Η μάχη αναμένεται να είναι σκληρή καθώς αναζητείται δημοσιονομικός χώρος 6 δισ. ευρώ για την υλοποίηση των προεκλογικών δεσμεύσεων για μειώσεις φόρων στα νοικοκυριά, στις επιχειρήσεις και στα ακίνητα.
Με τη μείωση του ΕΝΦΙΑ 22% μεσοσταθμικά φέτος και τις αλλαγές-βελτιώσεις στη ρύθμιση των 120 δόσεων για τα φυσικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις που θα έρθουν στη Βουλή εντός της εβδομάδας με το πρώτο φορολογικό νομοσχέδιο, η κυβέρνηση έδωσε τα πρώτα δείγματα γραφής.
Με τα μέτρα που ανακοίνωσε στη Βουλή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, η κυβέρνηση χρειάζεται έξτρα δημοσιονομικό χώρο 200 εκατ. ευρώ για φέτος, ενώ το ποσό μπορεί να ανέβει ακόμη και στο 1,2 δισ. ευρώ για το 2020.
Η έκπτωση του ΕΝΦΙΑ είναι το μέτρο με δημοσιονομικό κόστος που επιβαρύνει τον φετινό προϋπολογισμό. Η μείωση του φορολογικού συντελεστή στις επιχειρήσεις από το 28% στο 24% και η μείωση του φόρου στα μερίσματα από 10% σε 5% θα έχει αντίκτυπο στον προϋπολογισμό του 2020.
Στον φετινό προϋπολογισμό, έχει ήδη προβλεφθεί δημοσιονομικό κόστος 265 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχεί στη μεσοσταθμική μείωση 10% που είχε ψηφίσει η προηγούμενη κυβέρνηση. Τώρα το ποσοστό μείωσης ανεβαίνει στο 22%, οπότε και το δημοσιονομικό κόστος διαμορφώνεται στα 465 εκατ. ευρώ.
Η διαφορά μπορεί να μην είναι μεγάλη, αλλά τόσο οι θεσμοί όσο και η Τράπεζα της Ελλάδoς επιμένουν ότι φέτος όχι μόνο δεν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος, αλλά προβλέπεται και δημοσιονομικό κενό.
Αστάθμητος παράγοντας είναι και η ρύθμιση των 120 δόσεων. Με την ένταξη των επιχειρήσεων στις 120 δόσεις αλλά και τη βελτίωση των κριτηρίων για τα φυσικά πρόσωπα μένει να φανεί αν οι 120 δόσεις θα φέρουν και περισσότερα χρήματα στα κρατικά ταμεία, όταν η Κομισιόν βλέπει ότι η ρύθμιση ανοίγει δημοσιονομική τρύπα που μπορεί να φθάσει φέτος και το 1 δισ. ευρώ.
Κυβέρνηση και δανειστές δίνουν ραντεβού τον Σεπτέμβρη, με φρέσκα στοιχεία για τα έσοδα αλλά κυρίως για την ανάπτυξη, που είναι και ο μεγάλος «άγνωστος Χ» για τους θεσμούς. Το μήνυμα που έχουν στείλει στην Αθήνα είναι ότι «καλές οι φοροελαφρύνσεις αλλά πρέπει να έχουμε απάντηση στο ποιος τις πληρώνει ενώ πρέπει να βγαίνουν τα νούμερα». Είναι σαφές πως άμεση προτεραιότητα για τους θεσμούς είναι η ταχύτητα εκπλήρωσης των προαπαιτούμενων στο κρίσιμο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, με μεγάλο ερώτημα ποια είναι πραγματικά η δυναμική επιτάχυνσης της ανάπτυξης τους επόμενους μήνες, οπότε η Αθήνα θέλει να ξεκινήσει η κουβέντα για τη μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Η κυβέρνηση άφησε το δεύτερο νομοσχέδιο με το μεγάλο πακέτο των μειώσεων φόρων στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις τον Σεπτέμβριο, με την οριστικοποίηση του νέου προϋπολογισμού. Είναι πλέον ξεκάθαρο άλλωστε, από τις επαφές των τελευταίων ημερών, πως μέτρα τα οποία έχουν βαρύ δημοσιονομικό κόστος δεν μπορεί να κλειδώσουν, εάν δεν κλειδώσει ο προϋπολογισμός του 2020 και δεν επέλθει συμφωνία με τους πιστωτές πως απορροφάται ο κίνδυνος δημοσιονομικού κενού για τη διετία 2019-2020.
Οι δανειστές θα επιστρέψουν στην Αθήνα μετά το Eurogroup της 13ης Σεπτεμβρίου για την τέταρτη έκθεση της μεταμνημονιακής εποπτείας και στο τραπέζι των συζητήσεων θα ανοίξουν όλα τα θέματα, από το αφορολόγητο, τις μειώσεις φορολογικών συντελεστών, μέχρι και το δημοσιονομικό κενό που βλέπει η Κομισιόν φέτος από το προεκλογικό πακέτο παροχών της προηγούμενης κυβέρνησης.