Σε αναζήτηση νομικής φόρμουλας, ώστε να ανακάμψει και πάλι η εκτός σχεδίου δόμηση βρίσκεται το υπουργείο Περιβάλλοντος. «Αναζητούμε τη δικαιότερη και ασφαλέστερη μεταβατική λύση, μέχρι την ολοκλήρωση του πολεοδομικού σχεδιασμού», λέει στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» ο αρμόδιος υφυπουργός Περιβάλλοντος, Νίκος Ταγαράς.
Οπως εξηγεί, οι άξονες που διερευνώνται είναι δύο: η κύρωση –με κάποια κριτήρια– ως «κοινόχρηστου» του οδικού δικτύου που υπήρχε το 1977 βάσει αεροφωτογραφιών (ώστε να διευρυνθεί η δυνατότητα δόμησης με βάση «πρόσωπο» σε κοινόχρηστη οδό). Και να συνδεθεί η «ηλικία» του οικοπέδου με το δικαίωμα δόμησης εκτός σχεδίου, με το να επιτραπεί η δόμηση στα οικόπεδα χωρίς «πρόσωπο» που «δημιουργήθηκαν» πριν από το 2003. Σε κάθε περίπτωση, η όποια ρύθμιση θα πρέπει πρώτα να λάβει την έγκριση του Μεγάρου Μαξίμου, που το προηγούμενο διάστημα δεν έδειξε δεκτικό απέναντι στις επεκτατικές προτάσεις του τεχνικού κόσμου.
«Την περίοδο αυτή προσπαθούμε να διαμορφώσουμε μια νομοθετική ρύθμιση, η οποία να μην αποκλίνει από τη φιλοσοφία των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς κατά την άποψή μας αυτή τη στιγμή υπάρχει πρόβλημα», λέει ο κ. Ταγαράς. «Κατ’ αρχάς, η έννοια της κοινόχρηστης οδού (σ.σ. η νομοθεσία απαιτεί το οικόπεδο να έχει συγκεκριμένο «πρόσωπο» σε κοινόχρηστη οδό για να χτιστεί σε εκτός σχεδίου περιοχές) εκλαμβάνεται διαφορετικά πολεοδομικά και διαφορετικά νομικά. Ουσιαστικά, όμως, νομίμως υφιστάμενοι θεωρούνται οι δρόμοι που προϋφίσταντο του 1923, δηλαδή οι παλιοί αγροτικοί δρόμοι. Ομως, την περίοδο εκείνη ούτε αεροφωτογραφίες υπήρχαν για το σύνολο του ελλαδικού χώρου, ούτε συμβόλαια που να τους αναφέρουν ρητά. Επιπλέον, έχουν περάσει 100 χρόνια από τότε, στα οποία οι δήμοι δημιούργησαν δρόμους, από εκεί πέρασαν δίκτυα, φωτισμός κ.ά. Η σκέψη μας λοιπόν είναι η έννοια του κοινόχρηστου να αναχθεί στο 1977, ένα έτος αναφοράς για πολλούς νόμους. Για το έτος αυτό υπάρχουν αεροφωτογραφίες ώστε να κρίνουμε τι ήταν τότε εν τοις πράγμασι κοινόχρηστος δρόμος (όχι μονοπάτια) και με βάση κάποια κριτήρια να θεωρήσουμε τους δρόμους αυτούς κοινόχρηστους, πάντα μεταβατικά, μέχρι να ολοκληρωθεί ο πολεοδομικός σχεδιασμός».
Το δεύτερο σημείο που διερευνάται αφορά την «ηλικία» του οικοπέδου, δηλαδή αν ήταν πάντα έτσι ή προέκυψε κάποια χρονική στιγμή από κατατμήσεις μεγαλύτερης έκτασης. «Η νομοθεσία σήμερα δεν επιτρέπει να οικοδομούνται οικόπεδα που προήλθαν από κατάτμηση και είχαν “πρόσωπο” ή πήραν με δουλεία διόδου μετά το 2003. Αυτό που εξετάζουμε είναι αν θα επιτρέψουμε να χτίζονται χωρίς “πρόσωπο” οικόπεδα που “δημιουργήθηκαν” παλαιότερα, λ.χ. πριν από το 1985 ή πριν από το 2003. Είναι και ένα ζήτημα που τέθηκε στις πρόσφατες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας».
Ερωτώμενος πόθεν προκύπτει το συμπέρασμα αυτό, καθώς στις αποφάσεις του ΣτΕ δεν γίνεται λόγος για την ηλικία «δημιουργίας» του οικοπέδου, αλλά για την ημερομηνία της έναρξης εφαρμογής της νέας νομοθεσίας, ο κ. Ταγαράς εκτιμά ότι η διάκριση με βάση την ηλικία του οικοπέδου είναι απαραίτητη. «Ο χρόνος δημιουργίας του οικοπέδου μάς ενδιαφέρει γιατί αντανακλά την αρτιότητα και την οικοδομησιμότητα. Αρα κατ’ επέκταση έχει σχέση με την ασφάλεια δικαίου και την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση, η ρύθμιση που θα προτείνουμε θα είναι μεταβατική και θα πρέπει να αξιολογηθεί, όχι μόνο νομικά, αλλά και πολιτικά σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο».
Πόσο ασφαλές είναι όμως να διευρύνεις το δικαίωμα στην εκτός σχεδίου δόμηση, τη στιγμή που υπάρχει τεράστια πίεση από το real estate, ειδικά στα νησιά; Δεν είναι δεδομένο ότι θα οδηγήσει σε ένα νέο κύμα τσιμεντοποίησης της υπαίθρου, που θα δημιουργήσει τετελεσμένα; «Ναι, είναι αλήθεια ότι το αποτύπωμα της δόμησης είναι μόνιμο. Από την άλλη πλευρά, πόσο σωστό είναι να σταματήσει εντελώς η δόμηση εκτός σχεδίου, ειδικά όταν υπάρχει τόσο έντονο αναπτυξιακό ενδιαφέρον; Εγώ διαφωνώ με τις ρυθμίσεις “ξαφνικού θανάτου”, θέλω τη δικαιότερη και ασφαλέστερη λύση μεταβατικά, μέχρι να τελειώσει ο πολεοδομικός σχεδιασμός».
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ