Τους λόγους για τους οποίους έχει αναπτυχθεί το φαινόμενο της ασφαλιστικής απάτης, καθώς προτάσεις για την αντιμετώπισή του, περιλαμβάνει η έρευνα της Deloitte για την Πρόληψη της Απάτης στην Ελληνική Ασφαλιστική Αγορά, στην οποία συμμετείχαν 51 ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες.
Η έρευνα εντοπίζει τις συνήθεις και τις πιο επικίνδυνες μορφές ασφαλιστικής απάτης, σκιαγραφεί την κουλτούρα της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς σε σχέση με το φαινόμενο της απάτης και αναδεικνύει το ρόλο των Διοικήσεων των εταιριών, ενώ κάνει αναφορά σε αντίστοιχες έρευνες που μελετούν την ασφαλιστική απάτη στην Ευρώπη.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνας, οι περισσότερες ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες διαθέτουν κώδικα δεοντολογίας και πολιτικές, στις οποίες ορίζεται επαρκώς η έννοια της απάτης. Σχεδόν το 75% των ασφαλιστικών εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα έχει ανιχνεύσει περιπτώσεις απάτης τις οποίες όμως, δε μπορεί να τεκμηριώσει.
Οι πιο συνήθεις μορφές απάτης που παρατηρούνται στην ασφαλιστική αγορά είναι η εικονική ζημιά και η υπερκοστολόγηση του ποσού αποζημίωσης, ενώ τα πιο αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση της απάτης είναι ο έλεγχος και πιο συγκεκριμένα η ύπαρξη κατάλληλων και σωστά σχεδιασμένων δικλείδων ασφαλείας καθώς και η συνεχής εκπαίδευση των υπαλλήλων.
Για τη διαχείριση του κινδύνου της απάτης προαπαιτούμενη είναι μια σειρά από δραστηριότητες ελέγχου οι οποίες περιλαμβάνουν εκτός των άλλων, τη συνεχή αξιολόγηση του κινδύνου, τη δημιουργία περιβάλλοντος κατά της απάτης, την επικοινωνία και την ανταλλαγή πληροφοριών, το σχεδιασμό και τη βελτίωση των διαδικασιών και των δικλείδων ασφαλείας.
Σύμφωνα με την Έρευνα οι ελληνικές ασφαλιστικές εταιρίες για την καλύτερη πρόληψη, αλλά και την αποτελεσματικότερη διαχείριση του κινδύνου της απάτης, θα πρέπει να χαράσσουν συγκεκριμένη στρατηγική πρόληψης της απάτης και να αναπτύξουν διαδικασίες διαχείρισης της απάτης σχετικά με τις ασφαλιστικές αποζημιώσεις. Θα πρέπει να διαμορφώνουν σχέδιο για την πρόληψη και την αποτροπή της απάτης, να εισάγουν καινοτόμες διαδικασίες κατά της απάτης, να αξιοποιούν τα εργαλεία ανάλυσης δεδομένων (Data Analytics) για την πρόληψη και έγκαιρη αναγνώριση του κινδύνου της απάτης και να παρακολουθούν εξειδικευμένα εκπαιδευτικά προγράμματα (Fraud Awareness Training).
Επιπλέον, οι εταιρείες οφείλουν να χαράσσουν πολιτικές whistleblowing, μέσω των οποίων θα ορίζονται αναλυτικά οι εσωτερικές διαδικασίες αναφοράς ύποπτων περιπτώσεων απάτης από τους υπαλλήλους προς τα αρμόδια τμήματα. Τέλος, σε περιπτώσεις απάτης, θα ήταν ωφέλιμο να λαμβάνουν μέτρα περιορισμού της έκθεσης της εταιρίας στον κίνδυνο.