Η εμπιστοσύνη στα ελληνικά ομόλογα είναι πλέον η μεγαλύτερη των τελευταίων 10 χρόνων. Τα οικονομικά στοιχεία που συγκεντρώθηκαν τον Σεπτέμβριο δείχνουν 1,9% ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στο δεύτερο τρίμηνο του 2019, κάτι που είναι μάλλον θετικό υπό το πρίσμα της απειλητικής ύφεσης στη Γερμανία και άλλων μεγάλων οικονομιών της ΕΕ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της xPartners, στο τρίτο τρίμηνο του έτους, το ποσοστό ανάπτυξης θα αυξηθεί περαιτέρω λόγω της νέας εισροής κεφαλαίου.
Το ξένο κεφάλαιο βοηθά την ελληνική οικονομία, αλλά ανησυχεί επίσης μερικούς δυτικούς ηγέτες, καθώς οι μεγαλύτερες επενδύσεις θα προέρχονται από τη Ρωσία και την Κίνα. Η ίδρυση υποκαταστήματος της Τράπεζας της Κίνας στην Ελλάδα είναι ήδη καθοδόν. Πέρυσι, η κινεζική κρατική εταιρεία COSCO ολοκλήρωσε την εξαγορά μεριδίου 51% στο λιμάνι του Πειραιά, ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της Ευρώπης.
Παρά την ύπαρξη ορισμένων προβλημάτων, η Κίνα εξακολουθεί να προχωράει με το φιλόδοξο σχέδιο της πρωτοβουλίας "Belt and Road", που ονομάζεται και Νέος Δρόμος του Μεταξιού, και που έχει ως στόχο να φέρει την Κίνα εγγύτερα στους διεθνείς εταίρους, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης. Η Ελλάδα θεωρείται σημείο εισόδου στην Ευρώπη μέσω του λιμανιού του Πειραιά. Το εκτιμώμενο κόστος αυτού του έργου αγγίζει το απίστευτο ποσό των $26 τρισεκατομμυρίων και η Κίνα έχει ήδη υποσχεθεί $1 τρισεκατομμύριο.
Ομοίως με την ελληνική ανάπτυξη, και η αγορά ακινήτων βρίσκεται σε ανάκαμψη. Η Ελλάδα, μεταξύ άλλων, αποτελεί μια προσιτή λύση για μόνιμη κατοικία στην Ευρώπη για την ενθάρρυνση των επενδύσεων. Μια επένδυση του ύψους των 250.000 USD σε ακίνητα είναι επαρκής για την αγορά μίας μόνιμης κατοικία, η οποία είναι η χαμηλότερη στην Ευρώπη. Τα κίνητρα αυτά αυξάνουν το ενδιαφέρον για τις επενδύσεις μη ευρωπαίων επενδυτών, το οποίο είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται αυτή τη στιγμή η Ελλάδα από οικονομική σκοπιά.
Η Ελλάδα έχει βάλει τέλος στα capital controls. Αυτό μπορεί να σημαίνει επιστροφή στη σταθερότητα. Οι ενδείξεις αυτές οδηγούν σε αύξηση της επενδυτικής δραστηριότητας στην Ελλάδα. Οι επενδυτικές δραστηριότητες του εξωτερικού κεφαλαίου θα μπορούσαν να βοηθήσουν τη χώρα να βγει από μια οικονομική ύφεση που είναι ορατή την τελευταία δεκαετία. Ως αποτέλεσμα, ακόμη και τώρα, η Ελλάδα έχει το 2ο υψηλότερο εθνικό χρέος προς το ΑΕΠ.
Tο κατά κεφαλήν ελληνικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν αυξήθηκε με εντυπωσιακό ρυθμό μεταξύ 2000 – 2008. Η ελληνική οικονομία είχε υψηλότερους ρυθμούς από τη γερμανική οικονομία και μόνο νέες δημοκρατίες, όπως η Τσεχία, θα μπορούσαν να συμβαδίσουν. Αλλά τότε η οικονομική κρίση έπληξε τον κόσμο και οι Έλληνες ήταν από τους μεγαλύτερους πληγέντες. Το 2018, 10 χρόνια μετά την ύφεση, η Ελλάδα έχει περίπου το ίδιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με την Τσεχία, η οποία ήταν, όπως μπορούμε να δούμε στο διάγραμμα 1, από οικονομική άποψη μίλια πίσω από την Ελλάδα το 2000. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Γερμανίας είναι πλέον διπλάσιο. Η διαφορά μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερη στη σύγχρονη ιστορία.
Η άρση των capital controls μπορεί τώρα να συμβολίζει την αλλαγή του ανέμου και μια νέα δύναμη που θα ξεκινήσει την ελληνική οικονομία αναπηδά πάνω από το χάσμα από τους πλουσιότερους αλλά πλέον στάσιμους παίκτες στην Ευρώπη.