Στον κλάδο των σοκολατοβιομηχανιών στην Ελλάδα οι μετοχικές αλλαγές ή οι εξαγορές δεν γίνονται συχνά αλλά όταν αυτές πραγματοποιούνται ή έστω συζητιούνται είναι ηχηρές.
Όπως η περίπτωση της ιστορικής ΙΟΝ, που μετρά 93 χρόνια στην εγχώρια αγορά και η οποία ήρθε στην επικαιρότητα με αφορμή το ενδιαφέρον για την εξαγορά της από τον γνωστό βιομήχανο Σπύρο Θεοδωρόπουλου (της Chipita) και ομάδας επενδυτών.
Σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, παρότι σαν ενέργεια διαψεύστηκε από την πλευρά της ΙΟΝ, φέρεται να υπήρξαν αναγνωριστικές συνομιλίες ανάμεσα στις δύο πλευρές, οι οποίες, όμως, δεν προχώρησαν, με τη γνωστή σοκολατοβιομηχανία να διατηρεί το αρχικό, οικογενειακό, μοντέλο σύμφωνα με το οποίο τη δημιούργησε και πορεύτηκε ο ιδρυτής της Ιωάννης Κωτσιόπουλος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η σοκολατοβιομηχανία ΙΟΝ τα προηγούμενα χρόνια είχε αντισταθεί σθεναρά σε παρόμοιες προτάσεις εξαγορών και όταν αυτό γινόταν, διατηρούσε το μεγαλύτερο ποσοστό ή το… επαναγόραζε μετά από κάποια χρόνια, όπως φέρεται να έγινε στην περίπτωση της Kraft Jabobs Suchard.
Αναμφισβήτητα, ωστόσο η εταιρεία αποτελεί μια πολύφερνη επένδυση, καθώς είναι μία από τις 60 μεγαλύτερες ελληνικές βιομηχανίες, με κύκλο εργασιών πάνω από 120 εκ. ευρώ ετησίως, τρία εργοστάσια, πάνω από 930 εργαζομένους και παρουσία σε περισσότερες από 18 διεθνείς αγορές.
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Ένωσης Βιομηχανιών Βιοτεχνιών Ζαχαρωδών Ελλάδος (ΕΒΖΕΕ) Ιωάννη Λαγό «πρόκειται για μια προοπτική, η οποία αν τελικά στο μέλλον γίνει πράξη, είτε με αυτή είτε με άλλη επιχειρηματική σύνθεση, θα είναι σίγουρα μια ιστορική στιγμή για τον κλάδο, ειδικά για όσους έχουμε γνωρίσει τον ιδρυτή της ΙΟΝ, τον αείμνηστο Ιωάννη Κωτσιόπουλο, ο οποίος δεν επιθυμούσε σε καμία περίπτωση τη μεταβίβαση της εταιρείας, ήθελε να είναι αμιγώς οικογενειακή και είχε κατά καιρούς αρνηθεί πολλές τέτοιες κρούσεις, ύψους πολλών εκατομμυρίων».
Παρόλαυτα, συμπληρώνει το ίδιο στέλεχος και επιχειρηματίας στο χώρο των ζαχαρωδών «είναι σημαντικό και θετικό πως ό,τι ακούστηκε πως συζητήθηκε, έστω και σε αρχικό στάδιο ήταν από ελληνική ομάδα επιχειρηματιών με επικεφαλής τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο, έναν επιχειρηματία, ο οποίος έχει δείξει σοβαρά δείγματα γραφής και όραμα με όποιες εταιρείες έχει ασχοληθεί. Μέσα σε όλες τις επενδυτικές κινήσεις που γίνονται κυρίως από πολυεθνικές τα τελευταία χρόνια, είναι βασικό έστω και το ό,τι ακούστηκε είχε ελληνικό χρώμα, από ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά την εγχώρια αγορά, ενώ έχουν όραμα και για την εξωστρέφειά της».
Ό ίδιος, δε, καταλήγει ότι ακόμα και αν τελικά δεν προχωρήσει στο μέλλον μια σχετική επενδυτική κίνηση προς την ΙΟΝ «αναμένεται μέσα στο 2022 να δούμε αναπάντεχες εξαγορές στον ευρύτερο τομέα των τροφίμων, το οποίο είναι πεδίο δόξης λαμπρόν, ενώ βοηθά πλέον και το νομοθετικό πλαίσιο».
Το ταξίδι των πολυεθνικών
Οι σοκολατοβιομηχανίες της Ελλάδας, πολλές από αυτές με δεκαετίες ιστορίας πίσω τους, είχαν μπει από νωρίς στο ραντάρ των πολυεθνικών, με πρώτο παράδειγμα την Παυλίδης, η οποία από 1991 και μετά περνάει στην Kraft Foods Inc, ενώ από το 2012 βρίσκεται στα χέρια της πολυεθνικής Mondelez, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον χώρο των σνακ, με καθαρά έσοδα που ανήλθαν σε περίπου 26 δισ. δολάρια το 2017. Στην Ελλάδα δραστηριοποιείται αρκετές δεκαετίες και έχει ηγετική παρουσία σε πολλές κατηγορίες. Στο χαρτοφυλάκιό της ανήκουν μεταξύ άλλων οι σοκολάτες Lacta, Υγείας Παυλίδη, Παυλίδη Γεμιστές, κουβερτούρα Παυλίδη, Kiss, γκοφρέτα 3BIT, Merenda, το τυρί κρέμα Philadelphia, τα μπισκότα OREO και το Εργαστήρι Παυλίδη, τα ροφήματα σοκολάτας Lacta και Cadbury, οι τσίκλες Trident και Dentyne και οι καραμέλες Halls, ενώ παροιμιώδες ήταν το deal της τους περασμένους μήνες με την Chipita του Σπύρου Θεοδωρόπουλου, με τίμημα κοντά στα 2 δισ. ευρώ, με αιχμή του δόρατος την αγορά των κρουασάν.
Και αυτές που επιμένουν ελληνικά
Υπάρχουν, όμως, και αυτές οι σοκολατοβιομηχανίες που επιμένουν ελληνικά, έστω και αν εξαιτίας της πίεσης και του ανταγωνισμού αναζητούν άλλες διεξόδους όπως η δραστηριοποίηση στο food service και στις πρώτες ύλες σοκολάτας.
Για παράδειγμα η Σοκολατοποιία Astir, με έδρα τον Ταύρο Αττικής, η οποία ιδρύθηκε το 1933 ως μικρή οικογενειακή βιοτεχνία με σοκολάτες.
Η εν λόγω εταιρεία αρχικά παρήγαγε σοκολατάκια γάλακτος και bitter, πρώτες ύλες για τα εργαστήρια ζαχαροπλαστικής και εποχικά είδη, ενώ καθιερώθηκε στην ελληνική αγορά με τις «Μαργαρίτες», την «Τρούφα» από γνήσια σοκολάτα και κυρίως με τα Πασχαλινά σοκολατένια είδη τα οποία σήμερα έχουν φτάσει τα 40 διαφορετικά είδη.
Στη συνέχεια, το 1954, τα αδέρφια Κωνσταντίνος και Λούης Κωνσταντινίδης, γιοί του ιδρυτή Ανδρέα Κωνσταντινίδη, αποφασίζουν να μετακινηθούν σε μεγαλύτερο χώρο και ξεκινά η κατασκευή των σημερινών εγκαταστάσεων στον Ταύρο και δύο χρόνια μετά, το 1956 η επιχείρηση μετεγκαθίσταται στις νέες εγκαταστάσεις.
Το 1993, η τρίτη γενιά ιδιοκτητών, Αναστάσιος Κωνσταντινίδης και Παναγιώτης Ασλανίδης, επέκτεινε τις εγκαταστάσεις της εταιρείας, αγοράζοντας γειτονικό κτίριο και συνδέοντας τα δύο κτίρια μεταξύ τους, υπερδιπλασιάζοντας το εμβαδόν της.
Δέκα χρόνια μετά, η σοκολατοποιΐα άλλαξε εταιρική μορφή και από ομόρρυθμη έγινε Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία, ενώ παραμένει έως και σήμερα οικογενειακή και αμιγώς ελληνική.
Είναι αξιοσημείωτο ότι, σύμφωνα με κύκλους της επιχείρησης, πρώτη η Astir παρήγαγε στην Ελλάδα πασχαλινά σοκολατένια είδη, κάτι στο οποίο συνεχίζει μέχρι και σήμερα, διατηρώντας ένα αξιοσημείωτο μερίδιο αγοράς. Χαρακτηριστικό είναι ότι η προετοιμασία κάθε χρονιά για τα περίφημα πασχαλινά σοκολατοειδή της ξεκινά, ήδη, τρεις μήνες πριν, προκειμένου να παραχθούν και να εφοδιαστεί εγκαίρως η αγορά.
Επίσης, μια ιδιαίτερη περίπτωση είναι αυτή της σοκολατοποιίας Oscar της οικογένειας Αράπογλου, η οποία ιδρύθηκε το 1970 στην Αθήνα, συνεχίζοντας μια επιχειρηματική ιστορία, που ξεκίνησε από το 1932 στην Κωνσταντινούπολη.
Σήμερα, τα ηνία της εταιρείας αναλαμβάνει σταδιακά η νέα γενιά, τα αδέλφια Βασίλης και Αλέξανδρος Αράπογλου, οι οποίοι έχουν φέρει νέο αέρα στην εταιρεία και έχουν επεκτείνει τη δραστηριότητα ακόμα περισσότερο στη χονδρική, ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, βρίσκονται σε διαδικασία επενδύσεων με ανανέωση των μονάδων παραγωγής τόσο εντός όσο και εκτός Αττικής.
Η νέα γενιά, δε, μέσω της ιδιότητας του Βασίλη Αράπογλου ως διευθυντή Εξαγωγών έχει δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στην εξωστρέφεια, με την εταιρεία πλέον να εξάγει, για το 2021, σε 35 αγορές, με αιχμή του δόρατος τις Αραβικές χώρες, το Ισραήλ και τη Μεγάλη Βρετανία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην παρούσα φάση, οι εξαγωγές αποτελούν το 25%-30% του τζίρου της, Oscar ο οποίος εκτιμάται κοντά στα 21 εκατ ευρώ, από τα οποία 16 εκατ ευρώ προέρχονται από τη σοκολάτα και τα υπόλοιπα 5 εκατ. ευρώ από την παραγωγή καραμέλας.
Σήμερα η εταιρεία εδρεύει στον Ασπρόπυργο Αττικής, σε χώρο 10.000 τμ, με 7.500 τμ στεγασμένων εγκαταστάσεων, διαθέτοντας σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό για τη λειτουργία της παραγωγικής διαδικασίας, ενώ έχει ιδρύσει και υποκατάστημα στην Θεσσαλονίκη, αποθήκες στη Λάρισα και τα Ιωάννινα, για την άμεση εξυπηρέτηση των πελατών της στη βόρεια Ελλάδα.