣΕΒΕΕ προκειμένου να παρουσιάσει τα αποτελέσματα της εξαμηνιαίας έρευνας αποτύπωσης του οικονομικού κλίματος στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ (Ινστιτούτο Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων) έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 1009 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 17 έως 26 Φεβρουαρίου 2015.
Αν και οι επιχειρήσεις -τουλάχιστον κατά τη στιγμή που έγινε η έρευνα- εμφανίζονται περισσότερο αισιόδοξες για το μέλλον τα μετρήσιμα οικονομικά μεγέθη τους (τζίρος, ζήτηση, παραγγελίες, ρευστότητα) εμφανίζονται να διατηρούν μια «απόσταση» από την αισιόδοξη οπτική των γενικών προσδοκιών. Μόλις 1 στις 4 επιχειρήσεις παρουσίασε κέρδη τη χρήση που μας πέρασε, ενώ το 37,3% κατέγραψε ζημίες. Πάνω από τις μισές επιχειρήσεις διαπιστώνουν και σε αυτό το εξάμηνο μείωση του τζίρου (53,2%), της ζήτησης (55,2%), των παραγγελιών (58,9%).
Η συνολική πτώση στον τζίρο την τελευταία χρονιά (Φεβρουάριος 2014-Φεβρουάριος 2015) εκτιμάται ότι άγγιξε το 13%. Η συνολική πτώση του τζίρου από το 2010 έως σήμερα υπολογίζεται σε 77%, με τον κλάδο του εμπορίου να εμφανίζει τις περισσότερες απώλειες.
Περισσότερο ανησυχητικά είναι τα ευρήματα σχετικά με τους δείκτες ρευστότητας και επένδυσης, αφού το 62,4% των επιχειρήσεων δήλωσε επιδείνωση στο δείκτη ρευστότητας, ενώ μόλις το 12,1% προχώρησε σε επενδύσεις.
Μία στις τρεις επιχειρήσεις δηλώνει ότι διατρέχει σημαντικό κίνδυνο κλεισίματος το επόμενο εξάμηνο και μάλιστα το 3% τοποθετεί το ενδεχόμενο διακοπής λειτουργίας χρονικά μες στο επόμενο τρίμηνο. Η εκτίμηση αυτή μεταφράζεται σε 8.500 περίπου «λουκέτα» το επόμενο εξάμηνο και σε απώλεια 20.000 θέσεων εργασίας.
«Βραχνάς» για τις επιχειρήσεις, αλλά και για τα κρατικά έσοδα και τα ασφαλιστικά ταμεία συνεχίζουν να αποτελούν οι πάσης φύσεως οφειλές. Συγκεκριμένα, το 38,1% των επιχειρήσεων έχει καθυστερημένες οφειλές προς τον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ) και το 31,9% προς την εφορία. Επίσης, πάνω από το 20% των επιχειρήσεων εκτιμά ότι δεν θα ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του 2015. Μία στις τέσσερις επιχειρήσεις έχει οφειλές προς τις ΔΕΚΟ, ενώ περιορίστηκε σημαντικά το ποσοστό των επιχειρήσεων (13%) με οφειλές προς το ΙΚΑ. Το 23,8% των επιχειρήσεων έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους προμηθευτές, το 17,9% σε ενοίκια και το 15,7% σε δόσεις δανείων.
Το 44,4% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει δυσκολίες στην καταβολή των μισθών, ενώ τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης παγιώνονται σε ποσοστά άνω του 40% (διευρύνθηκε οριακά στο 43% από 42,7% τον Ιούλιο του 2014 το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνουν ότι έχουν προχωρήσει σε μείωση ωρών ή και ημερών εργασίας για κάποιους από τους εργαζόμενούς τους).
Αναφορικά με την αποτύπωση του πολιτικού κλίματος, η νέα κυβέρνηση φαίνεται να χαίρει της εμπιστοσύνης των μικρών επιχειρήσεων (το 44,1% είναι περισσότερο αισιόδοξοι για την πορεία της
επιχείρησης. Το 57,3% θεωρεί ότι η κυβέρνηση πρέπει να κάνει έναν έντιμο συμβιβασμό με τους δανειστές της χώρας.
Για μια ακόμη φορά, τέλος, καταγράφεται η αντίθεση των μικρομεσαίων στη λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές. Επτά στις δέκα επιχειρήσεις δηλώνουν αντίθετες, ενώ μόλις το 4% των επιχειρήσεων σημείωσε αύξηση του τζίρου ως αποτέλεσμα της λειτουργίας τις Κυριακές.