Του Ανέστη Ντόκα
Οι προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν στη χρηματιστηριακή αγορά ότι μέχρι τις 11 Μαΐου θα έχει δοθεί λύση στο δημοσιονομικό αδιέξοδο της χώρας προκάλεσαν αποσυμπίεση στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων την Πέμπτη και Παρασκευή, που υποχώρησαν χαμηλότερα από τα νέα αρνητικά ρεκόρ της Τρίτης όπου το 3ετές είχε εκτοξευθεί στο 30% το 5ετές στο 20% και το 10ετές στο 14%. Ετσι την Παρασκευή, οι αποδόσεις για το 10ετές, 3ετές και 5ετές ομόλογο διαπραγματεύθηκαν στο 25%, 17,60% και 12,45 αντίστοιχα. Σε κάθε περίπτωση, οι παρούσες αποδόσεις των κρατικών ομολόγων παραπέμπουν σε χώρες υπό χρεοκοπία και αποκλείουν από διεθνή δανεισμό τόσο τη χώρα όσο και τις επιχειρήσεις της.
Η ειρωνεία είναι ότι ακριβώς πριν από ένα χρόνο (10 Απριλίου 2014), η Ελλάδα έβγαινε στις διεθνείς αγορές, για πρώτη φορά μετά το 2010. Εκείνη την ημέρα είχε εκδοθεί 5ετές ομόλογο, όπου αντλήθηκαν 4 δισ. ευρώ, με το κουπόνι να διαμορφώνεται στο 4,75%. Ακολούθησε άλλη μια προσπάθεια στις 10 Ιουλίου 2014, όπου είχε εκδοθεί 3ετές ομόλογο και αντλήθηκαν 2 δισ. ευρώ, με το κουπόνι απόδοσης να διαμορφώνεται στο 3,375%. Από τότε έως και σήμερα, η αγορά κρατικών ομολόγων έχει καταρρεύσει και μαζί έχει συμπαρασύρει και τις διεθνείς εκδόσεις ομολόγων των εισηγμένων εταιρειών της υψηλής κεφαλαιοποίησης του Χ.Α., κλείνοντας άλλη μια πηγή ρευστότητας.
Ειδικότερα, ο μέσος όρος του κόστους δανεισμού για εταιρικά ομόλογα συνολικού ύψους 4,375 δισ. ευρώ, που είχαν εκδοθεί στις διεθνείς αγορές από 9 εισηγμένες του FTSE 25 την περίοδο Απριλίου - Ιουλίου 2014, διαμορφώθηκε στο 15,342%. Ο ίδιος μέσος όρος δανεισμού στις 26 Ιανουαρίου 2015 (μία μέρα μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ) είχε διαμορφωθεί στο 9,05%, ενώ στις 10 Ιουλίου 2014 ήταν μόλις 4,716%. Αυτή η εκτίναξη των αποδόσεων σε ιστορικά αρνητικά επίπεδα αποτυπώνει το δημοσιονομικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η Ελλάδα. Την ίδια ώρα, τα επίπεδα του 5ετούς ασφαλίστρου κινδύνου έναντι χρεοκοπίας της χώρας (CDS) «θεωρούν» σχεδόν βέβαιη μια πτώχευση της χώρας, καθώς έχουν ξεπεράσει τις 3.500 μονάδες από περίπου 1.000 μονάδες που ήταν στις αρχές του έτους.
Πρακτικά, οι εισηγμένες όχι μόνο έχουν αποκλειστεί από μελλοντικές εκδόσεις, αλλά ο χρόνος αποκλιμάκωσης των αποδόσεων θα είναι μακρόβιος και πάντα σε συνδυασμό με τη δημοσιονομική λύση που θα δοθεί για την Ελλάδα.
Στο μεταξύ, οι καλές και δυναμικές εισηγμένες εταιρείες ως μέσο άμυνας είτε έχουν προσεγγίσει ξένες τράπεζες μέσω θυγατρικών τους, για να εξασφαλίσουν τον πολυπόθητο δανεισμό, είτε έχουν μεταφέρει την έδρα τους στο εξωτερικό, προκειμένου να διαπραγματευθούν τη συνέχιση του τραπεζικού δανεισμού τους με καλύτερους όρους ή την έκδοση εταιρικών ομολόγων με επιτόκια σημαντικά χαμηλότερα απ’ αυτά που θα έβγαζαν στην Ελλάδα.
Το μεγάλο όπλο των ελληνικών εταιρειών, αυτή την περίοδο, είναι η σταδιακή ανάκαμψη των ετήσιων αποτελεσμάτων τους και ιδιαίτερα της κερδοφορίας, όπως αποτυπώθηκε στα αποτελέσματα του 2014. Ωστόσο, οι δυσχέρειες στην έκδοση εταιρικών ομολόγων και η μετάθεση των σχεδίων τους για το β΄ εξάμηνο του 2015 επηρεάζει και τις αξιολογήσεις των εταιρικών ομολόγων από τους ξένους οίκους αξιολόγησης όχι μόνο για τις εισηγμένες εταιρείες αλλά και για τις ελληνικές τράπεζες.
Ετσι, ενώ θεωρητικά μια μέση ελληνική εισηγμένη επιχείρηση υψηλής κεφαλαιοποίησης θα μπορούσε, αρχές Οκτωβρίου 2014, να δανειστεί με επιτόκια (κουπόνια) από 3% - 3,5%, σήμερα το κόστος δανεισμού έχει εκτοξευτεί πάνω από το 11% και μαζί με τις premium risk καλύψεις και τα διάφορα έξοδα να αγγίζει το 12% και 13%, που καθιστά απαγορευτική μια τέτοια επενδυτική κίνηση.
Οι μόνες εισηγμένες επιχειρήσεις που θεωρητικά μπορούν να πετύχουν καλύτερα επιτόκια δανεισμού είναι όσες έχουν υψηλό δείκτη εξωστρέφειας (πάνω από το 60%-70% του κύκλου εργασιών εξάγεται).