Σημαντική βελτίωση παρουσίασε το επενδυτικό κλίμα από την αρχή του έτους μετά το εξαιρετικά δύσκολο 2022, επισημαίνει η Alpha Bank σε τακτική της έκδοση για την παγκόσμια οικονομία.
Οπως αναφέρει, οι ενδείξεις ανθεκτικότητας οικονομιών, καθώς και η προοπτική ολοκλήρωσης του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων κύριων Κεντρικών Τραπεζών τροφοδότησαν τη διάθεση για επενδυτικές τοποθετήσεις.
Παρότι το 2023 αναμένεται να είναι απαιτητική χρονιά, με αρκετές αβεβαιότητας και προκλήσεις, η οικονομική προοπτική διαγράφεται λιγότερο δυσοίωνη από ό,τι αναμενόταν έως τα τέλη του 2022. Το 2023 εκτιμάται ότι θα αποτελέσει έτος καμπής, πριν την οικονομική ανάκαμψη και τη σημαντική μείωση του πληθωρισμού το 2024. Οι πρόσφατες εξελίξεις, ανάγκασαν τους συμμετέχοντες στις διεθνείς αγορές να επανεξετάσουν τις προβλέψεις τους, ενσωματώνοντας την πιο θετική πραγματικότητα.
Η παγκόσμια οικονομία παρότι έχει πληγεί από την πολυκρίση, επιδεικνύει αντοχές και το φάσμα της ύφεσης φαίνεται να απομακρύνεται για αρκετές ανεπτυγμένες οικονομίες, όπως της Ευρωζώνης που επιδεικνύει καλύτερες αντοχές στην ενεργειακή κρίση, κυρίως λόγω της ισχυρής αποκλιμάκωσης της τιμής του φυσικού αερίου, των αυξημένων ποσοστών επάρκειας των ευρωπαϊκών χωρών και των ήπιων καιρικών συνθηκών.
Επίσης, η πρόσφατη πλήρης επαννεκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας στην Κίνα μετά τον τερματισμό της πολιτικής της μηδενικής ανοχής στην πανδημία, δημιουργεί αισιοδοξία και αναμένεται να δώσει ώθηση στην παγκόσμια οικονομία. Το ΔΝΤ μετά από τρεις καθοδικές αναθεωρήσεις, αναθεώρησε ελαφρώς υψηλότερα την εκτίμηση για τον ρυθμό ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας στο 2,9% το 2023 (2022: 3,4%) από 2,7% που εκτιμούσε τον Οκτώβριο, ενώ ελαφρώς χαμηλότερα διαμορφώθηκε η εκτίμηση για το 2024 στο 3,1% από 3,2%, χαμηλότερα του μέσου ρυθμού από το 1980 (3,4%).
Εκτιμά ότι ο πληθωρισμός στις ανεπτυγμένες οικονομίας θα διαμορφωθεί στο 4,6% το 2023 από 7,3% το 2022, θεωρώντας ότι η σταδιακή αποκλιμάκωσή του θα προέλθει κυρίως από τη σχετικώς πιο αδύναμη ζήτηση και την αυστηρότερη νομισματική πολιτική.
Παρότι ο πληθωρισμός φαίνεται να έχει κορυφωθεί, διατηρείται σημαντικά υψηλότερα του στόχου των Κεντρικών Τραπεζών και ο δομικός πληθωρισμός σε οικονομίες όπως της Ευρωζώνης παραμένει σε ιστορικά υψηλό. Η προοπτική διατήρησης του πληθωρισμού υψηλότερα του στόχου τουλάχιστον έως τα μέσα του 2024 σε συνδυασμό με την ανθεκτικότητα που επιδεικνύουν κύριες οικονομίες, επιτρέπουν σε Κεντρικές Τράπεζες να διατηρήσουν την αυστηρότερη πολιτική τους για αρκετό χρονικό διάστημα. Πιθανή μη διατηρήσιμη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023 και διάψευση των προσδοκιών των συμμετεχόντων στις αγορές περί κορύφωσης του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων εντός του α΄ εξαμήνου του έτους, θα μπορούσε να τροφοδοτήσει μεταβλητότητα στις διεθνείς αγορές.
Οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό και την οικονομική δραστηριότητα σε κύριες χώρες, εμφανίζονται πιο ισορροπημένοι συγκριτικά με το τέλος του 2022, ωστόσο υφίστανται προκλήσεις που σχετίζονται κυρίως με τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις μακροοικονομικές στρεβλώσεις».
Η τράπεζα σημειώνει ότι «παραμένουμε επιφυλακτικοί στην επενδυτική μας προσέγγιση, παρότι υιοθετούμε λιγότερο συντηρητική στάση. Πιθανή διατήρηση της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής για μεγαλύτερο του εκτιμώμενου χρονικό διάστημα και ο προβληματισμός για την προοπτική της κερδοφορίας εταιρειών καθιστούν τη μετοχική κατηγορία ευάλωτη σε διορθωτικές κινήσεις.
Διατηρούμε την έκθεσή μας σε αμυντικούς κλάδους (υγείας, κοινής ωφέλειας, βασικών καταναλωτικών αγαθών) και ενισχύουμε ορισμένους επιθετικούς που παρουσιάζουν καλύτερες αποτιμήσεις και ευνοούνται από το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων (α΄ υλών, χρηματοοικονομικό).
Ευνοϊκότερη η συγκυρία για τις αναδυόμενες αγορές. Θεματικές επιλογές που σχετίζονται με την ενεργειακή και ψηφιακή μετάβαση, την τεχνολογική καινοτομία και τις δημογραφικές εξελίξεις συνεχίζουν να κρίνονται κατάλληλες για μεσοπρόθεσμες τοποθετήσεις. Σε περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού και ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης μικρότερων του μακροπρόθεσμου μέσου όρου, διατηρούμε την προτίμησή μας για ομόλογα υψηλής φερεγγυότητας, τα οποία λειτουργούν ως αντιστάθμισμα και προσφέρουν ικανοποιητικό επιτοκιακό έσοδο.