Οι προοπτικές για τις ελληνικές τράπεζες είναι θετικές για το 2025, σημειώνει η Fitch Solutions σε ανάλυσή της για τον κλάδο. Αυτός που προηγουμένως αποτελούσε έναν από τους πιο προβληματικούς τραπεζικούς κλάδους της Ευρώπης -με περιουσιακά στοιχεία κακής ποιότητας, επαναλαμβανόμενες τριμηνιαίες απώλειες, περιορισμένους όγκους δανείων και μεγάλη εξάρτηση από την έκτακτη βοήθεια ρευστότητας της ΕΚΤ (ELA)- έχει γυρίσει σελίδα τα τελευταία χρόνια, αναφέρει ο οίκος στην ανάλυση του.
Και οι τέσσερις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες επέστρεψαν σε ιδιώτες μέχρι το τέλος του 2024, ολοκληρώνοντας μια μακρά διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης, εξυγίανσης και εκκαθάρισης του ισολογισμού τους στον απόηχο της κρίσης δημόσιου χρέους της Ελλάδας από το 2009/10 και τοποθετώντας τον κλάδο σε καλή θέση για τις αναπτυξιακές ευκαιρίες που θα προκύψουν τα επόμενα χρόνια, προσθέτει.
Μπορούν να παρατηρηθούν ευνοϊκές τάσεις για τις τράπεζες όσον αφορά την εξέλιξη του ισολογισμού τους, τους δείκτες χρηματοοικονομικής ευρωστίας και το ανταγωνιστικό τοπίο, σημειώνει.
Ο οίκος σημειώνει ότι περιμένει τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών να συνεχίσουν να αυξάνονται το 2025, αρχίζοντας να αντιστρέφουν τη μακροχρόνια συρρίκνωση τους μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση.
Επιπλέον, ο οίκος τονίζει πως η συγχώνευση της Attica Bank και της Παγκρήτιας Τράπεζας τον Σεπτέμβριο του 2024 θα είναι περισσότερο θετική εξέλιξη για την ποιότητα του ενεργητικού παρά για τη μείωση της κλαδικής συγκέντρωσης από τα πολύ υψηλά επίπεδα, αλλά η επιστροφή των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών σε ιδιωτικά χέρια αποτελεί ένδειξη της βελτιωμένης υγείας των Ελλήνων δανειστών.
Ο δανεισμός των νοικοκυριών εξακολουθεί να επιβαρύνει τη συνολική επέκταση του χαρτοφυλακίου δανείων και από τον Νοέμβριο εξακολουθούσε να συρρικνώνεται, αλλά η συρρίκνωση αυτή φαίνεται να επιβραδύνεται. Με την τιτλοποίηση μη εξυπηρετούμενων δανείων υπό την αιγίδα του προγράμματος προστασίας περιουσιακών στοιχείων του Ηρακλή (HAPS) να έχει πλέον λήξει, και τη στήριξη από την ελληνική κυβέρνηση με τη μορφή προγραμμάτων επιδότησης για τους αγοραστές πρώτης κατοικίας να ξεκινάει από τον Ιανουάριο του 2025, ο οίκος αναμένει ότι η ζήτηση δανείων από νοικοκυριά θα υποχωρήσει τους επόμενους μήνες. Μακροπρόθεσμα (έως το 2034), τα δανειακά βιβλία των τραπεζών θα αυξηθούν παρά θα επιστρέψουν στην απομόχλευση του παρελθόντος.