Πτωτικά κινούνται την τελευταία πενταετία τόσο η παραγωγή, όσο και εγχώρια κατανάλωση οίνου συγκριτικά με την προηγούμενη πενταετία, όπως αναφέρει η κλαδική μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της ICAP Group, παρουσιάζοντας τις τελευταίες μεταβολές και προοπτικές εξέλιξης του συγκεκριμένου κλάδου.
Σημειώνεται ότι επειδή, η εγχώρια κατανάλωση οίνου (όπως ακριβώς και η παραγωγή) παρουσιάζει σημαντικές ετήσιες διακυμάνσεις και εναλλαγές, θεωρείται πιο αντικειμενική η σύγκριση με βάση το μέσο όρο ανά πενταετία.
Έτσι, την τελευταία πενταετία η μέση ετήσια κατανάλωση οίνου διαμορφώθηκε σε επίπεδα της τάξης των 3.000 χιλ. εκατόλιτρων, μειωμένη κατά 9% περίπου συγκριτικά με το μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας. Σε ετήσια βάση, η εγχώρια κατανάλωση οίνου την περίοδο 2012/13 σημείωσε μικρή αύξηση (4%) σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη οινική περίοδο.
Από το συνολικό μέγεθος της εγχώριας κατανάλωσης οίνου, τα εμφιαλωμένα κρασιά εκτιμάται ότι καλύπτουν ένα ποσοστό κοντά στο επίπεδο του 40% στην παρούσα φάση, ενώ το μεγαλύτερο μερίδιο αντιστοιχεί σε χύμα κρασί (περιλαμβανομένων και των συσκευασιών σε ασκούς). Η εγχώρια οινοπαραγωγή είναι προσανατολισμένη κυρίως στο λευκό κρασί, κατηγορία που συνήθως καλύπτει μερίδιο μεταξύ του 65%-70% του συνόλου. Τα κρασιά με ένδειξη ΠΟΠ και ΠΓΕ καλύπτουν ποσοστό 27%-29% της παραγωγής.
Αναφορικά με τις εισαγωγές, τα κρασιά εγχώριας παραγωγής καλύπτουν τη ζήτηση σε μεγάλο βαθμό, γεγονός που διαμορφώνει σε χαμηλά επίπεδα το βαθμό εισαγωγικής διείσδυσης και συγκεκριμένα μεταξύ 5%-8%. Από την άλλη πλευρά, παρατηρείται υποχώρηση των εξαγωγών οίνου μετά το 2010, με το βαθμό εξαγωγικής επίδοσης να διαμορφώνεται σε περίπου 11% την περίοδο 2011/12 και σε 9,6% την περίοδο 2012/13.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της κλαδικής μελέτης, η εξέλιξη της παραγωγής οίνου διαχρονικά δεν ακολουθεί σταθερή πορεία. Την προηγούμενη πενταετία (περίοδοι 2004/05 έως 2008/09), η εγχώρια παραγωγή υποχώρησε, με μέσο ετήσιο ρυθμό -2,6%. Την τελευταία πενταετία (περίοδοι 2009/10 έως 2013-2014) η παραγωγή κινήθηκε πτωτικά τις τρεις πρώτες περιόδους ενώ στη συνέχεια ανέκαμψε, διαμορφώνοντας μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής οριακά αρνητικό για την πενταετία συνολικά.