Σε μικρή αναβάθμιση των προβλέψεών της για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας προχωρά η Citigroup στο πλαίσιο της νέας έκθεσής της για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, τονίζοντας ωστόσο ότι η δημοσιονομική πολιτική παραμένει ένα μεγάλο εμπόδιο στην ανάκαμψη της Ελλάδας, ενώ διατηρεί τις εκτιμήσεις πολύ χαμηλότερα από αυτές της ελληνικής κυβέρνησης.
Όπως επισημαίνει η οικονομολόγος της Citi, Giada Giani, η ελληνική οικονομία δείχνει σημάδια βελτίωσης. Τα έσοδα από τον Τουρισμό και την Ναυτιλία αναμένεται να βοηθήσουν στην ανάκαμψη, αλλά η δημοσιονομική πολιτική θα συνεχίσει να "βαραίνει" την οικονομική δραστηριότητα.
Σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις της αμερικάνικης τράπεζας, η ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ δεν αναμένεται να ξεπεράσει το 1% με 1,5% μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, την στιγμή που η (νέα ψαλιδισμένη) πρόβλεψη της ελληνικής κυβέρνησης κινείται στο 1,6% για φέτος και στο 2,5% το 2018.
Συγκεκριμένα, για το 2017 η Citi αναμένει ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 1,2% ( από 1,1% που προέβλεπε τον προηγούμενο μήνα), το 2018 η ανάπτυξη θα φτάσει στο 1,5% (από 1,4% που προέβλεπε πριν), ενώ το 2019 θα κυμανθεί στο 1,5% επίσης ( από 1,3% που προέβλεπε πριν). Για το 2020 η Citi "βλέπει" την ανάπτυξη στο ελληνικό ΑΕΠ να διαμορφώνεται στο 1,6% και το 2021-2022 να επιβραδύνεται στο 1,5%.
Ο πληθωρισμός φέτος αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1,2%, ενώ στο 0,2% και το 0,1% θα "προσγειωθεί" το 2018 και το 2019 αντίστοιχα πριν αυξηθεί στο 0,7% το 2020, στο 1% το 2021 και στο 1,3% το 2022.
Σε ό,τι αφορά το χρέος, αυτή τη φορά η Citi δεν "δίνει" προβλέψεις, ωστόσο τονίζει πως εκτιμά ότι το κόστος των επίσημων δανείων θα μειωθεί περαιτέρω. Για το 2017 επίσης εκτιμά ότι το έλλειμμα του δημοσιονομικού ισοζυγίου θα βρεθεί στο 1,3% του ΑΕΠ, ενώ το 2018 βλέπει πλεόνασμα της τάξης του 0,3%, πριν το 0% του 2019 και τα εκ νέου ελλείμματα του 2020, του 2021 και του 2022 στο -0,3%, -0,3% και -0,4% αντίστοιχα.
Σχετικά με τα ελληνικά assets, στις υποσημειώσεις της έκθεσης αναφέρεται ότι ο οικονομολόγος της Citigroup, Christian Schulz, κατέχει long θέση στα assets (μετοχές και ομόλογα) της Ελλάδας και της Γερμανίας.
Αναφερόμενη στην πιστωτική ποιότητα συνολικά στην ευρωζώνη, η Citi παρατηρεί ότι το 2017 ήταν μία χρονιά που όχι μόνο οι αναβαθμίσεις ξεπέρασαν τις υποβαθμίσεις, αλλά δεν υπήρξε καμία υποβάθμιση για πρώτη φορά μετά το 2008. Οι αναβαθμίσεις του 2017 περιλαμβάνουν, όπως σημειώνει, αυτή της S&P για την την Πορτογαλία (BB + σε BBB-), της S&P για την Ιταλία (BBB- σε BBB), της Moody's για την Ιρλανδία (A3 σε A2) και της Moody's για την Ελλάδα (Caa3 σε Caa2).
Οι παγκόσμιες προοπτικές
Το βασικό σενάριο της Citigroup για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, είναι η συνέχιση των πρόσφατων τάσεων. Αναμένει ότι η παγκόσμια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα διαμορφωθεί στο 3,4% το 2018, από 3,2% το 2017, το υψηλότερο επίπεδο από το 2010, με ανάκαμψη τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναδυόμενες οικονομίες.
Παρά την υψηλότερη ανάπτυξη και την ευρεία επέκταση, αναμένει ότι ο παγκόσμιος πληθωρισμός θα είναι σταθερός και σχετικά συγκρατημένος στο 2,4% το 2018 (όπως και το 2017). Παρόλα αυτά, αναμένει από τις επτά κεντρικές τράπεζες των ανεπτυγμένων οικονομιών να αυξήσουν τα επιτόκια το 2018, ανεβάζοντας το μέσο επιτόκιο πολιτικής συνολικά, κατά 40 μ.β στο 1,0% μέχρι το τέλος του 2018, το υψηλότερο επίπεδο από το 2008 και τη μεγαλύτερη αύξηση από το 2006. Όπως σημειώνει, αναμένει επίσης ένα ασθενέστερο δολάριο, υψηλότερα μακροπρόθεσμα επιτόκια και ελαφρά χαμηλότερες τιμές πετρελαίου το 2018.
Οι κίνδυνοι του 2018
Οι κυριότεροι κίνδυνοι για τις προοπτικές του 2018 είναι η συρρίκνωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, μία απότομη πτώση στις αγορές, η ανάκαμψη του πληθωρισμού, η επιβράδυνση στην Κίνα ή η σημαντική αύξηση των γεωπολιτικών ή εμπορικών εντάσεων.
Για την Ευρώπη συγκεκριμένα, οι κίνδυνοι αφορούν τις ιταλικές εκλογές, την αποτυχία των δομικών μεταρρυθμίσεων ειδικά στη Γαλλία, αναταραχές λόγω εκλογών καθώς εκτός από τις εκλογές στην Ιταλία μπορεί να προκύψουν πρόωρες εκλογές σε Γερμανία, Ισπανία ή Ολλανδία, μία πολιτική κρίση στην Βρετανία και ακόμη και νέες εκλογές εάν δεν υπάρξει συμφωνία μετάβασης, μία περαιτέρω κλιμάκωση της κρίσης στην Καταλονία, μία τραπεζική κρίση και η εκ νέου κλιμάκωση της μεταναστευτικής κρίσης η οποία, όπως σημειώνει, θα επιδεινώσει την κατάσταση για την Ελλάδα.