Οι τιμές των τραπεζικών μετοχών αντικατοπτρίζουν την οικονομία. Η πτώση πάνω από 23% του Euro STOXX Banks Index από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία πριν από δύο εβδομάδες είναι επομένως δυσοίωνη. Οι επενδυτές σε τράπεζες όπως η BNP Paribas, η UniCredit και η Deutsche Bank προετοιμάζονται για ένα νέο κύμα επισφαλών χρεών σε ολόκληρη την ήπειρο, αναφέρει σχόλιο στο Reuters.
Το πρόσφατο ξεπούλημα υπερβαίνει τις άμεσες συνέπειες του πολέμου. Πάρτε για παράδειγμα τη Société Générale. Σε ένα χειρότερο σενάριο, ο διευθύνων σύμβουλος Frédéric Oudéa θα έπρεπε να διαγράψει τα ίδια κεφάλαια στη ρωσική θυγατρική της γαλλικής τράπεζας και να απορροφήσει ζημίες από διασυνοριακά δάνεια.
Αυτό θα εξαφάνιζε το 9% της λογιστικής αξίας της SocGen, σύμφωνα με τους αναλυτές της Berenberg. Όμως οι μετοχές της έχουν υποχωρήσει 32% από την ημέρα που ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έστειλε τανκς πέρα από τα σύνορα.
Η Deutsche Bank και η BNP, οι οποίες έχουν αμελητέα έκθεση στη Ρωσία, έχουν χάσει το ένα τέταρτο και το ένα πέμπτο της χρηματιστηριακής αξίας τους, αντίστοιχα.
Οι προσδοκίες των επιτοκίων παίζουν ρόλο. Πριν από τον πόλεμο, οι τιμές της αγοράς χρήματος υποδήλωναν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα ωθούσε τα επιτόκια υψηλότερα μέχρι 40 μονάδες βάσης το 2022.
Από τη Δευτέρα, οι επενδυτές τιμολογούν στο μισό αυτό το ενδεχόμενο. Αυτό αναβάλλει ένα εν δυνάμει όφελος για τις τράπεζες, των οποίων τα περιθώρια κέρδους από τα δάνεια αβγατίζουν καθώς αυξάνονται τα επιτόκια.
Ωστόσο, η πίεση στην τιμή των τραπεζικών μετοχών στην Ευρώπη ξεπερνά κάθε πρόβλεψη. Οι προσδοκίες για τα επιτόκια τώρα έχουν επιστρέψει περίπου εκεί που ήταν στις αρχές Φεβρουαρίου, αλλά ο δείκτης Euro STOXX Banks είναι κατά 1/4 χαμηλότερα από ό,τι ήταν τότε.
Η Deutsche Bank και η BNP τελούν υπό διαπραγμάτευση στο ένα τρίτο και το μισό των προσδοκόμενων λογιστικών αξιών, αντίστοιχα, σύμφωνα με τη Refinitiv Datastream.
Αυτή η αποτίμηση είναι στα επίπεδα Δεκεμβρίου του 2020, όταν η Ευρώπη βρισκόταν στη μέση ενός δεύτερου κύματος κορωνοϊού.
Η άνοδος των τιμών της ενέργειας, που μειώνει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και αυξάνει το κόστος των επιχειρήσεων, είναι το κύριο μέλημα. Ένας συνδυασμός στάσιμης οικονομικής ανάπτυξης και αυξανόμενου πληθωρισμού θα ήταν τοξικός για τις τράπεζες, αυτός είναι ο αποκαλούμενος κίνδυνος του στασιμοπληθωρισμού.
Τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα δανείζονται λιγότερο, εξαλείφοντας μέρος του οφέλους από τα υψηλότερα περιθώρια δανεισμού, ενώ περισσότεροι υφιστάμενοι δανειολήπτες θα δυσκολεύονται να συνεχίσουν να αποπληρώνουν στεγαστικά δάνεια, χρέη πιστωτικών καρτών και δάνεια για μικρές επιχειρήσεις.
Λίγα μπορούν να κάνουν οι επικεφαλής τραπεζών για τη σύγκρουση στην Ουκρανία. Αλλά μπορούν να επανεξετάσουν τις στρατηγικές τους. Η BNP, η Nordea, η UniCredit και άλλες αποκάλυψαν πρόσφατα νέους στόχους που βασίζονται στην αύξηση των εσόδων.
Αυτό φαίνεται δύσκολο σε έναν στασιμοπληθωριστικό κόσμο. Οι περικοπές κόστους και πιθανώς οι συγχωνεύσεις θα επανέλθουν στο προσκήνιο. Οι διευθύνοντες σύμβουλοι ευρωπαϊκών τραπεζών θα πρέπει να ακονίσουν ξανά τα τσεκούρια τους.