Στο θέμα των κόκκινων δανείων αναφέρεται σε δήλωσή του, ο πρόεδρος του ΕΕΑ, Ιωάννης Χατζηθεοδοσίου, τονίζοντας πως για την επίλυσή του απαιτούνται βαθιές τομές εντός της χώρας, με «κουρέματα» ανάλογα με την πραγματική δυνατότητα αποπληρωμής από τον δανειολήπτη, με εξυγίανση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών και με επανεκκίνηση της οικονομίας από χαμηλότερη βάση.
Η δήλωση του Προέδρου, έχει ως ακολούθως:
" Από άποψη διαλόγων και αναλύσεων το θέμα των «κόκκινων» δανείων έχει καλυφθεί πλήρως από κάθε πλευρά. Έχουμε γίνει μάρτυρες ατελείωτου ευχολογίου από τους πολιτικούς για λύση, τέλειων τεχνοκρατικών λύσεων από τις τράπεζες, αλλά το πρόβλημα από μήνα σε μήνα επιδεινώνεται. Όλο και περισσότερες επιχειρήσεις και νοικοκυριά αδυνατούν να ανταποκριθούν στην αποπληρωμή των δανείων, όλο και περισσότερο αυξάνουν τα ληξιπρόθεσμα.
Η εμπλοκή των δανειοληπτών από τις τράπεζες σε αδιαφανείς εκβιαστικές διαδικασίες ρύθμισης καθυστερούμενων δανείων και η αδυναμία της κυβέρνησης να επιβάλει λύσεις, αποτελούν έναν φαύλο κύκλο διόγκωσης των ανεξόφλητων δανείων μαζί και των αδιεξόδων.
Κι ενώ η κρίση επιδεινώνεται, οι δανειστές δίνουν την υποψία επιθυμίας καταστροφικής λύσης για τους δανειολήπτες, με την εφαρμογή του «ξαφνικού θανάτου» κάθε παραπέρα οικονομικής δράσης, με την παράδοση των δανείων στα γνωστά διεθνή «κοράκια», μη αντιλαμβανόμενοι ότι αυτό μπορεί να στραφεί στο τέλος εναντίον τους από οικονομική και κοινωνική άποψη.
Στον τραπεζικό τομέα τα πράγματα δεν είναι καλά. Τυπικά και σύμφωνα με την τελευταία «επισκόπηση του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος» από την Τράπεζα της Ελλάδος, οι χορηγήσεις δανείων από το 2010 μέχρι το 2015 μειώθηκαν κατά 39,65% πράγμα που σημαίνει «στέγνωμα» της οικονομίας. Οι καταθέσεις μειώθηκαν δραματικά και τα «Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα» («κόκκινα» δάνεια) αυξήθηκαν. Όπως αναφέρει η έκθεση, «Η αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος (αποτίναξη των «κόκκινων» δανείων) είναι υψίστης σημασίας, καθώς, πέρα από τη βελτίωση της οικονομικής ευρωστίας των τραπεζών, θα επιτρέψει την απελευθέρωση κεφαλαίων προς χρηματοδότηση άλλων, πιο παραγωγικών, κλάδων της οικονομίας και θα συμβάλλει στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανάπτυξης. (…) Ο πιστωτικός κίνδυνος και η περαιτέρω επιδείνωση της ποιότητας χαρτοφυλακίου δανείων αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή αστάθειας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τον κύριο ανασταλτικό παράγοντα παροχής δανείων στην πραγματική οικονομία».
Παρά την προειδοποίηση όμως, οι τράπεζες αντιτείνουν ότι έχουν επιτύχει τους στόχους σταθεροποίησής τους και πρακτικά συνεχίζουν την ίδια πολιτική έναντι των δανειοληπτών, αγνοώντας τους κινδύνους.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, οι τράπεζες συσσώρευσαν ζημίες ύψους 70 δισεκ. ευρώ την εξαετία 2010-2015. Η λειτουργική κερδοφορία των τραπεζών διατηρήθηκε εν μέσω κρίσης σε σχετικά ικανοποιητικά επίπεδα (31 δισεκ. ευρώ) αλλά ήταν αδύνατο να αντισταθμίσει ζημίες ύψους 101 δισεκ. ευρώ συνολικά κατά την επισκοπούμενη εξαετία (εκ των οποίων τα 31,910 δισεκ. ευρώ από το PSI). Τι μπορεί να περιμένουν λοιπόν κοιτάζοντας στο παρελθόν και στα οφειλόμενα άλλων καιρών;
Σήμερα το «κούρεμα» των δανείων ή η διαγραφή τους και η εξυγίανση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών και των επιχειρήσεων, είναι προϋπόθεση εξόδου από το τέλμα της στασιμότητας και της αλληλεξουδετέρωσης απαιτήσεων και αδυναμίας των δύο μερών. Καμία επιχείρηση δεν μπορεί να δουλέψει παραγωγικά όταν απειλείται με κατάσχεση η παραγωγής της.
Μείωση των χρεών, και διαγραφή δανείων που δεν θα εισπραχθούν ποτέ, μπορεί να φαίνεται επιδείνωση της κρίσης αλλά στην πραγματικότητα, μπορεί να είναι η λύση της εξόδου από την τραπεζική και χρηματοδοτική κρίση της αγοράς. Διατηρώντας τα βαρίδια του παρελθόντος, με την ελπίδα να εισπραχθούν τα δάνεια που εξέπεσαν οριστικά, ποτέ δεν θα πάμε στο μέλλον.
Συχνά το «κούρεμα» της οφειλής, είναι απαραίτητο για να σωθεί μία επιχείρηση, παραδέχονται τραπεζικά στελέχη, αφού όπως λένε: Αν ένας επιχειρηματίας έχει δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις και παράλληλα δεν υπάρχει η δυνατότητα να προσφέρει εξασφαλίσεις, τότε μπορεί να έρθει σε διακανονισμό με την τράπεζα να πληρώσει το 80% του κεφαλαίου και στη λήξη της αποπληρωμής να του χαριστεί το υπόλοιπο 20%. Πόσο όμως αυτό είναι λύση; Για κάποιες, ομαλά λειτουργούσες, επιχειρήσεις μπορεί, για τις αδύναμες όμως που μπορούν να αποκτήσουν βιωσιμότητα μόνο κάτω από ορισμένους όρους διευθέτησης των χρεών, δεν είναι λύση. Για όσους έκλεισαν, φυσικά, κανένα «κούρεμα» δεν τους σώζει.
Έτσι, η πλέον σωστή λύση είναι η εκκαθάριση του τοπίου με βαθιές τομές εντός της χώρας, με «κουρέματα» ανάλογα με την πραγματική δυνατότητα αποπληρωμής από τον δανειολήπτη, με εξυγίανση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών και με επανεκκίνηση της οικονομίας από χαμηλότερη βάση, η οποία όμως δίνει πού μεγαλύτερες προσδοκίες για το μέλλον. Λύση με την πίτα σωστή και τον σκύλο χορτάτο δεν υπάρχει.
Όπως επανειλημμένα έχει τονίσει το Ε.Ε.Α., η κρίση και η τραπεζική στασιμότητα δημιούργησαν χιλιάδες υπερχρεωμένες επιχειρήσεις που υπάρχουν μόνο στα χαρτιά, ως «ζόμπι», δηλαδή ως ζωντανές – νεκρές, επειδή αδυνατούν να δηλώσουν επισήμως το κλείσιμο, δεδομένου ότι για να κλείσουν πρέπει πρώτα να εξοφλήσουν! Στην πραγματικότητα όμως δεν υπάρχουν, δεν λειτουργούν και απλώς βυθίζονται σε χρέη που ποτέ δεν θα μπορέσουν να πληρώσουν. Η έξοδος από την κατάσταση αυτή μόνο καλό θα φέρει στην οικονομία.
Και το ερώτημα επανέρχεται: Ποιος εμποδίζει τη λύση; Η κυβέρνηση οφείλει να απαντήσει εμπράκτως".