Η εμφάνιση έντονων και πρωτοφανών πληθωριστικών πιέσεων στην οικονομία έχει οδηγήσει τις αποδόσεις των ομολόγων υψηλότερα και τις τιμές τους χαμηλότερα παγκοσμίως, με τις αγορές να προεξοφλούν αύξηση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες για να ελέγξουν την οικονομική δραστηριότητα και τη ζήτηση περιορίζοντας έτσι το ρυθμό ανόδου των τιμών.
Αυτό το φαινόμενο σε συνδυασμό με τον περιορισμό της στήριξης των κρατικών ομολόγων από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από τον ερχόμενο Μάρτιο έχει οδηγήσει σε σχετική μεγαλύτερη άνοδο των αποδόσεων των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου.
Αυτή η άνοδος έχει επηρεάσει και το κόστος δανεισμού του ιδιωτικού τομέα, το οποίο αυξάνεται καθώς οι τιμές των εταιρικών ομολόγων υποχωρούν. .
Σε ότι αφορά την ελληνική κεφαλαιαγορά, είχε ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας – ειδικά για ορισμένες εταιρείες το οποίο φαίνεται να στενεύει. Οι παράγοντες της ελληνικής κεφαλαιαγοράς υποσχέθηκαν χαμηλότερο κόστος δανεισμού και σε ναυτιλιακές εταιρείες που ιστορικά έχουν μεγαλύτερο κινδυνο μέσω έκδοσης ομολόγων και κατάφεραν να τις προσελκύσουν. Και πράγματι οι εταιρείες αυτές οι οποίες λάμβαναν δάνεια κυρίως από διεθνείς τράπεζες με επιτόκια της τάξεως του 4%, 5% και 6% άντλησαν ένα μέρος των χρηματοδοτικών τους αναγκών μέσω της ελληνικής κεφαλαιαγοράς με επιτόκια κάτω από 3%.
Το Euribor
Αυτό οφείλεται σε δύο λόγους. Ο βασικός λόγος είναι ότι το επιτόκιο δανεισμού στην ευρωζώνη είναι χαμηλότερο από το επιτόκιο δανεισμού στο δολάριο στη βάση του οποίου δανείζονται ειδικά οι ναυτιλιακές. Για παράδειγμα ακόμα και μετά τη άνοδο των αποδόσεων το ετήσιο Euribor από -0,5% έχει αυξηθεί σε -0,283% δηλαδή παραμένει αρνητικό ενώ το ετήσιο Libor (δολάριο) έχει ανέλθει σε 1,39% (14/2/22). Στο Libor οι τράπεζες προσθέτουν ένα περιθώριο (για τις ελληνικές ναυτιλιακές προσθέτουν από 2,55 ποσοστιαίες μονάδες έως και 3,25) και το επιτόκιο διαμορφωνόταν σε επίπεδα άνω του 4%.
Συνεπώς υπήρχε όφελος, αφού τα εταιρικά ομόλογα για τις ναυτιλιακές εταιρείες, που εκδόθηκαν πρόσφατα τιμολογήθηκαν με επιτόκια από 2,65% CPLP Shipping έως 2,95% Safe Bulkers.
Οι τιμολογήσεις
Ο δεύτερος λόγος τον οποίο υποστηρίζουν ορισμένοι παράγοντες της αγοράς είναι ότι οι παραπάνω αποκλίσεις αποβαίνουν σε βάρος των επενδυτών και αυτό θα πρέπει να το δουν σοβαρά οι ανάδοχοι που τιμολογούν τις εκδόσεις και καθοδηγούν τους επενδυτές. Μιλούν για τιμολογήσεις, που δεν συνάδουν με τους κινδύνους αύξησης των επιτοκίων και της ζήτησης μεγαλύτερων αποδόσεων εκ μέρους, τις οποίες τώρα «πληρώνουν» οι επενδυτές.
Πράγματι, οι τιμές εταιρικών ομολόγων εταιρειών που προσφάτως εκδόθηκαν ακολουθούν πτωτική πορεία στο Χρηματιστήριο Αθηνών με αποτέλεσμα να ανεβαίνουν οι αποδόσεις. Συγκεκριμένα, η τιμή του ομολόγου της εταιρείας Safe Bulkers από 100 που ήταν η ονομαστική τιμή και η τιμή διάθεσης έχει υποχωρήσει στο 95,5% της ονομαστικής τιμής. Αντίθετα η απόδοση έχει αυξηθεί σε 4,176% σύμφωνα με το δελτίο τιμών του Χρηματιστηρίου Αθηνών της Τετάρτης 16/2/2022. Όποιος ομολογιούχος αναγκαστεί να πουλήσει θα εγγράψει ζημιά. Σε ότι αφορά τους θεσμικούς επενδυτές και αυτοί θα αποτιμήσουν τα ομόλογα γράφοντας υποαξία στα χαρτοφυλάκιά τους.
Η τιμή του ομολόγου της CPLP Shipping που εκδόθηκε με επιτόκιο και απόδοση 2,5% έχει υποχωρήσει από το 100 στο 98% με την απόδοση να έχει αυξηθεί στο 3,1%.
Επίσης το ομόλογο της Costamare το οποίο εκδόθηκε με επιτόκιο και απόδοση 2,7% έχει υποχωρήσει από το 100 στο 98,5 και την απόδοση να έχει αυξηθεί στο 3,01%.
Γενικότερα, οι αποδόσεις που οι επενδυτές ζητούν για να δανείσουν την πλειονότητα των ελληνικών εταιρειών έχει ξεπεράσει το 3%, όπως φαίνεται από τον πίνακα τιμών του Χρηματιστηρίου Αθηνών με εξαίρεση τα ομόλογα κάποιων πολύ μεγάλων επιχειρήσεων όπως των ΟΠΑΠ, Motoroil, Coral (όμιλος Motoroil) κλπ.
Ακόμα και το ομόλογο της Prodea της μεγαλύτερης εταιρείας ακινήτων στη χώρα που εκδόθηκε με επιτόκιο και απόδοση 2,6% και τιμή 100, η τιμή του έχει πάρει την κατιούσα στο 93,4 και η απόδοση την ανιούσα στο 3,49%.