Την προοδευτική αύξηση του ακατάσχετου λογαριασμού για φορολογούμενους με ληξιπρόθεσμα χρέη, οι οποίοι έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους και είναι συνεπείς στην εξυπηρέτησή τους, σχεδιάζει να ενεργοποιήσει το 2023 η ΑΑΔΕ. Η σχετική διάταξη έχει ψηφιστεί από τον Μάιο του 2019 αλλά «έμεινε στα χαρτιά» και στόχος είναι να τεθεί το συντομότερο δυνατό σε εφαρμογή. Επρόκειτο να εφαρμοστεί τον Φεβρουάριο του 2020, αλλά η πανδημία ανέστειλε το μέτρο.
Σύμφωνα με την πρόβλεψη της ρύθμισης, εφόσον ένας οφειλέτης ενταχθεί στην πάγια ρύθμιση οφειλών και εξυπηρετεί τις υποχρεώσεις του, τότε θα αποδεσμεύεται κάθε μήνα σημαντικό τμήμα από το λογαριασμό του. Το σημερινό όριο των 1.250 ευρώ αναμένεται να αυξηθεί, ενώ το νέο όριο θα προσαυξάνεται κατά το άθροισμα των ποσών των δύο τελευταίων μηνιαίων δόσεων που εξοφλήθηκαν, αφού πολλαπλασιαστεί με συγκεκριμένους συντελεστές.
Το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι με την ενεργοποίηση αυτού του μέτρου θα δοθεί ένα μπόνους στους συνεπείς, ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, ενώ ταυτόχρονα θα έχουν ένα επιπλέον κίνητρο να συνεχίσουν να πληρώνουν κανονικά τις δόσεις τους προς την εφορία, ενισχύοντας το δημόσιο ταμείο.
Επιπλέον, παρέχεται η δυνατότητα σε εταιρείες και λοιπά νομικά πρόσωπα με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο να επιτύχουν αρχικά τον περιορισμό και τελικά την πλήρη άρση των κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους, εφόσον ρυθμίσουν τις οφειλές τους και αποπληρώνουν με συνέπεια τις δόσεις των ρυθμίσεων.
Σε περίπτωση ύπαρξης κοινού λογαριασμού, το ακατάσχετο όριο των 1.250 ευρώ ισχύει για τον καθένα από τους συνδικαιούχους, μόνο αν και οι δύο έχουν δηλώσει τον ίδιο λογαριασμό ως ακατάσχετο.
Ο προοδευτικά ακατάσχετος λογαριασμός θα «χτίζεται» ως εξής:
Ο φορολογούμενος με δεσμευμένο τραπεζικό λογαριασμό αφού υπαχθεί σε ρύθμιση θα πρέπει να πληρώσει δύο δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών του για να μπορεί τον τρίτο μήνα να ζητήσει αύξηση του ακατάσχετου ορίου.
Ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των δόσεων ρυθμίσεων του μήνα. Στο ποσό αυτό εφαρμόζεται ο πρώτος συντελεστής 3, ο οποίος δίνει το νέο ύψος του ακατάσχετου λογαριασμού. Για παράδειγμα, εάν η μηνιαία δόση ανέρχεται σε 500 ευρώ, με την έναρξη της νέας διαδικασίας ο οφειλέτης θα κερδίζει ακατάσχετο όριο 1.500 ευρώ (500x3) από 1.250 ευρώ που ισχύει για όλους.
Αν η δόση ή οι δόσεις στον βαθμό που εξυπηρετούνται παράλληλα περισσότερες από μία ρυθμίσεις που μετρά ως βάση αναφοράς είναι για παράδειγμα 50 ευρώ, με την εφαρμογή συντελεστή 3, οδηγεί σε αποτέλεσμα 150 ευρώ. Επειδή το ποσό υπολείπεται των 1.250 ευρώ του ακατάσχετου, δεν προστίθεται αλλά παραμένει αμετάβλητο το ακατάσχετο όριο των 1.250 ευρώ.
Με την πάροδο των μηνών, όσο η ρύθμιση συνεχίζει να τηρείται, ο συντελεστής αυξάνεται. Για παράδειγμα, φορολογούμενος ο οποίος έχει ρυθμίσει τις οφειλές του με την πάγια ρύθμιση των 24 δόσεων, εξοφλώντας 5 δόσεις των 500 ευρώ μπορεί να «κερδίσει» συντελεστή 3,8 αυξάνοντας τον ακατάσχετο λογαριασμό στα 1.900 ευρώ (500x3,8). Οσο μικρότερος είναι ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων που επιλέγονται για τη ρύθμιση της οφειλής, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αύξηση του ακατάσχετου ορίου.
Οσο μικραίνει το ποσό της οφειλής και πλησιάζει η πλήρης εξόφληση, το ακατάσχετο όριο θα φτάνει στο ανώτατο ύψος με την εφαρμογή του μέγιστου συντελεστή 4,5, πράγμα που σημαίνει ότι ο λογαριασμός θα ξεμπλοκάρεται πλήρως.
Ανάλογα με το πλήθος των δόσεων (πάγια ρύθμιση, ρύθμιση 120 δόσεων), το «βήμα» για την αύξηση του πολλαπλασιαστή ο οποίος θα οδηγεί στο ακατάσχετο θα ποικίλλει.
Τα όρια του ακατάσχετου καθορίζονται κάθε μήνα και ισχύουν για έναν μήνα.
Αν ο φορολογούμενος χάσει τη ρύθμιση οφειλών εξαιτίας μη καταβολής δύο συνεχόμενων δόσεων, χάνει το αυξημένο ακατάσχετο, αλλά και το δικαίωμα να το διεκδικήσει εκ νέου.