Στο δημοσιονομικό πεδίο, η αύξηση των δαπανών με σκοπό την άμβλυνση των επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης και η μείωση των εσόδων λόγω συρρίκνωσης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας μετέτρεψαν το πλεόνασμα των προηγουμένων ετών σε υψηλό έλλειμμα. Στο πεδίο του εξωτερικού ισοζυγίου, ο μεγάλος βαθμός ευαισθησίας του τουριστικού κλάδου στην πανδημία του κορωνοϊού COVID-19 οδήγησε στην απότομη συρρίκνωση του πλεονάσματος των υπηρεσιών με αποτέλεσμα τη διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η αύξηση του τελευταίου συγκρατήθηκε σε έναν βαθμό από τη μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), την περίοδο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2020 το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών διαμορφώθηκε σε έλλειμμα -€11,2 δις σε τρέχουσες τιμές από -€2,7 δις το 2019.
Βάσει των χειμερινών προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης το 2020 (-10,0%), το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ως ποσοστό του ονομαστικού ΑΕΠ εκτιμάται ότι ξεπέρασε το -6,0% το 2020 από -1,5% το 2019. Η πρώτη εκτίμηση για το ετήσιο ΑΕΠ του 2020 και των προσωρινών στοιχείων των τριμηνιαίων εθνικών λογαριασμών του 4ου τριμήνου 2020 προβλέπεται να ανακοινωθούν από την ΕΛΣΤΑΤ στις 8/3/2021.
Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ισούται με το άθροισμα των ισοζυγίων (εισπράξεις μείον πληρωμές) των αγαθών, των υπηρεσιών, των πρωτογενών και των δευτερογενών εισοδημάτων. Όπως παρουσιάζεται στο Σχήμα 2, η ετήσια διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κατά -€8,4 δις το 2020 προήλθε από τη μείωση του πλεονάσματος των υπηρεσιών κατά -€13,8 δις και από τη συρρίκνωση των ελλειμμάτων των ισοζυγίων αγαθών και πρωτογενών εισοδημάτων κατά €4,3 δις και €1,1 δις αντίστοιχα (το ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων παρέμεινε οριακά στάσιμο στα €0,6 δις πλεόνασμα). Τα δύο τελευταία συγκράτησαν σε έναν βαθμό την αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, τονίζουν οι αναλυτές της Eurobank.
Έντονα αρνητικός ο πληθωρισμός τον Ιανουάριο 2021
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα – μετρούμενος βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή – παρέμεινε έντονα αρνητικός τον Ιανουάριο 2021 (βλέπε Σχήμα 3). Συγκεκριμένα διαμορφώθηκε στο -2,4% (-1,5% με σταθερούς φόρους) από 0,4% τον Ιανουάριο 2020. Με εξαίρεση τον κλάδο της εκπαίδευσης (0,0% YoY), οι δείκτες τιμών στις υπόλοιπες ομάδες αγαθών και υπηρεσιών κινήθηκαν πτωτικά σε ετήσια βάση τον Ιανουάριο 2021. Την υψηλότερη συνεισφορά στην ετήσια πτώση του ΕνΔΤΚ είχε ο κλάδος των μεταφορών (-5,7% YoY) και ακολούθησαν: η στέγαση (-3,6% YoY), η ένδυση και υπόδηση (-4,1% YoY), τα ξενοδοχεία-καφέ-εστιατόρια (-1,8% YoY), η διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά (-0,6% YoY), τα άλλα αγαθά και υπηρεσίες (-1,9% YoY), οι επικοινωνίες (-1,9% YoY), η υγεία (-1,2% YoY), τα διαρκή αγαθά – είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες (-2,1% YoY), η αναψυχή – πολιτιστικές δραστηριότητες (-0,4% YoY) και τα αλκοολούχα ποτά και καπνός (-0,2% YoY).
Σε σύγκριση με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27 κρατών μελών, η Ελλάδα κατέγραψε τον υψηλότερο αποπληθωρισμό τον Ιανουάριο 2021, με τη Σλοβενία, την Κύπρο, τη Λετονία, τη Βουλγαρία και την Ιρλανδία να ακολουθούν με ετήσιους ρυθμούς πτώσης των τιμών της τάξης του -0,9%, -0,8%, -0,5%, -0,4% και -0,1% αντίστοιχα. Στα υπόλοιπα κράτη μέλη οι τιμές κινήθηκαν ανοδικά (σχετικά ήπια) με τον πληθωρισμό στην ΕΕ-27 και την Ευρωζώνη να διαμορφώνεται στο 1,2% και 0,9% αντίστοιχα. Τέλος, βάσει των χειμερινών προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα εκτιμάται στο -0,1% το 2021 και στο 0,6% το 2022, καταλήγουν οι οικονομικοί αναλυτές της τράπεζας.