Οι δύο πόλεις με τις πιο διάσημες υπαίθριες αγορές Χριστουγέννων έρχονται να προστεθούν στη μακρά λίστα γερμανικών και γαλλικών πόλεων που φέτος ακυρώνουν λόγω του κορωνοϊού αυτές τις εγκαταστάσεις όπου ο κόσμος συνωστίζεται.
Με τον αριθμό των κρουσμάτων να πλησιάζει πλέον τα 1000 ημερησίως, το Βερολίνο ανήκει στις «περιοχές κινδύνου» και, σύμφωνα με την υπουργό Υγείας Ντιλέκ Καλαϊτσί, βρίσκεται λίγο πριν από την ανάγκη ενός νέου «lockdown». Η λειτουργία των παραδοσιακών υπαίθριων χριστουγεννιάτικων αγορών, πολλές εκ των οποίων ανοίγουν ήδη τον Νοέμβριο, αποτελούν έναν από τους σοβαρότερους «γρίφους» που καλούνται να λύσουν οι αρμόδιες αρχές το προσεχές διάστημα.
Σήμερα ο Χέλμουτ Ρους, διοργανωτής της Χριστουγεννιάτικης Αγοράς της Πλατείας Ζεντάρμενμαρκτ, στην καρδιά του «διπλωματικού τετραγώνου», στο πρώην ανατολικό Βερολίνο, ανακοίνωσε την ακύρωση της φετινής Αγοράς, για πρώτη φορά από το άνοιγμά της το 2003, εξηγώντας ότι «ο κίνδυνος ήταν απλώς πολύ μεγάλος και αδύνατο να υπολογιστεί».
Η συγκεκριμένη αγορά επρόκειτο να λειτουργήσει από τις 23 Νοεμβρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου και πέρυσι είχε υποδεχθεί περισσότερα από 900.000 άτομα. Η ακύρωσή της, σύμφωνα με τον κ. Ρους, θα στοιχίσει στους 120 εμπόρους που συμμετέχουν περίπου 22-25 εκατομμύρια ευρώ, χωρίς να υπολογίζει κανείς την απώλεια εσόδων για τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και τα καταστήματα της γύρω περιοχής.
Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε λειτουργία της Αγοράς, με αυστηρούς κανόνες, όπως κράτηση θέσης εκ των προτέρων, υποχρεωτική χρήση μάσκας για όλους, χρήση θερμικών καμερών για τον εντοπισμό ατόμων με υψηλή θερμοκρασία κλπ. Η ραγδαία ωστόσο αύξηση των κρουσμάτων στην Γερμανία καθιστούσε πλέον δυσανάλογα μεγάλο τον κίνδυνο η Αγορά να χρειαστεί να κλείσει λίγο μετά το άνοιγμά της. Οι διοργανωτές είχαν ζητήσει από την πόλη του Βερολίνου αποζημίωση ύψους 900.000 ευρώ εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, αλλά οι δύο πλευρές δεν έφτασαν σε συμφωνία.
Στη Γερμανία
Η τοπική κυβέρνηση έχει πάντως ανακοινώσει ότι σχεδιάζει να επιτρέψει την λειτουργία των χριστουγεννιάτικων αγορών, με υποχρεωτική χρήση μάσκας και απαγόρευση πώλησης αλκοόλ μετά τις 23:00. Την ακύρωση των κεντρικών αγορών τους έχουν ανακοινώσει μέχρι τώρα το Πότσνταμ στο Βρανδεμβούργο, η Κολωνία και η Χαϊδελβέργη.
Δεν θα λειτουργήσει φέτος η χριστουγεννιάτικη αγορά του Στρασβούργου λόγω της επιδείνωσης της υγειονομικής κατάστασης εξαιτίας της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, ανακοίνωσε χθες η οικολόγος δήμαρχος της πόλης αυτής στην ανατολική Γαλλία Ζαν Μπαρσεγκιάν, διευκρινίζοντας ότι αν και τα 300 περίπτερα που έχει συνήθως η αγορά δεν θα λειτουργήσουν, θα πραγματοποιηθούν κάποιες εορταστικές δράσεις.
«Πήρα την απόφαση να προκρίνω το σενάριο χωρίς τα περίπτερα», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε η Μπαρσεγκιάν. Ωστόσο ένα μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο θα στηθεί στην πλατεία Κλεμπέρ στην καρδιά της πόλης και θα υπάρξουν «δράσεις» ή «καλλιτεχνικά δρώμενα», πρόσθεσε.
Η πόλη ξεπέρασε «το ύψιστο επίπεδο συναγερμού» όσον αφορά την επιδημία της Covid-19, σημείωσε η δήμαρχος, προσθέτοντας ότι «το Στρασβούργο δεν βρίσκεται στον κόσμο του» και ότι «στην υπόλοιπη Ευρώπη, οι περιορισμοί γίνονται ολοένα και πιο αυστηροί και κυρίως στη Γερμανία», η οποία βρίσκεται σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων.
Στις αρχές του Οκτωβρίου, το Στρασβούργο ήλπιζε ακόμη ότι θα μπορέσει να τηρήσει την παράδοση αιώνων και να λειτουργήσει και φέτος η χριστουγεννιάτικη αγορά του με τίμημα κάποιες προσαρμογές για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης που έχει προκαλέσει ο νέος κορωνοϊός.
Υπό κανονικές συνθήκες, η αγορά αυτή με τα περισσότερα από 300 ξύλινα περίπτερά της, η οποία αποτελεί μια παράδοση 450 ετών που διακόπηκε μόνον σε περιόδους πολέμου, προσελκύει περίπου δύο εκατομμύρια επισκέπτες σε έναν μήνα. Οι οικονομικές συνέπειες από την κατάργησή της φέτος υπολογίζονται σε 250 εκατομμύρια ευρώ.
Πριν από το Στρασβούργο, το Παρίσι και το Μπορντό στη Γαλλία είχαν ήδη ανακοινώσει την ματαίωση των δικών τους χριστουγεννιάτικων αγορών για φέτος λόγω κορωνοϊού.