Μέσω των πληρεξουσίων δικηγόρων τους τόσο ο Δημήτρης Κουτσολιούτσος, όσο και ο Τζώρτζης Κουτσολιούτσος κατέθεσαν αναλυτικά υπομνήματα με τις θέσεις τους. Στα βασικά επιχειρήματα που παρουσιάστηκαν ήταν ότι η εξασφάλιση ενδιάμεσης χρηματοδότησης έγινε με τα “ασημικά" της εταιρείας, όπως μεταξύ άλλων το ακίνητο του Μινιόν, ενώ η αρχική πρόταση που προέβλεπε αναλογία 51-49 παλαιών μετόχων και ομολογιούχων στη νέα εταιρεία ήταν πιο συμφέρουσα ενώ είχε πληρωθεί και 2 εκατ. λίρες success fee. Μάλιστα το νομικό επιτελείο του Δ. Κουτσολιούτσου σημείωσε ότι προωθούνταν συμφωνία με νέο επενδυτή ο οποίος θα έβαζε “φρέσκο χρήμα” στην εταιρεία αποκτώντας το 40% των μετοχών.
Από την πλευρά του ο Γιώργος Σάμιος, Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας παρουσίασε τα επιχειρήματα της σημερινής διοίκησης να αναζητήσει μέσω της συμφωνίας εξυγίανσης λύση στο οικονομικό αδιέξοδο. Όπως είπε, μετά από ένα χρόνο εντατικών προσπαθειών, από τον Μάρτιο του 2020, η συμφωνία εξυγίανσης ήταν ο μόνος τρόπος να αναστραφεί η δυσμενής χρηματοοικονομική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει, με ενδεικτικό το γεγονός ότι ο δανεισμός ήταν υπέρμετρος και αδύνατον να εξυπηρετηθεί από τις ταμειακές ροές της εταιρείας. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με την αδυναμία εξεύρεσης πηγών χρηματοδότησης οδήγησαν στην σημερινή διαδικασία εξυγίανσης.
Σύμφωνα με τον κ. Σάμιο τη βιωσιμότητα της δραστηριότητας εγγυάται το σχέδιο εξυγίανσης μέσω των δύο νέων εταιρειών που θα συσταθούν OpsCo και ΑssetCo με έδρα το Λουξεμβούργο, στις οποίες θα μεταβιβαστούν η εμπορική δραστηριότητα και τα περιουσιακά στοιχεία της σημερινής εταιρείας αντίστοιχα.
Και η λύση της ένταξης στην πτωχευτική διαδικασία είναι πλέον συμφέρουσα για τους μετόχους, οι οποίοι στην περίπτωση της πτώχευσης δεν θα μπορέσουν να αποζημιωθούν.