Σε ανοδική τροχιά κινήθηκε η ελληνική οικονοµία το 2023, καθώς το ΑΕΠ της 1 χώρας αυξήθηκε (σε όρους όγκου) κατά 2,0% έναντι του προηγούµενου έτους . Ωστόσο, ο ρυθµός ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ το 2023 µειώθηκε σε σχέση µε το 2 2022 (+5,6% ), γεγονός που οφείλεται εν πολλοίς στις έντονες πληθωριστικές πιέσεις και την ενεργειακή κρίση που, µολονότι από το 2023 βρίσκονται σε φάση αποκλιµάκωσης, ωστόσο αποδυνάµωσαν τη δυναµική της ελληνικής οικονοµίας, επιβραδύνοντας τον ρυθµό ανάπτυξής της. Στους παραπάνω ανασταλτικούς παράγοντες ανάπτυξης προστίθεται και η αύξηση του κόστους δανεισµού, µε τα 3 επιτόκια των νέων δανείων να ανέρχονται στο 6,06% τον Δεκέµβριο του 2023, έναντι 5,06% τον Δεκέµβριο του 2022 και 3,76% τον αντίστοιχο µήνα του 2021. Παρ' όλα αυτά, αξίζει να σηµειωθεί πως ο ρυθµός ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ (2,0%) είναι υψηλότερος από τον αντίστοιχο µέσο όρο αύξησης των χωρών της Ε.Ε.
Εξετάζοντας διαχρονικά την αγορά εργασίας στη χώρα µας, διαπιστώνεται ότι η παρατεταµένη οικονοµική κρίση την προηγούµενη δεκαετία επέφερε κλυδωνισµούς και στην αγορά εργασίας, η οποία επλήγη σε µεγάλο βαθµό, µε τα ποσοστά ανεργίας να εκτινάσσονται σε υψηλά επίπεδα. Ωστόσο, από το 2014 µέχρι και το 2019 σηµειώθηκε αύξηση της απασχόλησης, αναφέρεται στη μελέτη για την Απασχόληση και την Ανεργία στην Ελλάδα, πραγματοποίησε και φέτος η ICAP CRIF .
Η ξαφνική εµφάνιση της νόσου Covid-19 σε παγκόσµιο επίπεδο και η εξάπλωσή της στη χώρα µας, από τον Μάρτιο του 2020, µετέβαλαν ξανά τα δεδοµένα και ανέτρεψαν τη θετική πορεία των προηγουµένων ετών, καθώς η απασχόληση κατέγραψε µείωση. Ωστόσο, η σταδιακή άρση των περιοριστικών µέτρων από τον Μάιο του 2021, οδήγησε στην εν γένει βελτίωση του οικονοµικού περιβάλλοντος της χώρας, γεγονός το οποίο αποτυπώθηκε και στην αγορά εργασίας, µε την απασχόληση να καταγράφει συνεχώς αύξηση την τριετία 2021-2023.
Το ποσοστό ανεργίας παρουσιάζει συνεχή µείωση την τελευταία δεκαετία (2014- 2023). Χαρακτηριστικό είναι ότι η συνεχής καθοδική πορεία διατηρήθηκε και την περίοδο 2021-2022, µολονότι η οικονοµική δραστηριότητα της χώρας ήρθε αντιµέτωπη µε σηµαντικούς κλυδωνισµούς (ενεργειακή κρίση, αύξηση πληθωρισµού). Αξίζει να σηµειωθεί ότι το 2023 δεν παρατηρήθηκαν σηµαντικές διαφοροποιήσεις ούτε στο εργατικό δυναµικό (-13,5 χιλ.), αλλά ούτε και στον µη ενεργό πληθυσµό (+0,4 χιλ.) σε σχέση µε το 2022. Αντιθέτως, οι απασχολούµενοι σε απόλυτο µέγεθος αυξήθηκαν κατά 52,9 χιλ. Εποµένως, η µείωση της ανεργίας προήλθε, σε µεγάλο βαθµό, από την αύξηση της απασχόλησης, δεδοµένου ότι ο πληθυσµός εργάσιµης ηλικίας στην Ελληνική Επικράτεια παρέµεινε σχετικά σταθερός.
Εξελίξεις το 2023
Η ανοδική πορεία της απασχόλησης συνεχίστηκε και το 2023, για τρίτη διαδοχική χρονιά, µετά τη µείωση που κατέγραψε το 2020, εξαιτίας της πανδηµικής κρίσης, λόγω του κορονοϊού (Covid-19). Το 2022 η απασχόληση αυξήθηκε σηµαντικά κατά 5,4% σε σχέση µε το 2021, αφήνοντας οριστικά πίσω της τις επιπτώσεις των περιοριστικών µέτρων της προηγούµενης διετίας (2020-2021). Όσον αφορά στο 2023, η απασχόληση ενισχύθηκε περαιτέρω, αλλά µε σαφώς χαµηλότερο ρυθµό (1,3%). Όπως διαπιστώνεται από τα στοιχεία των τριµηνιαίων Ερευνών Εργατικού Δυναµικού της ΕΛ.ΣΤΑΤ. (Ελληνική Στατιστική Αρχή), κατά το Δ' τρίµηνο του 2023 η απασχόληση κατέγραψε αύξηση 1,2% σε ετήσια βάση (έναντι του Δ΄ τριµήνου του 2022), ενώ σε σχέση µε το αµέσως προηγούµενο τρίµηνο οι απασχολούµενοι µειώθηκαν κατά 1,7% (λόγω και της εποχικότητας στην απασχόληση – π.χ. στον τουρισµό). Ο αριθµόςτων απασχολουµένων στα τέλη του 2023 ανήλθε σε 4.183,1 χιλ. άτοµα (διάγραµµα 1). Ο µέσος αριθµός των απασχολουµένων αυξήθηκε κατά 1,3% το 2023 και διαµορφώθηκε σε 4.193,5 χιλ. άτοµα. Αναφορικά µε τη σύνθεση του εργατικού δυναµικού, οι απασχολούµενοι το Δ΄ τρίµηνο του 2023 αντιστοιχούν στο 46,3% του πληθυσµού εργάσιµης ηλικίας (πίνακας 1). Στα τέλη του 2023, από το σύνολο των απασχολούµενων οι άνδρεςκάλυψαν το 56,6%, ενώ οι γυναίκεςτο 43,4%
Επιπλέον, οι µισθωτοί καλύπτουν το 68,6% του συνόλου των απασχολουµένων, οι αυτοαπασχολούµενοι γενικά το 27,8%, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό αφορά σε µέλη οικογενειακών επιχειρήσεων (ως βοηθητικό προσωπικό). Αναφορικά µε τις µεταβολές βάσει του φύλου των απασχολουµένων, παρατηρείται ότι στις γυναίκες καταγράφηκε αύξηση της απασχόλησης και τα τέσσερα τρίµηνα του 2023 (σε σχέση µε τα αντίστοιχα τρίµηνα του 2022), µε µέσο ρυθµό 2,7%. Σηµαντικά χαµηλότερος ήταν ο ρυθµός αύξησης των απασχολουµένων στους άνδρες µεταξύ των τριµήνων 2022-2023, µε το 4ο τρίµηνο του 2023 µάλιστα να σηµειώνεται µείωση συγκριτικά µε το αντίστοιχο τρίµηνο του 2022.
Επίσης, από την έρευνα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. προκύπτει ότι η µερική απασχόληση κάλυψε το 7,5% της συνολικής το Δ' τρίµηνο του 2023, έναντι 8,1% το Δ' τρίµηνο του 2022, 9,1% το Δ' τρίµηνο του 2021 και 7,8% το 2020. Παράλληλα, εάν εστιάσουµε µόνο στις νέες προσλήψεις(βάσει στοιχείων του πληροφοριακού συστήµατος ΕΡΓΑΝΗ), προκύπτει ότι κατά το 2023 το 48,6% των νέων προσλήψεων αφορά σε συµβάσεις µερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, ενώ οι προσλήψεις µισθωτών µε σχέση πλήρους απασχόλησης καλύπτουν το 51,4% του συνόλου. Η ίδια πηγή αναφέρει επίσης ότι το ετήσιο ισοζύγιο των ροών µισθωτής απασχόλησης (προσλήψεις-αποχωρήσεις) ήταν θετικό για το 2023, µε 116,6 χιλ. νέες θέσεις εργασίας, σηµαντικά υψηλότερο έναντι του αντίστοιχου ισοζυγίου του έτους 2022, σχεδόν κατά 43,8 χιλ. θέσεις εργασίας.
Το ποσοστό των προσωρινά απασχολουµένων (ως προς το σύνολο των µισθωτών) το Γ' τρίµηνο του 2019 ήταν 14,0% (το υψηλότερο ποσοστό της τελευταίας πενταετίας), το Γ' τρίµηνο του 2020 µειώθηκε σε 10,5%, το Γ' τρίµηνο του 2021 αυξήθηκε στο 11,8%, το Γ' τρίµηνο του 2022 διαµορφώθηκε σε 11,7%, το Γ' τρίµηνο του 2023 κινήθηκε σε αντίστοιχα επίπεδα (11,8%) για να περιοριστεί σε 10,7% στα τέλη του έτους (διάγραµµα 5). Η προσωρινή εργασία παρουσιάζει έντονη εποχικότητα, µε σηµαντική αύξησή της το δεύτερο και τρίτο τρίµηνο κάθε έτους, προφανώς λόγω αυξηµένης ζήτησης από τον ευρύτερο κλάδο του τουρισµού. Το 2023 το µέσο ποσοστό της προσωρινής απασχόλησης ενισχύθηκε ελαφρώς και διαµορφώθηκε σε 10,8%, έναντι 10,1% το προηγούµενο έτος. Εξετάζοντας τις µεταβολές της απασχόλησης ανά µορφωτικό επίπεδο, επιβεβαιώνεται ότι σε περιόδους οικονοµικής κρίσης, γενικότερα, πλήττονται οι εργαζόµενοι χαµηλού µορφωτικού επιπέδου. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η µόνη κατηγορία που κατέγραψε συνεχή πτώση την περίοδο 2011-2020 (µόνο το Δ' τρίµηνο του 2018 παρουσίασε ελαφρά αύξηση) ήταν οι εργαζόµενοι µε απολυτήριο Δηµοτικού. Ωστόσο, την τελευταία τριετία 2021-2023 η εν λόγω κατηγορία παρουσιάζει αυξοµειώσεις στα επίπεδα απασχόλησης µεταξύ των τριµήνων. Ειδικότερα, αξίζει να σηµειωθεί ότι κατά το Δ' τρίµηνο του 2023 η απασχόληση εµφανίζει σηµαντική αύξηση στις πιο χαµηλές κατηγορίες εκπαίδευσης (άτοµα µε πτυχίο Ανώτερης Τεχνικής Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης, Απόφοιτοι Λυκείου, Απολυτήριο 3-τάξιας Μέσης Εκπαίδευσης). Από την άλλη πλευρά, µείωση της απασχόλησης παρατηρήθηκε στους κατόχους Διδακτορικού ή Μεταπτυχιακού τίτλου, συγκρίνοντας το τελευταίο τρίµηνο του 2023 µε αυτό του 2022.
Τέλος, αναφορικά µε τις µεταβολές της απασχόλησης σε κλαδικό επίπεδο, τις σηµαντικότερες αυξήσεις κατά τη διάρκεια του έτους (2023) παρουσίασαν ορισµένοι κλάδοι του Τριτογενούς τοµέα. Με βάση τα δεδοµένα ολόκληρου του 2023 (µέσος όρος 4 τριµήνων) εντονότερη µείωση καταγράφεται στον κλάδο “Χονδρικό και λιανικό εµπόριο, επισκευή µηχανοκίνητων οχηµάτων και µοτοσικλετών” (κατά 22,5 χιλ. άτοµα). Εάν εξαιρεθεί το Α' τρίµηνο από τον µέσο όρο του 2023, προκύπτει µείωση στην απασχόληση του εν λόγω κλάδου κατά 12,3 χιλ. άτοµα (τα επόµενα τρία τρίµηνα). Παράλληλα, αξιόλογη µείωση καταγράφεται στην “Εκπαίδευση” (κατά 14,8 χιλ. άτοµα), καθώς και στις “Τέχνες, διασκέδαση και ψυχαγωγία” (-11,5 χιλ. άτοµα). Αξιόλογη άνοδος στην απασχόληση καταγράφεται στον τοµέα “Δραστηριότητες ανθρώπινης υγείας και κοινωνικής µέριµνας” (+21,6 χιλ. άτοµα κατά µέσο όρο του έτους 2023), στη “Μεταφορά και αποθήκευση” (+20,2 χιλ. άτοµα), καθώς επίσης και στον κλάδο “Κατασκευές” (+17,2 χιλ. άτοµα). Πληροφοριακά αναφέρεται ότι σηµαντική αύξηση της απασχόλησης παρουσίαζε τα προηγούµενα χρόνια (προ πανδηµίας) ο κλάδος “Δραστηριότητες υπηρεσιών παροχής καταλύµατος και εστίασης”. Ο συγκεκριµένος κλάδος κατέγραφε από τις υψηλότερες αυξήσεις από το 2014 και µετά, γεγονός που συνδέεται και µε την εντυπωσιακή άνοδο της τουριστικής κίνησης προς τη χώρα µας µέχρι και το 2019. Επίσης, αξίζει να σηµειωθεί ότι το 2023, στο σύνολο της αγοράς εργασίας, 10 από τους συνολικά 21 ευρύτερους κλάδους της οικονοµίας παρουσίασαν αύξηση της απασχόλησης το Δ' τρίµηνο του 2023, αριθµός ωστόσο µειωµένος από τον αντίστοιχο του 2022, όπου ο αριθµός των κλάδων που εµφάνισαν αύξηση ήταν 15.
ΔΗΛΩΣΗ Νικήτα Κωνσταντέλλου, Προέδρου & Διευθύνοντος Συμβούλου του ομίλου ICAP CRIF,
«Το 2023 αποτέλεσε ακόμα μία θετική χρονιά για την αγορά εργασίας, η οποία κατέγραψε εκ νέου αύξηση της απασχόλησης, συνεχίζοντας την ανοδική πορεία των δύο προηγούμενων ετών. Συγκεκριμένα, η μέση ετήσια απασχόληση ενισχύθηκε κατά 1,3% το 2023, ποσοστό θετικό, αν και μειωμένο έναντι του 5,4% του 2022. Όσον αφορά την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας, αυτή διατήρησε το 2023 την αναπτυξιακή της πορεία, με το ΑΕΠ (σε όρους όγκου) να σημειώνει αύξηση 2,0%, ποσοστό ωστόσο χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 2022 (+5,6%). Η ισχυροποίηση της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας αποτυπώνεται και στην αγορά εργασίας, όπως προκύπτει από τους σταθερά βελτιωμένους σχετικούς δείκτες.
Ενδεικτικό της δυναμικής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας αποτελεί το γεγονός πως το 2023 απασχολήθηκαν κατά μέσο όρο 318 χιλ. περισσότεροι εργαζόμενοι σε σχέση με το 2020 και 53 χιλ. συγκριτικά με το 2022. Παράλληλα, ο ετήσιος δείκτης ανεργίας το 2023 ακολούθησε την πτωτική τάση της τελευταίας δεκαετίας, διαμορφούμενος σε 11,1% από 12,4% το 2022, μολονότι το 2023 αποτέλεσε για δεύτερη διαδοχική χρονιά έτος σημαντικών πληθωριστικών πιέσεων. Αναφορικά με την πρόβλεψη για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2024, θεσμικοί φορείς εκτιμούν ότι το ΑΕΠ της χώρας θα αναπτυχθεί με παρόμοιο περίπου ρυθμό με του 2023, της τάξης του 2,2%. Οι εκτιμήσεις είναι συγκρατημένες, λόγω των αποκλιμακούμενων μεν, αλλά υφιστάμενων πληθωριστικών πιέσεων, οι οποίες συνδυαστικά με την παραμονή των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα μετριάζουν τη δυναμική της εγχώριας οικονομίας. Ωστόσο, οι ίδιοι φορείς προβλέπουν περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας το οποίο αναμένεται να κυμανθεί στο 10,3%. Παρ’ όλα αυτά, θεωρώ ότι τα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία έχει βάλει τα θεμέλια για μία δυναμική, βιώσιμη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Σε κάθε περίπτωση, βαρύνουσα σημασία στην εξέλιξη της απασχόλησης στη χώρα μας διαδραματίζει η πορεία των κλάδων που συνεισφέρουν καθοριστικά σε αυτήν. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί ο εισερχόμενος τουρισμός, ο οποίος το 2024 αναμένεται να καταγράψει νέο “ρεκόρ” τόσο στις αφίξεις τουριστών, όσο και στα τουριστικά έσοδα».
*Επισυνάπτεται αναλυτικά η μελέτη της ICAP