«Υπάρχουν πάντα πολλές άγνωστες μεταβλητές όσον αφορά τις μολύνσεις από τον SARS-CoV-2 και την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος, όμως η δουλειά μας δείχνει ότι προηγούμενη μόλυνση δεν προστατεύει κατ’ ανάγκη από μελλοντική μόλυνση», υπογραμμίζει ο καθηγητής Μαρκ Παντόρι, βασικός συγγραφέας της μελέτης αυτής, που δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet Infectious Diseases.
Αυτό συνεπάγεται πως «άνθρωποι που είχαν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2» και ανέρρωσαν «πρέπει να συνεχίσουν να τηρούν προφυλάξεις, όπως η κοινωνική απόσταση, η χρήση μάσκας προστασίας και το πλύσιμο των χεριών» καθώς η αναμόλυνση παραμένει πιθανή, νουθετεί ο καθηγητής Παντόρι.
Σύμφωνα με την ιατρική επιθεώρηση, έχουν επιβεβαιωθεί πέντε περιπτώσεις αναμόλυνσης ως αυτό το στάδιο: στο Χονγκ Κονγκ (επρόκειτο για την πρώτη επιβεβαιωμένη· ανακοινώθηκε την 24η Αυγούστου), στο Βέλγιο, στην Ολλανδία, στον Ισημερινό και στην αμερικανική πολιτεία Νεβάδα (η περίπτωση της μελέτης).
«Αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι δεν υπάρχουν κι άλλες, ιδίως καθώς πολλές περιπτώσεις» μόλυνσης «είναι ασυμπτωματικές» και άρα δύσκολο να καταγραφούν, προειδοποιεί ο Παντόρι, ειδικός του πανεπιστημίου της Νεβάδας.
Οι πέντε καταγεγραμμένες περιπτώσεις παρουσιάζουν διαφορές: σε αυτές στη Νεβάδα και στον Ισημερινό, η δεύτερη μόλυνση ήταν πιο σοβαρή από την πρώτη, ενώ στις υπόλοιπες τρεις ίσχυε το αντίστροφο.
Η περίπτωση στη Νεβάδα ήταν ένας 25χρονος, ο οποίος δεν είχε καμία διαταραχή του ανοσοποιητικού ούτε υποκείμενο νόσημα προτού μολυνθεί από τον κορωνοϊό.
Τη 18η Απριλίου διαγνώστηκε ότι μολύνθηκε για πρώτη φορά και εκδήλωσε συμπτώματα της COVID-19 (πονόλαιμος, κεφαλαλγία, βήχας, ναυτία, διάρροια). Τέθηκε σε απομόνωση και η κατάστασή του βελτιώθηκε. Κατόπιν εξετάστηκε δύο φορές και τα τεστ επέστρεψαν αρνητικά.
Όμως 48 ημέρες αργότερα, την 5η Ιουνίου, διαγνώστηκε εκ νέου θετικός, κι αυτή τη φορά παρουσίασε πιο βαριά συμπτώματα, με δυσχέρεια στην αναπνοή που κατέστησαν απαραίτητη την εισαγωγή του σε τμήμα επειγόντων περιστατικών και τη χορήγηση οξυγόνου.
Ο ασθενής αποθεραπεύτηκε.
Η γενετική ανάλυση έδειξε ότι οι δύο μολύνσεις προκλήθηκαν από δύο διαφορετικά στελέχη του SARS-CoV-2, κάτι που αποτελούσε προϋπόθεση ώστε να μπορεί να εξαχθεί με βεβαιότητα το συμπέρασμα ότι επρόκειτο πράγματι για αναμόλυνση.
«Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να κατανοηθεί πόσο καιρό διαρκεί η ανοσία έναντι του SARS-CoV-2 και γιατί ορισμένες από τις αναμολύνσεις, παρότι σπάνιες, είναι σοβαρότερες», τονίζει ο καθηγητής Παντόρι.