Την ίδια ώρα εντείνονται οι πιέσεις που έχουν επιφέρει στην οικονομία της χώρας οι κυρώσεις της Δύσης για την στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία.
Την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων ανακοίνωσε ο Ρώσος πρωθυπουργός, Μικαΐλ Μισούστιν, λέγοντας ότι οι ξένοι επενδυτές δεν λαμβάνουν αποφάσεις στηριζόμενοι σε οικονομικά κριτήρια αλλά με βάση τις «πολιτικές πιέσεις».
Για να διασφαλίσουμε πως οι επιχειρήσεις θα λάβουν σωστά ενημερωμένες αποφάσεις, αποφασίστηκε η επιβολή προσωρινών περιορισμών στην αποχώρηση από ρωσικά περιουσιακά στοιχεία», δήλωσε ο ίδιος, χωρίς να δίνει λεπτομέρειες.
Οι ρωσικές αρχές σπεύδουν να απαντήσουν στις ολοένα και πιο σκληρές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί από τη Δύση από τότε που η Μόσχα εισέβαλε στην Ουκρανία την περασμένη Πέμπτη.
Διεθνείς εταιρίες, που λειτουργούν στη Ρωσία εδώ και δεκαετίες, έχουν πει ότι θα παύσουν τις επενδύσεις τους, μεταξύ των οποίων η BP και η Shell, μέτοχοι αντίστοιχα στην κορυφαία ενεργειακή εταιρία της Ρωσίας Rosneft και στο εργοστάσιο υγροποιημένου φυσικού αερίου Sakhalin 2.
Ο Μισούστιν δήλωσε ότι η Ρωσία είναι «ανοικτή στον διάλογο με επενδυτές που έχουν εποικοδομητική στάση» και ότι «Αναμένουμε πως αυτοί που επένδυσαν στη χώρα μας θα είναι σε θέση να συνεχίσουν να εργάζονται εδώ».
Παγωμένα κεφάλαια ξένων επενδυτών στη Ρωσία
Υπενθυμίζεται πως οι ξένοι επενδυτές τις τελευταίες μέρες έχουν δει κεφάλαια αξίας 86 δισ. δολαρίων να έχουν «παγώσει» από τις ρωσικές αρχές, λόγω των κυρώσεων από τη Δύση για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Τα περισσότερα από αυτά -εάν έχουν παραμείνει σε αυτό το επίπεδο και εφόσον δεν «τραβήχτηκαν» από τους επενδυτές προτού ξεκινήσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία- δεν είναι προσβάσιμα, καθώς η Μόσχα απαγόρευσε τις πωλήσεις τους λόγω των κυρώσεων.
Σχεδόν 13 δισ. δολάρια σε αξία ρωσικών μετοχών που έχουν fund από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη ανήκουν πλέον σε επιχειρήσεις που έχουν πληγεί από τις κυρώσεις.
Σε όρους σταθερούς εισοδήματος, BlackRock , Capital Group και Legal & General Group είναι οι κορυφαίο κάτοχοι του ρωσικού χρέους σε δολάρια, ενώ οι επενδυτές έχουν έκθεση 250 δισ. δολαρίων σε εταιρικά ομόλογα της χώρας.